Welcome in Greece Welcome in Greece

 

ΑρχικήInitial ΠίσωBack ΠίσωAρκούδα

ΑΡΚΟΥΔΑ: Τι πρέπει να γνωρίζουν οι κυνηγοί


  Αντιμετώπιση περιστατικών προσέγγισης αρκούδων (Τεχνική έκθεση από τον Αρκτούρο pdf)


Επιμέλεια: Γεωργία Μελανίτου

Ένα ενημερωτικό φυλλάδιο για το πρόγραμμα ΑΡΚΤΟΣ, στο οποίο συμμετείχε και η ΣΤ’ ΚΟΜΑΘ με κάποιες δράσεις φύλαξης και ενημέρωση των κυνηγών για την προστασία του είδους (μέσω θηροφυλάκων) εντύπωση προκαλεί το σκίτσο που ο κυνηγός ανταλλάσσει χειραψία γνωριμίας με την αρκούδα. Και ομολογουμένως είναι πιο αποδεκτό σκίτσο από ένα παλαιότερο που διένειμε το Τμήμα Φυσικού Περιβάλλοντος, δασών και θήρας του Υπ.Γεωργίας, όπου η αρκούδα κρατώντας το αρκουδάκι της κλαιει, στη θέα ένοπλου κυνηγού! Σε αυτό το τεύχος λοιπόν θα προσεγγίσουμε το θέμα: Η καφέ αρκούδα στην Ελλάδα.

Οι πληροφορίες για την αρκούδα στο φυλλάδιο αυτό είναι οι εξής:

Στις περισσότερες χώρες της Δυτικής Ευρώπης οι αρκούδες εξοντώθηκαν τους δύο τελευταίους αιώνες. Η καταστροφή των βιοτόπων τους και το κυνήγι, που απαγορεύτηκε μόλις εδώ και δύο δεκαετίες, είναι οι κύριες αιτίες της εξαφάνισής τους. Σήμερα στη Γαλλία, έχουν απομείνει λιγότερες από 10, ενώ στην Ισπανία και Ιταλία περίπου από 50. Στη χώρα μας, οι πληθυσμοί της αρκούδας έχουν υποχωρήσει και ζουν στη βόρεια Πίνδο και στην κεντρική Ροδόπη. Ο αριθμός τους είναι από τους μεγαλύτερους στη δυτική Ευρώπη, γύρω στα 150 ζώα. Αλλά και αυτές οι τελευταίες αρκούδες θα εξαφανιστούν, εάν συνεχιστεί η φόνευσή τους και η καταστροφή των βιοτόπων τους.

Είναι ζώο που δεν έχει φυσικούς εχθρούς εκτός από τον άνθρωπο.

Είναι παμφάγο ζώο με ιδιαίτερη προτίμηση στις φυτικές τροφές και ζει περίπου 25 χρόνια. Ζυγίζει 60 έως 250 κιλά, ανάλογα με το φύλο της και την εποχή του έτους. Γεννά το χειμώνα, κάθε 2 ή 3 χρόνια, από 1 έως 2 μικρά, σε αντίθεση με άλλα ζώα, όπως το αγριογούρουνο που γεννά 4 έως 8 μικρά. Τα νεογέννητα αρκουδάκια ζυγίζουν μόλις 350 γραμμάρια και γεννιούνται γυμνά και τυφλά. Εάν χάσουν τη μητέρα τους σε αυτό το στάδιο της ζωής τους πεθαίνουν σε 15 –20 λεπτά. Αυτό το διάστημα εξαρτώνται απόλυτα από τη μητέρα τους. Οι πιθανότητες να επιβιώσουν τα μικρά αρκουδάκια τον πρώτο χρόνο της ζωής τους είναι μόλις 50%.

Η αρκούδα, είναι αυστηρά προστατευόμενο είδος από τη Διεθνή, την κοινοτική και την Ελληνική νομοθεσία (Δασικός Κώδικας, Κανονισμοί 3626/82 και 43/92 της Ε.Ε., Συμβάσεις της Βέρνης και CITES). Oκυρώσεις που επιβάλλει ο νόμος είναι αυστηρές και προβλέπουν φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και χρηματικές ποινές.

Το κεντρικό μήνυμα του φυλλαδίου είναι: ΜΗ ΦΟΒΑΣΤΕ ΤΗΝ ΑΡΚΟΥΔΑ

Η όρθια στάση του ζώου ΔΕΝ σημαίνει επιθετικότητα, αλλά ανίχνευση του γύρω χώρου και συνήθως έτσι προετοιμάζεται για τη φυγή της. Η αρκούδα ΔΕΝ επιτίθεται ποτέ από όρθια στάση. Όταν αντιληφθεί ανεπιθύμητους επισκέπτες εξαφανίζεται. Μόνο συμπτωματικά και όταν δεν υπάρχει γι’ αυτήν άλλη διέξοδος, μπορεί να βρεθεί στο δρόμο του ανθρώπου. Έτσι οι πιθανότητες να συναντήσετε αρκούδα στο κυνήγι είναι περισσότερες όταν γίνεται παγάνα για αγριογούρουνο.

    Εάν συναντήσετε αρκούδα οι αντιδράσεις σας μπορεί να έχουν καθοριστική σημασία για τη σωτηρία της, αλλά και για την δική σας, ασφάλεια:

    - διατηρείστε την ψυχραιμία σας
    - μην πυροβολείτε ποτέ πριν αναγνωρίσετε το θήραμά σας.
    - φροντίστε να αφήσετε χώρο στο ζώο να απομακρυνθεί.
    - Παρά την εντύπωση που επικρατεί, η αρκούδα δεν επιτίθεται στον άνθρωπο παρά μόνον αν αισθανθεί κίνδυνο για την ίδια ή τα μικρά της.

    Ο ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ, στα πλαίσια του προγράμματος LIFE που έχει υλοποιήσει για την αρκούδα, έχει εκδώσει διάφορα ενημερωτικά φυλλάδια, όπως:
    - Πρόληψη των ζημιών που προκαλούνται από το λύκο και την αρκούδα
    - Ηλεκτροφόρος περίφραξη (για την πρόληψη ζημιών από την αρκούδα στη μελισσοκομία και την ορεινή γεωργία)
    - Ο ελληνικός ποιμενικός (ως μέτρο προφύλαξης από ζημιές της αρκούδας και του λύκου στην κτηνοτροφία) και
    - Άλλα ενημερωτικά φυλλάδια που προβάλλουν το έργο της οργάνωσης, τη συμβολή της στην ευαισθητοποίηση του κοινού, στην ανάπτυξη βαλκανικής συνεργασίας αλλά και αναφορικά με τις παρεμβάσεις της οργάνωσης στον προγραμματισμό τεχνικών έργων που διαταράσσουν τους βιότοπους της αρκούδας, όπως π.χ. ενστάσεις στην κατασκευή της Εγνατίας).

Σε όλα αυτά υπάρχουν γενικές πληροφορίες για την αρκούδα, όμως εμείς δεν θέλαμε να μείνουμε στην «τουριστικής» διάστασης πληροφορίες για την παρουσία της αρκούδας στη χώρα μας. Επειδή θεωρούμε ότι δεν είναι βέβαιο ότι η αρκούδα συναντώντας ένα κυνηγό ή κυνηγούς με τους σκύλους τους που αναζητούν αγριογούρουνα, θα έχει διάθεση να ανταλλάξει «χειραψίες», και επειδή πιστεύουμε ότι είναι πιο συνετό, κατά το κυνήγι να αποφεύγονται τα μονοπάτια της αρκούδας ψάξαμε και βρήκαμε πιο «εξειδικευμένες» πληροφορίες.
Οι επιλεγμένες και αποσπασματικές πληροφορίες που θα διαβάσετε στη συνέχεια, αντλήθηκαν από έντυπο έκδοσης του «Υπουργείου Εθνικής Παιδείας & Θρησκευμάτων, Περιβαλλοντική Εκπαίδευση» με τίτλο «Η ΚΑΦΕ ΑΡΚΟΥΔΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ», του Προγράμματος ΑΡΚΤΟΣ.

Εξάπλωση της αρκούδας

«Η αρκούδα χρειάζεται απαραιτήτως ένα ελάχιστο ζωτικό χώρο για να επιτελέσει τις βιολογικές της λειτουργίες. Μια θηλυκή αρκούδα με τα μικρά της ή ένα νεαρό άτομο χρειάζεται τουλάχιστον 15-20 τετρ.χλμ για καταφύγιο και 50-150 τετρ.χιλ. για να βρουν τροφή. Ένα ενήλικο και έμπειρο αρσενικό χρειάζεται τρεις με πέντε φορές μεγαλύτερο ζωτικό χώρο. Έχει μεγάλη σημασία η γεωγραφική συνέχεια και συνεκτικότητα του βιότοπου της αρκούδας, και οι μη συμβατές δραστηριότητες (με τις συνήθειες και τις ανάγκες της) και χρήσεις του δασικού χώρου από τον άνθρωπο τις αναγκάζει να κάνουν μεγαλύτερες περιπλανήσεις και να χρησιμοποιούν και άλλων τμημάτων βιοτόπων χαμηλότερης βιολογικής αξίας. Από ραδιοπαρακολούθηση που έγινε σε δύο αρκούδες (στα πλαίσια του προγράμματος ΑΡΚΤΟΣ) επί ένα χρόνο έδειξαν ότι ο ζωτικός χώρος μιας ενήλικης αρσενικής το καλοκαίρι καλύπτει μια έκταση 48.000 στρέμματα, ενώ στο σύνολό του καλύπτει 254.000 στρέμματα. Αντίστοιχα, για ένα αρσενικό νεαρό άτομο, που μόλις αποχωρίσθηκε από τη μητέρα του, ο ζωτικός χώρος μόνο για το φθινόπωρο και τις αρχές του χειμώνα καλύπτει γύρω στα 168.000 στρέμματα!
Για να οριοθετήσει την περιοχή της, και κυρίως για να κάνει γνωστή την παρουσία της, η αρκούδα αφήνει χαρακτηριστικά σημάδια σε στρατηγικά σημεία του δάσους (κυρίως μονοπάτια ή περάσματα). Η «σηματοδότηση» αυτή έχει εξελιχθεί σε έναν πολύπλοκο κώδικα επικοινωνίας. Τα πιο χαρακτηριστικά σημάδια είναι νυχιές και δαγκωματιές πάνω σε κορμούς δέντρων, κυρίως κωνοφόρων (συχνά με αποφλοίωση του δένδρου). Το ύψος όπου αφήνονται τα σημάδια πληροφορεί για την παρουσία, το μέγεθος και την ηλικία, άρα και την ιεραρχική θέση του ζώου που τα άφησε.
Οι έρευνες έδειξαν ότι η συμπεριφορά αυτή της αρκούδας εκτός από επικοινωνία εκφράζει και άλλες ανάγκες όπως: εκτόνωση λανθάνουσας επιθετικότητας, πιο εύκολη απαλλαγή από το τρίχωμα το χειμώνα και τα ενοχλητικά παράσιτα, αλλά και κατανάλωση των πλούσιων σε γλυκόζη χυμών του δένδρου» (Γ.Μερτζάνης – Δρ.Βιολόγος)

«Η εξάπλωση της αρκούδας στην Πίνδο και στη Ροδόπη εκτείνεται σε 8.000 τετρ.χλμ, (σημείωση: δηλ.8.000.000 τετρ.στρέμματα) και περιλαμβάνει ορεινές και ημιορεινές, δασικές κυρίως περιοχές, όπου ζουν και απασχολούνται περισσότεροι από 50.000 άνθρωποι. Στη δυτική Ελλάδα η αρκούδα ζει σήμερα στις μεγάλες γεωγραφικές ενότητες της κεντρικής Πίνδου, της βόρειας Πίνδου και στην οροσειρά του Περιστεριού (σε συνολική έκταση 6.500 τετρ.χλμ περίπου).
Στην κεντρική Πίνδο, η εξάπλωσή της αρκούδας επεκτείνεται στο Δοκίμι, την Τριγγιά και τον Κόζιακα (νομού Τρικάλων) και φτάνει ως τα ορεινά της λίμνης Πλαστήρα (νομός Καρδίτσας). (…)
Η βόρεια Πίνδος είναι αναμφίβολα η σημαντικότερη υποενότητα για την αρκούδα στην Ελλάδα. Στη βόρεια Πίνδο, η παρουσία της αρχίζει από τα βόρεια έγγλυφα (χαράδρες, ρεματιές, ράχες, πλαγιές κλπ) του Γράμμου (νομός Καστοριάς) και περνώντας από το Βόιο (νομός Κοζάνης), απλώνεται στους δύο μεγάλους τροφοδότες του Αώου, δηλαδή το Σμόλικα, τη Βασιλίτσα και το Λύγκο (νομός Γρεβενών) στα ανατολικά και τη Γκαμήλα και το Φλάμπουρο στα δυτικά (νομός Ιωαννίνων). (…)
Ανατολικά από την Πίνδο και σε στενή συνάφεια με αυτήν εκτείνεται, η οροσειρά του Περιστεριού (όρη Βαρνούντας, Βίτσι, Άσκιο και Βούρινος). Η αρκούδα εμφανίζεται στα έγγλυφα του Βαρνούντα και γύρω από τις λίμνες των Πρεσπών (νομός Φλώρινας) φτάνει ως το βόρειο Άσκιο (νομός Κοζάνης). Τα κέντρα της ενότητας είναι η Καστοριά, η Φλώρινα, ο Αγ.Γερμανός για την περιοχή των Πρεσπών, το Αμύνταιο για το νότιο Βίτσι και Άσκιο. (…)
Στην ανατολική Ελλάδα, η περιοχή εξάπλωσης της αρκούδας καλύπτει μερικά ή συνολικά την έκταση 16 δήμων και κοινοτήτων, που ανήκουν στους νομούς Ξάνθης, Δράμας και Σερρών.
Στο νομό Σερρών, η ζώνη εξάπλωσης της αρκούδας περιλαμβάνει τα υπό εκμετάλλευση δάση που περιβάλλονται από κτηνοτροφικές ζώνες και γεωργική γη. Στο νομό Δράμας, το είδος ζει ακόμη στις βόρειες πλαγιές του Φαλακρού. .. Ο κύριος όγκος όμως του πληθυσμού της αρκούδες ζει στην περιοχή που βρίσκεται στα βόρεια του ποταμού Νέστου και ως τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, στα δάση της κεντρικής Ροδόπης. Η έκταση αυτή περικλείει την παλιά ζώνη των θερινών βοσκοτόπων των Σαρακατσάνων της Ροδόπης.» (Τ.Αδαμόπουλος Περιβαλλοντολόγος & Π.Ματσούκα Βιολόγος)

Βιολογία – οικολογία του είδους

Η αρκούδα (Ursus arctos) είναι ζώο σωματώδες με μεγάλη μυϊκή δύναμη, ιδιαίτερα στο λαιμό και στα άκρα. Έχει άριστη ακοή και όσφρηση και λιγότερο καλή όραση: βλέπει αρκετά καλά σε απόσταση 80 μέτρων, αλλά δεν είναι ικανή να διακρίνει άνθρωπο στα 300 μέτρα. Το χρώμα του τριχώματός της ποικίλει ανάλογα με το άμεσο περιβάλλον περιβάλλον, την ηλικία και το φύλο του ζώου, και μπορεί να παρουσιάζει όλες τις αποχρώσεις του καφέ. Το ύψος ενός ενήλικου στον τράχηλο μπορεί να φτάσει τα 1,10 μ ενώ το συνολικό της μήκος, από την άκρη της μουσούδας ως την πολύ μικρή ουρά, κυμαίνεται από 1.70 –2.20 μ. Το ενήλικο θηλυκό ζυγίζει από 70 έώς 130, ενώ το ενήλικο αρσενικό από 110-250 κιλά. Το βάρος της δεν είναι ποτέ σταθερό. Το φθινόπωρο έχει το μέγιστο βάρος, εφόσον έχει αποθηκεύσει μεγάλες ποσότητες λίπους για να καλύψει τις ανάγκες της κατά την περίοδο του χειμέριου λήθαργου, ενώ την άνοιξη έχει το ελάχιστο, εφόσον έχει καταναλώσει αυτό το λίπος κατά την περίοδο του χειμέριου λήθαργου. Ζει γύρω στα 20 με 25 χρόνια.

Αναπαραγωγή

Το θηλυκό και το αρσενικό συναντιούνται μόνο την εποχή του ζευγαρώματος από τα τέλη Μαΐου έως τα τέλη Ιουλίου. Το αρσενικό μπορεί να διανύσει μεγάλες αποστάσεις (δεκάδες χιλιόμετρα) για την αναζήτηση του θηλυκού. Το θηλυκό γεννάει, κάθε 2 –3 χρόνια, στα μέσα του χειμώνα (Ιανουάριος – Φεβρουάριος), μέσα στη φωλιά του, όταν βρίσκεται σε κατάσταση χειμέριου λήθαργου, 1 η 2 μικρά, σπανιότερα 3. Το θηλυκό έχει την ικανότητα αναπαραγωγής από την ηλικία των 4-5 ετών και πάνω. Ενώ η γονιμοποίηση του ωαρίου γίνεται την περίοδο ζευγαρώματος (Μάιο με Ιούλιο), η εμφύτευση του εμβρύου γίνεται περίπου πέντε μήνες αργότερα (διάπαυση). Η ανάπτυξη του εμβρύου κανονικά αρχίζει στα τέλη Νοεμβρίου, την εποχή δηλαδή που το θηλυκό διαθέτει τα μέγιστα αποθέματα λίπους για να θρέψει το έμβρυο.
Τα νεογνά γεννιούνται τυφλά και γυμνά και ζυγίζουν 350-400 γραμμάρια. Το θηλυκό μπορεί εύκολα να αναστατωθεί, να ξυπνήσει από τον χειμέριο λήθαργό της και να εγκαταλείψει τη φωλιά της, ενοχλημένη από το θόρυβο που προκαλούν οι κυνηγοί κατά το κυνήγι του αγριογούρουνου (παγάνα). Αν η αρκούδα εγκαταλείψει τη φωλιά της, τα αρκουδάκια πεθαίνουν από το κρύο, σε διάστημα 15-20 λεπτών!

Αν όλα πάνε καλά, η ανάπτυξη των μικρών είναι ταχύτατη, χάρη στην υψηλή θρεπτική αξία του γάλατος του μητρικού γάλατος. Τα μικρά, είναι ικανά να ακολουθούν τη μητέρα τους στο δάσος την άνοιξη, δηλαδή 4-5 μήνες μετά τη γέννησή τους. Μένουν κοντά στη μητέρα τους για δύο περίπου χρόνια μαθαίνοντας τους απαραίτητους μηχανισμούς επιβίωσης, την αναζήτηση τροφής, αποθήκευσής της, μεθόδους αποφυγής εχθρών, την εξεύρεση καλών τόπων για τη δημιουργία φωλιών (χειμερινών και καλοκαιρινών) κλπ.

Τα «γιατάκια» της αρκούδας, διακρίνονται σε τρεις βασικούς τύπους:

    - Φωλιά που σχηματίζει σε φυσικές κοιλότητες βράχων. Σε αυτόν τον τύπο φωλιάς η αρκούδα επιφέρει μόνο μερικές «
    βελτιώσεις» κυρίως με φερτά υλικά για καλύτερη μόνωση.
    - Φωλιά που σχηματίζεται σε κουφάλες αιωνόβιων δένδρων (κυρίως ρόμπολα). Είναι ο τύπος φωλιάς που παρέχει την καλύτερη φυσική μόνωση στην αρκούδα.
    - Φωλιά που σχηματίζεται κάτω από ρίζες μεγάλων δέντρων, που μπορεί να στηρίζεται και σε βράχο. Ο συνδυασμός αυτός εξασφαλίζει μεγαλύτερη σταθερότητα του θόλου της φωλιάς. Σε αυτόν τον τύπο φωλιάς, που συχνά χρειάζεται αρκετό σκάψιμο, η αρκούδα κάνει τη δική της εσωτερική διαμόρφωση.

Μια τέτοια φωλιά αποτελείται συνήθως από τρία μέρη: την είσοδο, τον προθάλαμο και τον κυρίως θάλαμο. Κύριος στόχος αυτής της διαμόρφωσης, είναι και πάλι η καλύτερη δυνατή μόνωση.
Πολύ συχνά η ίδια φωλιά με λίγες μόνο επισκευές χρησιμοποιείται από ολόκληρες γενιές θηλυκών και από μάνα σε κόρη. Έχει παρατηρηθεί ότι η διάρκεια του χειμέριου λήθαργου, που επηρεάζεται άμεσα από τις θερμοκρασιακές διακυμάνσεις της ατμόσφαιρας, είναι αντιστρόφως ανάλογη προς το γεωγραφικό πλάτος κατανομής του είδους.

Έτσι, στα βόρεια κλιμάκια με τους δριμύς χειμώνες είναι παρατεταμένη (6 μήνες για τους πληθυσμούς της Σκανδιναβίας), ενώ νοτιότερα, όπου επικρατούν πιο ήπιοι χειμώνες, είναι μικρότερης διάρκειας (2-3 μήνες για τους πληθυσμούς της νότιας Ευρώπης).
Στην Ελλάδα, αν και έχουμε σαφείς ενδείξεις για την ύπαρξη αυτής της φάσης διάρκειας περίπου 2-3 μηνών, παρατηρούμε ωστόσο ότι αυτή η περίοδος «ακινητοποίησης» δεν ισχύει εξίσου για όλα τα άτομα. Έχουν παρατηρηθεί περιπτώσεις επαναδραστηριοποίησης, ενήλικων κυρίως ατόμων, είτε λόγω ενόχλησης από το κυνήγι είτε λόγω παροδικής επιρροής ευμενών καιρικών συνθηκών κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Είναι πάντως βέβαιο ότι φωλιάζουν και ακινητοποιούνται πλήρως τα ετοιμόγεννα θηλυκά.»

Τροφή

Η αρκούδα είναι ζώο παμφάγο με προτίμηση στις τροφές φυτικής προέλευσης και έχει ανάγκη από μεγάλες ποσότητες τροφής. Τρέφεται με όλων των ειδών τους διαθέσιμους καρπούς του δάσους (βατόμουρα, άγρια κορόμηλα, κεράσια, μήλα, αχλάδια, σμέουρα, καρπούς σοβριάς, καρπούς αγριοτριανταφυλλιάς, αγριοφράουλες, βελανίδια, καρπούς οξυάς, αλλά και βολβούς, ρίζες και χόρτα. Συμπληρώνει το διαιτολόγιό της με μέλη μικρά και μεγάλα θηλαστικά, έντομα (κυρίως μυρμήγκια) και χελώνες. Είναι ικανή να εκμεταλλευτεί τροφικές πηγές τόσο διαφορετικές όσο το μυρμήγκι, το μεγαλόσωμο κατοικίδιο ζώο, ρίζες, βολβούς ή βατόμουρα. Οι τροφές ζωικής προέλευσης ανέρχονται γύρω στο 16% του διαιτολογίου της. Σε περίπτωση κατανάλωσης τροφής ζωικής προέλευσης, η αρκούδα προσανατολίζεται περισσότερο στην εύκολη λεία (π.χ. κοπάδια κατοικίδιων πιο ευάλωτα στις ξαφνικές επιθέσεις, αποικίες εντόμων, ερπετά κλπ.) παρά προς μια παρατεταμένη και ενεργοβόρα καταδίωξη κάποιου άγριου και ευέλικτου θηλαστικού.

Η δυσκολότερη περίοδος για την αρκούδα είναι η άνοιξη, όταν επανέρχεται από τον χειμέριο λήθαργο, έχοντας εξαντλήσει σχεδόν όλα τα αποθέματα λίπους. Τότε οι καρποί του δάσους είναι ανύπαρκτοι, και αυτή την εποχή παρατηρούνται συνήθως, δικαιολογημένα τα πρώτα κρούσματα επίθεσης αρκούδας σε κοπάδια κατοικίδιων ζώων και σε μελίσσια. Η ίδια επιθετική συμπεριφορά παρατηρείται και το φθινόπωρο, σε χρονιές που η παραγωγή καρπών του δάσους είναι χαμηλή λόγω προηγούμενων κακών καιρικών συνθηκών.
Χειμέριος λήθαργος: Κατά το λήθαργο αυτό, η θερμοκρασία του σώματός της ελαττώνεται κατά ένα βαθμό (38οC), οι καρδιακοί παλμοί της δεν ελαττώνονται δραματικά, (από 52 πέφτουν στους 25) και μπορεί μεν η εγρήγορση της να μειώνεται, όμως δεν είναι τόσο έντονη όπως συμβαίνει σε άλλα ζώα που πέφτουν σε χειμερία νάρκη (σκαντζόχοιρος, μυωξό κλπ), αλλά ξυπνάει πολύ εύκολα όταν ενοχληθεί στη φωλιά της. Και αυτή εδώ χρειάζεται προσοχή γιατί όταν ξυπνήσει, μετά δύσκολα ξαναπέφτει σε χειμέριο λήθαργο, λόγω καιρικών συνθηκών δεν θα βρει εύκολα τροφή, και θα καταναλώσει γρηγορότερα το λίπος της. Κατά το χειμέριο λήθαργό της πάντως δεν καταναλώνει ούτε νερό ούτε τροφή, δεν αποβάλλει ούτε ούρα ούτε κόπρανα.

Ετήσιος κύκλος δραστηριότητας της αρκούδας:

Η περίοδος δραστηριότητας της αρκούδας στην Ελλάδα καλύπτει 9-10 μήνες με διακυμάνσεις που εξαρτώνται από διάφορους παράγοντες. Τα χαμηλότερα επίπεδα δραστηριότητάς της παρατηρούνται το χειμώνα, με την κορυφαία κάμψη κατά το χειμέριο λήθαργο. Η αρκούδα παρουσιάζει επίσης μειωμένη δραστηριότητα επίσης στα μέσα καλοκαιριού λόγω των αυξημένων θερμοκρασιών, της έντονης ανθρώπινης δραστηριότητας στα δάση, και στην μικρή διαθεσιμότητα τροφής.
Ζει σε εκτεταμένα μικρά ή αμιγή δάση φυλλοβόλων (δρυς, οξιά κλπ) και κωνοφόρων (μαυρόπευκο, έλατο, ερυθρελάτη, ρόμπολο κλπ) της ορεινής και ημιορεινής ζώνης. Είναι ζώο μοναχικό (μονήρες) και κινείται κυρίως το ξημέρωμα, το σούρουπο και το βράδυ.
Τη χειμερινή περίοδο η αρκούδα κινείται κυρίως σε δύο υψομετρικές ζώνες (900- 1100μ και 1500-1700μ) γεγονός που μπορεί να αποδοθεί, για τη χαμηλότερη ζώνη στην αναζήτηση τροφής και στην υψηλότερη ζώνη για τον εντοπισμό και τη χρήση των χειμερινών τομέων διαχείμασης (γιατάκια). Την άνοιξη η αρκούδα φαίνεται να μετατοπίζεται σε μεγαλύτερα υψόμετρα, ενώ το καλοκαίρι και το φθινόπωρο η δραστηριότητά της παρουσιάζεται ομοιόμορφα κατανεμημένη σε όλες τις υψομετρικές ζώνες του βιότοπου και επηρεάζεται κυρίως από τον παράγοντα «τροφή». (Μερτζάνης, Δρ. Βιολόγος).

Σχετικά με το κυνήγι, υπάρχουν μερικές σύντομες αναφορές σε επιμέρους κείμενα διαφορετικών επιστημόνων που συνθέτουν το συνολικό έντυπο. Για να πάρετε μια εικόνα του πνεύματος γραφής, σας μεταφέρουμε απόσπασμα από το κείμενο των Τ.Αδαμακόπουλου και Π.Ματσούκα: «Το κυνήγι είναι συνυπεύθυνο για την διασπορά της όχλησης. Είναι μια δραστηριότητα που αυξάνει τις πιέσεις μέσα στο ήδη διαταραγμένο και ανασφαλές περιβάλλον της αρκούδας. Το κυνήγι αποτελεί μια κοινωνική πραγματικότητα στον ορεινό χώρο εδώ και χιλιάδες χρόνια και η όχληση που σήμερα παρουσιάζεται έντονη είναι συνυφασμένη με την μεγάλη έκταση και τη χρήση του οδικού δικτύου και ειδικά του δασικού»

Για αυτήν την όχληση, τροποποιήθηκε ο Ν.998/1979, που επιτρέπει τον εποχιακό αποκλεισμό τμημάτων του δευτερεύοντος δασικού οδικού δικτύου με μπάρες, περιορίζοντας έτσι την ανεξέλεγκτη πρόσβαση τροχοφόρων οχημάτων σε περιοχές σημαντικές για την αρκούδα, ένα μέτρο που εφαρμόζεται σε συνεργασία των τοπικών Διευθύνσεις Δασών, τις περιφερειακές αρχές και του «Αρκτούρου».

Κλείνοντας αυτό την περιληπτική αναφορά για την αρκούδα, να πούμε ότι θέμα «Καφέ αρκούδα στην Ελλάδα» είναι σημαντικό και μπορεί να προσεγγισθεί από πολλές οπτικές γωνίες, και από άλλες κοινωνικές και παραγογικές ομάδες. Η δική μας προσέγγιση, έγινε με το σκεπτικό ότι καλό είναι οι κυνηγοί να ξέρουν πέντε πράγματα για την αρκούδα ώστε να αποφύγουν να βρεθούν στο δρόμο της. Συναντήσεις τέτοιου τύπου, πιστεύουμε ότι κανείς δεν τις θέλει: Ούτε η αρκούδα, ούτε ο ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ, ούτε οι κυνηγοί ή οι κτηνοτρόφοι, μελισσοκόμοι ή κάτοικοι των περιοχών όπου τριγυρίζει.

Ευχαριστούμε τον ΑΡΚΤΟΥΡΟ για την παραχώρηση του ενημερωτικού υλικού.

ΠΗΓΗ : ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΚΥΝΗΓΕΣΙΑ ΚΥΝΟΦΙΛΙΑ

ΕΠΑΝΩ-UP