Welcome in Greece Welcome in Greece

 

ΑρχικήInitial ΠίσωBack

Τα Γεράκια ...

ΓΕΡΑΚΙ: ΕΝΑΣ ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΦΙΛΟΣ- KOMAΘ       ΓΕΡΑΚ I       ΚΥΝΗΓΩΝΤΑΣ ΜΕ ΓΕΡΑΚIA

Αρπαχτικό ημερόβιο πουλί της οικογένειας των ιερακιδών. Με την γενική ονομασία Γεράκι εννοείται οποιοδήποτε από τα είδη του αρπακτικού ημερόβιου πτηνού του γένους Falco.
Η λέξη προέρχεται από τη Λατινική falco, σχετική με την επίσης Λατινική falx («δρεπάνι»), εξαιτίας του σχήματος των φτερών αυτού του πτηνού.

Τα ενήλικα γεράκια διαθέτουν λεπτά δρεπανοειδή φτερά, που τα βοηθούν να πετούν με υψηλή ταχύτητα και να αλλάζουν γοργά ταχύτητα.
Τ α νεότερα γεράκια, στα πρώτα χρόνια της πτήσης τους, έχουν μακρύτερο φτέρωμα, για να εξυπηρετούνται γενικότερες ανάγκες πτήσης ενός αρπακτικού.
Με αυτόν τον εξοπλισμό μαθαίνουν τις βασικές δεξιότητες της πτήσης για να γίνουν αποτελεσματικοί και εξαίρετοι κυνηγοί στη φάση της ενηλικίωσης

Το σώμα του είναι επίμηκες, εύρωστο και φτάνει σε μήκος τα 33-35 εκατοστά. Η ουρά του είναι λεπτή και έχει μήκος περίπου 24 εκατοστά.
Οι φτερούγες του είναι μακριές και μυτερές έτσι εξασφαλίζει ένα ελαφρύ και γρήγορο πέταγμα.
Το κεφάλι του, ο λαιμός του και η ουρά του είναι γκριζωπά, ενώ η ράχη του είναι καστανόχρωμη.
Το κάτω μέρος του λαιμού του, το στήθος και η κοιλία του έχουν άσπρο η πολύ ανοιχτό κίτρινο χρώμα.
Τα πόδια του είναι κίτρινα, κοντά και καλύπτονται από φτερά. Τα δάχτυλα του φέρουν γαμψά και δυνατά νύχια.
Το χρώμα του ράμφους του είναι καστανοκίτρινο και είναι κοντό και γαμψό έτσι ώστε να το βοηθά να κόβει τη λεία του.
Τρέφεται με ποντίκια, μικρά πουλιά και έντομα.

Το θηλυκό γεννά 2-6 αυγά που είναι σχεδόν κοκκινωπά με σκούρα στίγματα. Το θηλυκό επωάζει τα αυγά για περίπου 28-30 μέρες.
Οι δυο γονείς μαζί αναλαμβάνουν να αναθρέψουν τους νεοσσούς και να τους εκπαιδεύσουν στην αναζήτηση λείας.
Τα μικρά εξαρτώνται από τους γονείς τους για 3-8 εβδομάδες.
Ώσπου να γίνουν τα μικρά ανεξάρτητα το αρσενικό εφοδιάζει με τροφή όλη την οικογένεια, ενώ το θηλυκό προσέχει τα μικρά.

Τα γεράκια ζουν σε ορεινές περιοχές αλλά και σε δασώδης πεδιάδες. Φτιάχνουν την φώλια τους σε υψηλές κορυφές, σε δέντρα, σε ερειπωμένα κτήρια η χρησιμοποιούν εγκαταλειμμένες φωλιές άλλων πουλιών.
Ζουν σε όλη την Ευρώπη και την Ασία, εκτός από την αρκτική, καθώς και σε πολλά μέρη της Αφρικής όπου καταφεύγουν για να περάσουν τους δύσκολους χειμώνες. Μπορεί όμως να διαχειμάσουν ακόμη και στην Β. Ευρώπη.
Στην Ελλάδα απαντούν ως επιδημητικά πουλιά στην Στερεά Ελλάδα, στην Πελοπόννησο και στα νησιά.

Τα γεράκια επιτίθενται με ιλιγγιώδη ταχύτητα στα αλλά πουλιά η σε μικρά θηλαστικά και τα χτυπούν με το στήθος τους πριν τα συλλάβουν με τα γαμψά τους νύχια.

Επιχειρούν μικρές μεταναστεύσεις την άνοιξη και το φθινόπωρο και μονό τότε συγκεντρώνονται σε ομάδες. Θεωρούνται ωφέλιμα για τη γεωργία επειδή μερικά τρέφονται με έντομα.

Παλαιοτέρα ήταν περιζήτητα για το κυνήγι με γεράκια. Τα γύμναζαν να κυνηγούν αλλά πουλιά, ιδίως φασιανούς και ερωδιούς.
Το κυνήγι με γεράκια ήταν πολύ διαδεδομένο στο Μεσαίωνα ενώ σήμερα έχει σχεδόν εκλείψει. Ακμάζει μονό στην Εγγύς Ανατολή και στην Ασία αλλά τώρα επανέρχετει και στην Ευρώπη
Τα γεράκια αντιμετωπίζουν πολλές δυσκολίες στην επιβίωση τους με βασικότερη την καταστροφή των βιοτόπων και στην χρησιμοποίηση λιπασμάτων και παρασιτοκτόνων στην γεωργία.

Τα αρπακτικά πουλιά αποτελούν σήμερα την πιο απειλούμενη ομάδα πουλιών. Από τα 27 είδη πουλιών που απειλούνται σε παγκόσμιο επίπεδο, περίπου τα μισά είναι αρπακτικά.
Η Κρήτη φιλοξενεί αρκετούς πληθυσμούς αρπακτικών πουλιών που είναι σημαντικοί τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. .

. Τα τελευταία χρόνια στην Κρήτη έχει ενταθεί η χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων με συνέπεια ένα ποσοστό 6% του θανάτου αρπακτικών πουλιών ν' αποδίδετε σ' αυτά. Επίσης, έχουν καταγραφεί στο νησί μαζικοί θάνατοι αρπακτικών πουλιών μετά από αεροψεκασμούς3.

. Το όρος Γιούχτας, στους πρόποδες του οποίου βρίσκεται ο οικισμός των Αρχανών, φιλοξενεί μια αποικία γυπαετών (από τα σπανιότερα αρπακτικά πουλιά της Ευρώπης) και εντάσσεται στο Δίκτυο "ΦΥΣΗ 2000" . Στην γύρω περιοχή υπάρχουν καλλιέργειες αμπελιού και ελιάς που αποτελούν την κύρια ασχολία των κατοίκων.

Ιατρικά δεδομένα αποδεικνύουν την βλαβερή επίδραση των παρασιτοκτόνων στην υγεία.

. Η ρύπανση από βιολογική συσσώρευση αποτελεί μια σοβαρή μορφή ρύπανσης και παγκόσμια έχουν καταγραφεί περιστατικά εξαφάνισης πληθυσμών θηλαστικών, πτηνών και ψαριών που οφείλονται σε αυτή.

Αλλά ειδή είναι:

    · Ιέραξ ο ερυθρόνωτος falco naumanni κοινώς κιρκινέζι. Απαντά στην Φινλανδία, στη Σουηδία, στην Αυστρία, στην Γαλλία, στη Βρετανία και στην Ελλάδα.
    · Ιέραξ ο ιερός falco cherrug ζει στη Βουλγαρία, στη Ρουμάνια και στην Α. Τουρκία.
    · Ιέραξ ο νάνος falco columbarius. Ζει στις τούνδρες και στα δάση της Ευρώπης, της Ασίας και της Β. Αμερικής.
    · Ιέραξ ο ερυθρωπός Falco vespertinus κοινώς Μαύρο κιρκινέζι. Είναι από τα πιο όμορα γεράκια. Τρέφεται με έντομα. Ζει στην Ν Ευρώπη.
    · Ιέραξ ο οξύπτερος Falco eleonorae, κοινώς γεράκι της Ελεονόρας ή μαύρος πετρίτης. Το σώμα του έχει μήκος 45 εκ και η ουρά του 20 εκ. Ζει στα νησιά και στις ορεινές περιοχές γύρω από την Μεσόγειο.
    · Ιέραξ ο κορυδαλλοφαγος Falco subbuteo, κοινώς ξεφτέρι, γεράκι. Πετά καλύτερα και ταχύτερα από όλα τα γεράκια και κυνηγά ακόμα και χελιδόνια, κορυδαλλούς κτλ. Ζει στην Ευρώπη, στην Ασία και Β.Δ Αφρική.
    · Ιέραξ ο μεταναστευτικός falco peregrines, κοινώς πετρίτης. Ζει σε όλο τον κόσμο εκτός από την αρκτική. Πετά πολύ γρήγορα και συλλαμβάνει περιστέρια, πέρδικες, πάπιες, γλάρους, χελιδόνια κτλ.


Πετρίτης Falco peregrinus

Μήκους 38-48 εκατοστών, έχει το μέγεθος της Κουρούνας, με μακριές και μυτερές φτερούγες όπως όλα τα γεράκια, μαύρο μουστάκι, σχετικά κοντή ουρά και γρήγορο φτεροκόπημα σαν του Περιστεριού.
Ο θηλυκός Πετρίτης είναι πιο μεγαλόσωμος και σκοτεινότερου χρώματος από τον αρσενικό.
Το φτέρωμα του αρσενικού Πετρίτη ποικίλλει, από σκούρο σε ανοιχτό γκρίζο στο πάνω μέρος, μαύρο το πάνω μέρος του κεφαλιού, ενώ το κάτω μέρος του σώματος έχει απόχρωση ασπροκίτρινη με πυκνές, μαύρες λωρίδες.
Τα ανήλικα, σκοτεινοκάστανα στο πάνω μέρος του σώματός τους, έχουν ανοιχτόχρωμα φτερά με ραβδώσεις στο κάτω μέρος.

Βιότοπος

Ο Πετρίτης προτιμά ανοιχτές περιοχές, γκρεμούς, δάση με μεγάλα ξέφωτα και χέρσες εκτάσεις.

Τροφή

Τρέφεται κυρίως με πουλιά μέχρι το μέγεθος περιστεριού, πέρδικες κλπ. τα οποία πιάνει στον αέρα! Μοναδικός ο τρόπος που κυνηγάει τη λεία του.
Ορμάει στο στόχο σχεδόν κατακόρυφα, με τις φτερούγες του κλειστές καικατακεραυνώνει τη λεία με τα πόδια του, πριν προλάβει να αντιδράσει.
Την επίθεση του Πετρίτη συνοδεύει ένα βουητό που δημιουργεί το αστραπιαίο πέταγμα αυτού του γερακιού.
Ο Πετρίτης έχει ικανότητα ταχύτατης εστίασης της εικόνας, διατηρεί δηλαδή συνεχώς εστιασμένη στα μάτια του την εικόνα της λείας του, μολονότι κινείται με ταχύτητα που μπορεί να ξεπερνά τα 270 χιλιόμετρα την ώρα.
Φωλιάζει κυρίως σε απότομους βράχους.

Αναπαραγωγή

Λαλίστατος την περίοδο του ζευγαρώματος, έχει ευρύτατη γκάμα φωνών, από ένα υψηλόφωνο κακάρισμα ως ένα λεπτό σφύριγμα.
Ο Πετρίτης γεννάει μία φορά το χρόνο 3-4 αβγά τα οποία κλωσσάει το θηλυκό, με τη βοήθεια συχνά και του αρσενικού, επί 29-32 μέρες.
Η πρώτη, αναγνωριστική πτήση των νεοσσών, τους οποίους φροντίζουν και οι δύογονείς, γίνεται μετά 35-42 μέρες.

Γεωγραφική εξάπλωση

Ο Πετρίτης φωλιάζει σποραδικά στην Ελλάδα

Ο Πετρίτης είναι μάλλον το γεράκι που έχει ταυτιστεί περισσότερο με την ιερακοθηρία.
Είναι επίσης το πιο διάσημο γεράκι στον κόσμο, με φανατικούς φίλους και φανατικούς εχθρούς.
Η ταχύτητά του όταν επιτίθεται από ψηλά φτάνει τα τετρακόσια χιλιόμετρα την ώρα και είναι ικανός να πιάνει τα γρηγορότερα θηράματα.


Διπλοσάινο, Περδικογέρακο - Accipiter gentilis

Το διπλοσάινο είναι μεσαίου μεγέθους αρπακτικό, με τα θηλυκά να φθάνουν περίπου το μέγεθος της γερακίνας (Buteo buteo). Η φιγούρα του διακρίνεται από το μικρότερο κεφάλι, τις κοντύτερες πτέρυγες και την πολύ μακρύτερη ουρά. Τα ενήλικα είναι σκούρα γκρίζα από πάνω και λευκά από κάτω, με πυκνές, λεπτές και οριζόντιες μαύρες λωρίδες. Η ουρά έχει πλατιές, σκούρες ταινίες. Πάνω από τα μάτια υπάρχει μια λευκή λωρίδα, ιδιαίτερα στα θηλυκά. Τα νεαρά, αντί για οριζόντιες λωρίδες, φέρουν κάθετες σκούρες καφέ πιτσιλιές στο κάτω μέρος του σώματός τους. Η πτήση του διπλοσάινου συνίσταται σε γρήγορα χτυπήματα των πτερύγων και μακριά πλαναρίσματα, ενώ συχνά γυροπετάει για να κερδίσει ύψος.

Ως αποκλειστικά δασόβιο είδος, το ενδιαίτημά του περιλαμβάνει δάση κωνοφόρων ή φυλλοβόλων, με ανοίγματα.

Τρέφεται κυρίως με πουλιά και θηλαστικά έως το μέγεθος του αγριόκουρκου και του λαγού αντίστοιχα (π.χ. πέρδικες, φασιανούς, περιστέρια, κόρακες, τσίχλες, κουνέλια και σκίουρους). Στην περιοχή του Δάσους της Δαδιάς, τα διπλοσάινα τρέφονται κυρίως με πουλιά (περιστεροειδή) και σε μικρότερο ποσοστό με σαύρες.

Συνήθως κυνηγά ανά άτομο, με γρήγορες, επιθετικές και επιδέξιες πτήσεις, εκμεταλλευόμενο οποιαδήποτε κάλυψη για τον αιφνιδιασμό του θηράματος. Χρησιμοποιεί θέσεις επόπτευσης με άπλετη θέα σε στρατηγικά σημεία του δάσους. Είναι μονογαμικό είδος, αλλά οι δεσμοί των ζευγαριών διαρκούν μόνο για μία αναπαραγωγική περίοδο. Οι επιδείξεις του ζευγαριού πραγματοποιούνται Ιανουάριο ως Απρίλιο. Τα μεγαλύτερα και επιθετικότερα θηλυκά διαδραματίζουν τον βασικό ρόλο στη σχέση των δύο φύλων. Το πιο γνωστό κάλεσμα είναι ένα λαρυγγικό «κεκ-κεκ-κεκ...» που παράγεται συνήθως από τα θηλυκά κατά την περίοδο καθιέρωσης της εδαφικής επικράτειας, έως την εναπόθεση των αβγών. Από τον Απρίλιο γεννώνται 3 - 4 αβγά, σε μεγάλες φωλιές κατασκευασμένες σε διχάλες δένδρων αρκετά ψηλά από το έδαφος (10 - 20 μέτρα). Η περίοδος επώασης διαρκεί 35 - 38 ημέρες και η πτέρωση των νεοσσών απαιτεί 35 - 42 ημέρες.

Το διπλοσάινο απαντά στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης και η εξάπλωσή του στην Ευρώπη αποτελεί λιγότερο από το 50% της παγκόσμιας. Ο ευρωπαϊκός πληθυσμός είναι μεγάλος, αριθμώντας περισσότερα από 160.000 αναπαραγωγικά ζευγάρια, με αυξητικές τάσεις. Στην Ελλάδα, η εξάπλωσή του είναι ευρεία, περιλαμβάνοντας μεγάλο μέρος της ηπειρωτικής χώρας και ιδιαίτερα τη βόρεια και κεντρική Ελλάδα. Όσον αφορά στη νησιωτική Ελλάδα, φωλιάζει σίγουρα μόνο στη Λέσβο και στην Κεφαλλονιά. Ο συνολικός πληθυσμός εκτιμάται στα 1.000 - 1.200 ζευγάρια, παρόλο που το είδος δεν έχει μελετηθεί. Απαντά κυρίως στα δάση κωνοφόρων ή σε μικτά δάση και λιγότερο σε φυλλοβόλα, από το υψόμετρο των 300 ως το δασοόριο. Κατά τη διάρκεια του χειμώνα, ο πληθυσμός αυξάνεται εξαιτίας της μετανάστευσης από τις βόρειες χώρες.

Ο ευρωπαϊκός πληθυσμός αυξήθηκε αισθητά μεταξύ των ετών 1970 - 1990. Αν και υπήρξαν μειώσεις σε διάφορες χώρες κατά τη δεκαετία 1990 - 2000, υπερκαλύφθηκαν από αυξητικές τάσεις σε άλλες χώρες (ιδιαίτερα στον ρωσικό πληθυσμό). Συνεπώς, ο ευρωπαϊκός πληθυσμός του διπλοσάινου αξιολογείται ως ασφαλής. Το κυνήγι όλων των ειδών αρπακτικών έχει απαγορευθεί στην Ελλάδα από το 1969, χαρακτηρίζοντας τα είδη αυτά ως ωφέλιμα. Το διπλοσάινο περιλαμβάνεται επίσης στα Παραρτήματα ΙΙ των Συμβάσεων της Βέρνης και της Βόννης.

ΕΠΑΝΩ-UP

© Giorgio Peppas