Έρευνα για την Μπεκάτσα (Scolopax rusticola), με σκοπό την παρακολούθηση και μελέτη της μετανάστευσης του είδους στην Ελλάδα, θα πραγματοποιήσει η Κυνηγετική Συνομοσπονδία Ελλάδος σε συνεργασία με το Εργαστήριο Άγριας Πανίδας και Ιχθυοπονίας Γλυκέων Υδάτων του Τμήματος Δασολογίας & Φυσικού Περιβάλλοντος (ΑΠΘ).
Η έρευνα θα έχει διάρκεια 2 χρόνων και για την εργασία πεδίου έχουν επιλεγεί 25 περιοχές, με αντίστοιχο αριθμό παρατηρητών, από τον Έβρο μέχρι την Ρόδο και από την Κέρκυρα μέχρι τη Μεσσηνία.
Για τις ανάγκες της έρευνας, ο εντοπισμός των πουλιών θα γίνεται με την χρήση κυνηγετικών σκυλιών. Η έρευνα θα λαμβάνει χώρα μια φορά ανά δεκαήμερο από το 2ο δεκαήμερο του Οκτωβρίου έως το τέλος Νοεμβρίου και από την 1η Ιανουάριου έως την 31η Μαρτίου εκάστου έτους.
Λόγω της χρήσης κυνηγετικών σκυλιών εξαιρούνται τα καταφύγια άγριας ζωής καθώς και όλες οι εκτάσεις για τις οποίες έχουν εκδοθεί Δασικές Απαγορευτικές Διατάξεις Θήρας (ΔΑΔ) από τα κατά τόπους Δασαρχεία ή Δ/νσεις Δασών που βρίσκονται στις επιλεγμένες περιοχές.
Πριν από την διεξαγωγή της έρευνας πεδίου ο ενδιαφερόμενος οφείλει να έρθει σε άμεση επικοινωνία με την κατά τόπο αρμόδια Δασική Αρχή (Διεύθυνση Δασών Νομού ή Δασαρχείο) για να οριστεί ο ακριβής τόπος και χρόνος αυτής καθώς και ο μέγιστος αριθμός κυνηγετικών σκύλων που μπορεί να χρησιμοποιηθούν ανά περιοχή. Η Δασική Αρχή είναι υπεύθυνη για την εποπτεία της εν λόγω έρευνας.
Σύμφωνα με την απόφαση έγκρισης που έλαβε η ερευνητική ομάδα από το Υπουργείο Περιβάλλοντος & Ενέργειας, οι κατά τόπους αρμόδιες Δασικές Αρχές, «να παρακολουθήσουν και εποπτεύσουν τη διαδικασία και να επιβάλλουν, εφόσον ειδικοί λόγοι το απαιτήσουν, τυχόν απαραίτητους συμπληρωματικούς όρους, για την αποφυγή ενδεχόμενης αρνητικής επίπτωσης στα οικοσυστήματα των περιοχών αρμοδιότητάς τους».
Η Κυνηγετική Συνομοσπονδία Ελλάδας είχε λάβει παρόμοιες εγκρίσεις, διάρκειας 2 ετών η κάθε μία, για την παρακολούθηση και μελέτη της μετανάστευσης της Μπεκάτσας για τα έτη 2012-2013 και 2014-2015,
Να σημειώσουμε εδώ για την διετία που πέρασε (2014-2015) το αρμόδιο υπουργείο είχε εγκρίνει την διεξαγωγή μιας ακόμη έρευνα, με χρήση δορυφορικών πομπών στη συγκεκριμένη περίπτωση, για την παρακολούθηση της μετανάστευσης της μπεκάτσας (Scolopax rusticola) στην Ηπειρωτική Ελλάδα
Το Έργο Scolopax Overland στην Ιταλία
Για περισσότερα από πέντε χρόνια είναι σε εξέλιξη στην Ιταλία ένα πρόγραμμα που επικεντρώνεται στη μελέτη της δυναμικής της μετανάστευσης της μπεκάτσας (Scolopax rusticola).
Είναι πολύ δύσκολο να γνωρίζει την κατάσταση και τον αριθμό των διαφόρων ευρωπαϊκών πληθυσμών, δεδομένου ότι είναι ένα είδος που έχει λίγο μελετηθεί και είναι λίγο γνωστό, λόγω των ιδιαιτεροτήτων του χαρακτήρα τα και των συνηθειών της και την εξάπλωση της σε τεράστιες γεωγραφικές περιοχές, καθώς ότι είναι λίγο γνωστές οι μεταναστευτικές οδοί που επηρεάζουν ειδικά την Ιταλική χερσόνησο.
Το Έργο Scolopax Overland στην προσπάθεια να επιτύχει τους στόχους του χρησιμοποιεί την πιο σύγχρονη νανοτεχνολογία που αναπτύχθηκε κατά την τελευταία δεκαετία. Χάρη στην δορυφορική παρακολούθηση μας επιτρέπει να παρακολουθούμε τη ζωή και τις κινήσεις των πουλιών που είναι εξοπλισμένα με ειδικούς δορυφορικούς μεταδότες για το σύνολο του ευρωπαϊκού χώρου κατά την αναπαραγωγική περίοδο , αλλα και των μεταναστεύσεων του είδους .
Σε 5 χρόνια της έρευνας έχουν εξοπλιστεί με δορυφορικούς μεταδότες 28 μπεκάτσες και έχουν ληφθεί περίπου 29.000 μεταδόσεις στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο σε ένα εύρος 7.500.000 km2.
Μεγάλες, σημαντικές και ενδιαφέρουσες εμπειρίες (Data) καταγράφονται από τους μεταδότες κάποιων πουλιών, αντιπροσωπεύοντας με τον καλύτερο τρόπο την αξία του συγκεκριμένης εργασίας.
Όπως «η περίπτωση της μπεκάτσας (αρσενικό)" Sannio "ότι μετά από 4 χρόνια αδιάκοπης μετάδοσης έχει ολοκληρωθεί το 7ο Ταξίδι της μετανάστευσης του που καλύπτει συνολικά περισσότερα από 29.000 χιλιόμετρα και παρέχει σημαντικές πληροφορίες τόσο από την αναπαραγωγική περιοχή όσο και από τις περιοχές διαχείμασης.
Πολύ χαρακτηριστική και η περίπτωση της μπεκάτσας (θηλυκό) "Cilento", η οποία ολοκλήρωσε του 4ο έτος της παρακολούθησης της και έχει κάνει πτήσεις 39.000 χιλιομέτρων φτάνοντας πάντα στους τόπους αναπαραγωγής της στη Σιβηρία .
Ο Χάρτης δείχνει ότι μία χρονιά πέρασε και από Ελλαδα.
Στη Γαλλία, οι πληθυσμοί διαχείμασης και αναπαραγωγής παρακολουθούνται από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 (Ferrand et al 2006). Το φθινόπωρο και το χειμώνα, η παρακολούθηση αυτή βασίζεται σε δεδομένα που συλλέγονται από κυνηγούς και δακτυλιώσεις. Την άνοιξη, η παρακολούθηση αυτή βασίζεται στις απογραφές του ρόντινγκ των αρσενικών (βλ. Αναπαραγωγή-Τελετουργικό), από ένα δίκτυο 400 παρατηρητών. Η ετήσια επιτυχία της αναπαραγωγής υπολογίζεται από την ανάλυση των φτερών που συλλέγονται από τους κυνηγούς, κυρίως στη Γαλλία (Ferrand et al., 2006) και τη Δανία (Clausager 2006) και από τις δακτυλιώσεις (5.000 άτομα κάθε χρόνο στη Γαλλία).
Στη Βρετανία η κατάλληλη μέθοδος μέτρησης των πτηνών χρησιμοποιεί δεδομένα από το εποχικό ρόντινγκτων αρσενικών (Hoodless et al. 2006). Διαπιστώθηκε ότι, οι καλύτεροι μήνες για την καταμέτρηση είναι ο Μάιος και ο Ιούνιος, και ότι η ανίχνευση του 83% των αρσενικών που περνάνε από ένα σταθερό σημείο πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέσα σε 1 ώρα και να αρχίζει 15 λεπτά πριν το ηλιοβασίλεμα (Hoodless et al. 2006).
Στη Γαλλία, επίσης, διαπιστώθηκε ότι οι πρακτικές δασικής διαχείρισης θα πρέπει να αποσκοπούν στη διατήρηση πλουσίων σε χούμο θαμνωδών εκτάσεων, με επιλεκτική κοπή δέντρων που βελτιώνουν την ποιότητα του εδάφους (Duriez et al. 2005b). Τα πουλιά μπορούν επίσης να επωφεληθούν από την αγρανάπαυση, την οριοθέτηση προστατευομένων χώρων και την απλούστευση των γεωργικών πρακτικών (π.χ. με τη μείωση οργώματος του εδάφους και άμεση σπορά) (Duriez et al. 2005b) .
Η μπεκάτσα, λόγω της κρυπτικής της φύσης και των μηχανισμών άμυνας που διαθέτει, έχει καταφέρει να διατηρεί τους πληθυσμούς της σε σταθερό επίπεδο. Αυτός είναι άλλωστε ο λόγος που, η IUCN έχει χαρακτηρίσει το πτηνό ως Ελαχίστης Ανησυχίας (LC).[1]
Ωστόσο, αυτό ισχύει αυστηρά κατά μέσον όρο και σε παγκόσμιο επίπεδο, διότι οι πιέσεις που υφίσταται το είδος από το κυνήγι, ειδικά στον ευρωπαϊκό χώρο είναι μεγάλες . Γι αυτό και στην Ευρώπη, οι πληθυσμοί της μπεκάτσας μειώνονται. , Έτσι, και στην Ελλάδα, παρά τη έλλειψη επαρκών νεότερων δεδομένων, υπήρχαν κάποια λιγοστά άτομα που κάποτε φώλιαζαν στη χώρα (1995-2000), τα οποία σήμερα πιθανότατα δεν υφίστανται πλέον.
Κι επειδή η τεχνολογία πλέον μας το επιτρέπει, φτάσαμε σε νέες μεθοδολογίες και της εκτενέστερης-ακριβέστερης παρακολούθησης των καθημερινών διακινήσεων τους
Η νέα μελέτη για την μπεκάτσα - με Παρακολούθηση ακρίβειας για τα ενδημικά πουλιά το που βιούν, έγινε από τον Curtis Heward, ο οποίος είναι Βοηθός Ερευνητής Υγροτόπων της GWCT.
Μπορούμε να αρχίσουμε να εξηγούμε τις αλλαγές στην πληθυσμιακή επάρκεια ενός είδους, «μόνον εφόσον έχουμε κάνει κτήμα μας τη βασική αντίληψη για τη συμπεριφορά και την οικολογία του».
Στην περίπτωση της μπεκάτσας όμως, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι σε πολλές περιοχές η γνώση αυτή δεν υφίσταται.
Με δεδομένες τις πρόσφατες μειώσεις του πληθυσμού της μπεκάτσας,
( *μιλάει για στη Βρετανία), είναι πιο σημαντικό από ποτέ, να κατανοήσουμε της βιολογία της αναπαραγωγής, αυτού του πουλιού του δάσους.
Η Χρήση της νέας τεχνολογίας.
Η νέα τεχνολογία παρακολούθησης μας επιτρέπει να το κάνουμε με τέτοιο τρόπο, που στο παρελθόν δεν ήταν δυνατόν.
Αυτό το καλοκαίρι ξεκίνησα τη σύλληψη ενδημικών μπεκατσών, κατά την περίοδο της αναπαραγωγής και τοποθέτησα σ' αυτές μικροσκοπικές συσκευές παρακολούθησης με GPS.
Οι συσκευές αυτές διαφέρουν από τους δορυφορικούς πομπούς που χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση της αποδημίας.
Έχουν μεν πολύ μικρότερη διάρκεια ζωής, όμως κατά τη διάρκειά της, μας στέλνουν περισσότερο ακριβή και πιο λεπτομερή στοιχεία, δηλαδή καταγραφές στιγμάτων-ετικέτες (satelite tags).
Ενώ λοιπόν οι δορυφορικές συσκευές είναι τέλειες για να την παρακολουθήσετε σε μεγάλης κλίμακας αποδημία, δια μέσου των ηπείρων, αυτές στις οποίες τοποθετήθηκαν GPS δίνουν πολύ καλύτερα στοιχεία στην αντίληψη της παρακολούθηση των τοπικών, καθημερινών μετακινήσεων κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγής.
Τι μας λένε τα νέα στοιχεία
Ο μεγάλος βαθμός ακρίβειας των καταγραφών στιγμάτων είναι το κλειδί στη Νέα αυτή μελέτη που μας επιτρέπει να ξεχωρίσουμε τους συγκεκριμένους τύπους δασικών οικοτόπων που χρησιμοποιεί το θηραματικό είδος αυτό.
Για παράδειγμα, τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν αυτό το χρόνο αρχίζουν να δείχνουν την προτίμηση της μπεκάτσας σε δάση με πυκνή υποβλάστηση, που της προσφέρει κάλυψη κατά τη διάρκεια της φωλεοποίησης και του ζευγαρώματος.
Η πυκνή βλάστηση παίζει επίσης ρόλο στη διατήρηση της υγρασίας του εδάφους, γεγονός απαραίτητο για ένα πουλί που τρέφεται βυθίζοντας το ράμφος του στο χώμα και στα υπολείμματα των φύλλων. Όμως τις νύχτες, ειδικά μετά από βροχή, οι αρσενικές μπεκάτσες επισκέπτονται ανοίγματα του δάσους για να τραφούν, οπότε η ύπαρξη τέτοιων ξέφωτων είναι επίσης σημαντική.
Τα ξέφωτα είναι επίσης απαραίτητα για τις ερωτικές επιδείξεις των αρσενικών κατά τη διάρκεια του ζευγαρώματος.
Επειδή η μεθοδολογία της εθνικής Έρευνας Αναπαραγωγής της μπεκάτσας, χρησιμοποιεί τον αριθμό των ενεργών αρσενικών για να υπολογίσει την πυκνότητα του πληθυσμού της μπεκάτσας, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε πλήρως τη συμπεριφορά της κατά την ερωτική επίδειξη, ώστε να μπορούμε να αποδώσουμε σωστά τα αποτελέσματα.
Οι καταγραφές των στιγμάτων GPS μας επιτρέπουν να μετρήσουμε πόσο μεγάλη περιοχή καλύπτουν τα αρσενικά κατά τις ερωτικές επιδείξεις τους, πόσους κύκλους (από την κούρνια - επίδειξη και πίσω) κάνουν κάθε βράδυ, καθώς και αν αυτό γίνεται κάθε νύχτα.
Οι λεπτομέρειες αυτές θα μας επιτρέψουν να βελτιώσουμε την αξιοπιστία των υπολογισμών του πληθυσμού.
Ακόμα μέσω αυτής θα μπορέσουμε να εκτιμήσουμε πώς το μέγεθος και η κατανομή των δασικών εκτάσεων σε μια περιοχή επηρεάζει την ερωτική συμπεριφορά και κατά πόσο αυτές οι επιδείξεις εξαρτώνται από συγκεκριμένα χαρακτηριστικά κάθε οικοτόπου.
Προοπτικές για το 2016
Η εργασία (μελέτη) αυτή είναι ακόμα σε «νηπιακό» επίπεδο.
Παίρνω όμως το θάρρος από την επιτυχία της αναπαραγωγικής περιόδου του 2015 και προσβλέπω στη συνέχιση της έρευνας και το 2016.
Τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν, καθώς και η συνεχής ανάλυση των αποτελεσμάτων της Εθνικής Έρευνας θα μας παρέχουν πολλές από τις απαραίτητες πληροφορίες για τη συχνά αγνοημένη ενδημική μπεκάτσα.
Η βελτιωμένη αυτή γνώση μπορεί με τη σειρά της να εμπλουτίσει τις κατευθυντήριες οδηγίες για τη διαχείριση των δασών, εξασφαλίζοντας "Ότι οι δασικές εκτάσεις είναι προσαρμοσμένες στις ανάγκες της μπεκάτσας που αποτελούν το καταφύγιο της".
Οι εργασίες αυτού του εγχειρήματος δεν θα είχαν ολοκληρωθεί, χωρίς τις προσπάθειες των εθελοντών της Ομάδας Δακτυλίωσης πτηνών της περιοχής των Birklands (UK).
*GWCT= Game and Wildlife Conservation Trust, είναι το Ταμείο άγριας Πανίδας & διαχείρισης Θηραματικών ειδών του Ην. Βασιλείου.
Επιμέλεια : gpeppas.gr
Πηγές:
Από την ιστοσελίδα του GWCT -
(Επιμέλεια-μετάφραση: Κωνσταντίνος Τσαπάρας )
Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας Θράκης-
Δασαρχείο -
Progetto Scolopax Overland Italy
Κυνήγι στην Ελλαδα και όχι μόνο
Προκαταρκτικά αποτελέσματα έρευνας σωματομετρικών δεδομένων για τη ΜΠΕΚΑΤΣΑ (Scolopax rusticola)
Η μπεκάτσα αποτελεί σημαντικό θηραματικό είδος στην Ευρώπη. Μπορεί να κυνηγηθεί σε όλα σχεδόν τα κράτη της, με εξαίρεση τη Σλοβενία, την Ολλανδία και την περιοχή της Φλάνδρας του Βελγίου. Στη Γαλλία θηρεύεται ο μεγαλύτερος όγκος του είδους από όλη την Ευρώπη, με ποσοστό 30-40% (της συνολικής ευρωπαϊκής κάρπωσης) (Ferrand & Gossmann, 2000). Επίσης στην Ιταλία, την Ισπανία και την Ελλάδα, θηρεύεται σημαντικός αριθμός μπεκατσών.
Σε μερικά κράτη (και στην Ελλάδα με το πρόγραμμαΆρτεμις) γίνεται παρακολούθηση (καταμέτρηση) της κάρπωσης της μπεκάτσας (στη Γαλλία με το Club National des Becassiers, and Becassiers de France). Επιπλέον με την παρακολούθηση του αριθμού των θηρευθέντων πουλιών, εφαρμόζονται και κάποιοι περιορισμοί σε μερικές περιπτώσεις, στον επιτρεπόμενο αριθμό πουλιών/κυνηγετική εξόρμηση ή στον αριθμό των κυνηγετικών εξορμήσεων. Η συμμετοχή των κυνηγών στην παρακολούθηση της κάρπωσης, με τη συλλογή φτερών, τη μέτρηση του βάρους των πουλιών και κάποιων άλλων στοιχείων, είναι σύνηθες φαινόμενο και περιλαμβάνει χιλιάδες κυνηγούς (Boidot, 2005).
Κάτι ανάλογο έγινε και στην παρούσα μελέτη με τη συνεργασία κυνηγών της βόρειας Ελλάδας και συγκεκριμένα στο νομό Σερρών. Σκοπός δεν ήταν η καταγραφή της θηραματικής κάρπωσης, πράγμα το οποίο θα μας έδινε συμπεράσματα για το Νομό Σερρών και ίσως για τη βόρεια Ελλάδα (εξίσου σημαντικό στοιχείο).
Σκοπός λοιπόν αυτής της έρευνας, ήταν να βγούν κάποια συμπεράσματα για τη μπεκάτσα στην Ελλάδα και συγκεκριμένα: να βρεθούν οι αναλογίες αρσενικού-θηλυκού, ενήλικου-ανήλικου, φύλου-μήκους ράμφους, μήνα κάρπωσης-βάρους, μήνα κάρπωσης-λίπους κ.α.
Η έρευνα έγινε στο πλαίσιο μεταπτυχιακής διατριβής στον τομέα «Οικολογία και Προστασία Δασικών Οικοσυστημάτων» του Τμήματος Δασολογίας και Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων, με επιβλέπων τον καθηγητή Ευστάθιο Τσαχαλίδη και σε συνεργασία με τον επικ. καθηγητή Περικλή Μπίρτσα και τον θηραματολόγο της ΚΟΜΑΘ Χρήστο Σώκο.
Μέθοδοι
Για τη διεξαγωγή της μελέτης αυτής μετρήθηκαν παράμετροι μορφολογίας και φυσιολογίας σε 87 μπεκάτσες, οι οποίες θηρεύτηκαν από κυνηγούς κατά τη διάρκεια της κυνηγετικής περιόδου 2009-2010 στο νομό Σερρών και στο Διδυμότειχο του νομού Έβρου.
Οι 78 μπεκάτσες προήλθαν από την περιοχή Σερρών και οι 5 από την περιοχή Διδυμοτείχου. Οι μπεκάτσες θηρεύτηκαν στα όρη Κρούσια, Βερτίσκος, Κερδύλλιο, Κερκίνη (Μπέλες), Βροντούς και στο χωριό Κουφόβουνο Έβρου .
Τα στοιχεία που μετρήθηκαν ήταν τα εξής: βάρος σε γραμμάρια (1-5 ώρες μετά την κάρπωση), μήκος ράμφους σε εκατοστά, φύλο, λίπος στην κοιλιακή χώρα με μια κλίμακα 0-5 (όπου 0= καθόλου λίπος και 5= το μέγιστο λίπος σε μπεκάτσα του δείγματος), ηλικία (με τη μελέτη των φτερών της φτερούγας). Επίσης συλλέχθηκε το ήπαρ από μερικές μπεκάτσες για περαιτέρω εργαστηριακές εξετάσεις. Μπεκάτσες παραλήφθηκαν από την 1η Νοεμβρίου 2009 έως την 21η Φεβρουάριου 2010. Το Νοέμβριο παραλήφθησαν 34 μπεκάτσες, το Δεκέμβριο 41, τον Ιανουάριο οκτώ και το Φεβρουάριο τέσσερις.
Αποτελέσματα
Ο μέσος όρος του βάρους των δειγμάτων ήταν 323,581 γραμμάρια, (σύμφωνα με ξένους ερευνητές το μέσο βάρος της μπεκάτσας είναι 317 γραμμάρια, Duriez et al.2003). Το μέσο μήκος ράμφους, 7,06 εκατοστά. Οι 47 μπεκάτσες ήταν αρσενικές και οι υπόλοιπες 40 θηλυκές. Όσον αφορά την ηλικία, οι περισσότερες μπεκάτσες που θηρεύτηκαν ήταν ανήλικες και συγκεκριμένα είχαμε 59 ανήλικες και 28 ενήλικες, γεγονός που επιβεβαιώνουν ερευνητές (Tavecchia et al. 2002) οι οποίοι δηλώνουν ως μέσο όρο ζωής της μπεκάτσας στη Γαλλία, τα 1,25 χρόνια, ο οποίος θεωρείται ιδιαίτερα χαμηλός.
Το μέσο βάρος πουλιών που συλλέχθηκαν το Νοέμβριο ήταν 329,7, το Δεκέμβριο 322,02, τον Ιανουάριο 311,87 και το Φεβρουάριο 293,75 γραμμάρια. Βλέπουμε δηλαδή μια μείωση του βάρους της μπεκάτσας με την πάροδο του χειμώνα.
Όσον αφορά την ηλικία, έχουμε μέσο βάρος για τις ανήλικες 322,25 και 323,92 για τις ενήλικες. Όσον αφορά το φύλο έχουμε μέσο βάρος 318,87 για τις αρσενικές και 327,4 για τις θηλυκές.
Για το μέσο όρο του μήκους ράμφους, βλέπουμε να επιβεβαιώνεται η φήμη που λέει ότι οι αρσενικές μπεκάτσες έχουν μικρότερο ράμφος από τις θηλυκές. Συγκεκριμένα, το μέσο μήκος ράμφους για τις αρσενικές ήταν 6,88 εκατοστά, ενώ για τις θηλυκές 7,27. Επίσης παρατηρήθηκε ότι οι ανήλικες μπεκάτσες είχαν μικρότερο ράμφος απο τις ενήλικες, με 6,99 για τις ανήλικες και 7,19 για τις ενήλικες.
Ο υπολογισμός του μέσου κοιλιακού λίπους (abdominal fat) μας δίνει 1.93 (στην κλίμακα 0-5) για τα αρσενικά και 2.32 για τα θηλυκά.
Όσον αφορά τους μήνες δειγματοληψίας και το κοιλιακό λίπος βρέθηκαν οι παρακάτω τιμές: Νοεμβρίου 2,3823, Δεκεμβρίου 2,1219, Ιανουαρίου 1,875, Φεβρουάριου 0,25 (στην κλίμακα 0-5).
Τέλος 36 μπεκάτσες θηρεύθησαν σε δάσος δρυός, 45 σε συστάδα δρυός-γαύρου, δύο σε πουρνάρι, δύο σε οξιά-γαύρο, μία σε πουρνάρι-γαύρο και μία σε δασική πεύκη-δρύς.
Συμπεράσματα
Παρατηρούμε μια μείωση του βάρους της μπεκάτσας με την πάροδο των χειμερινών μηνών, καθώς και μία μείωση του λίπους της. Το γεγονός όμως ότι ο μεγαλύτερος όγκος του δείγματος καρπώθηκε τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο δε μας αφήνει να εξάγουμε ασφαλή συμπεράσματα για τους δύο αυτούς παραμέτρους και τη διακύμανσή τους. Ωστόσο παρόμοια τάση αναφέρεται στη βιβλιογραφία για είδη πάπιας και τη νερόκοτα.
Τα στοιχεία βάρους και οι αναλογίες ηλικιών και φύλου είναι σύμφωνα με στοιχεία ξένων ερευνητών (Duriez et al.2003). Χαρακτηριστικό είναι το μεγαλύτερο ράμφος και βάρος στα θηλυκά πουλιά που ίσως να φανερώνει μεγαλύτερη προσαρμοστικότητα σε σχέση με τα αρσενικά άτομα.