Ο αίγαγρος έχει προσαρμοστεί τέλεια στο εύκρατο κλίμα της γης, αφού τον βρίσκουμε σχεδόν σε όλες τις περιοχές του βόρειου ημισφαιρίου, κάτω από 58 μοίρες γεωγραφικού πλάτους. Αν είναι άγνωστος στην Αμερική, αυτό συμβαίνει επειδή δεν μεταφέρθηκε εκεί, όπου τίποτα δεν θα τον εμπόδιζε να εγκλιματίσει και να πολλαπλασιαστεί.
Κατοικία και γενική περιγραφή
Οι βασικές περιοχές όπου κατοικεί ο αίγαγρος, είναι τα νότια της Σουηδίας και της Νορβηγίας, οι ακτές της Βαλτικής, η Κεντρική Ευρώπη και η Ρωσία, οι εύκρατες περιοχές της Σιβηρίας και της Ασίας. Πρέπει να σημειώσουμε όχι στο Τουρκεστάν και στα νότια της Σιβηρίας, ο αίγαγρος του ’ου έχει πάρει διαστάσεις πιο σημαντικές από αλλού, τόσο στο σκελετό όσο και στα κέρατα, τα οποία μπορούν να φτάσουν τα 40-45 εκατοστά.
Στη Γαλλία, την Αγγλία, τη Γερμανία, την Αυστρία και τη Βόρειο Ιταλία, ο αίγαγρος αφθονεί και είναι το πιο μικρό από τα ελαφοειδή που ζουν σε άγρια κατάσταση στις περιοχές μας. Περισσότερο προστατευμένο και το κυνήγι του μέσα σε πιο λογικά πλαίσια, αναπαράγεται καλύτερα σε ορισμένες περιοχές της Ευρώπης και συγκεκριμένα
στη Γερμανία, την Αυστρία και σε όλη την κεντρική Ευρώπη.
Ο αίγαγρος, μαζί με την άλκη και τον τάρανδο, είναι από τα πιο παλαιά είδη ελαφοειδών της ηπείρου μας. Ταξινομείται στα νυχεμετακαρπιακά, επειδή έχει διατηρήσει αν και μάλλον ατροφικά το δεύτερο και πέμπτο δάκτυλο του μετακαρπίου και του μεταταρσίου.
Έχουν βρεθεί εξάλλου σχετικά απολιθώματα μέσα σε πλειόκαινα και μειόκαινα στρώματα.
Ο αίγαγρος είναι ένα ζώο αφάνταστα χαριτωμένο με την αρμονία των γραμμών του και τις κινήσει του. Το κεφάλι του εκφραστικό, τα μάτια του ήρεμα, το τρίχωμα του γοητευτικό. Περίεργο από φυσικού του, είναι ωστόσο εξαιρετικά συνετό και δεν βγαίνει στη «βοσκή» την αυγή και με το σούρουπο παρά μόνο όταν πειστεί πώς θα μπορέσει να βοσκήσει με την ησυχία του.
Οι διαστάσει του είναι 60 - 80 εκατοστά στις ωμοπλάτες, το βάρος του ανάμεσα στα 15 με 30 κιλά, ανάλογα με το έδαφος και την τροφή που βόσκει. Από τη γέννηση του μέχρι τους έξι μήνες, είναι «νεβρός». Από τους έξι μήνες μέχρι τον ένα χρόνο μικρός «δόρκων» (chevrillard) και στη συνέχεια «δόρκων» (broquard).
Ο αίγαγρος έχει αυτό το ιδιαίτερο: αντίθετα με πολλά ζώα, αλλάζει τρίχωμα δύο φορές το χρόνο. Πρόκειται για πλήρη τριχόπτωση, κατά την οποία το σύνολο των τριχών πέφτουν και αντικαθίστανται,
μια φορά την άνοιξη και μια φορά το φθινόπωρο. Το καλοκαιρινό τρίχωμα πιο λεπτό και πιο κοντό από το χειμερινό έχει χρώμα σκούρο πυρόξανθο ολόκληρο το καλοκαίρι και γίνεται γκρίζο με την αλλαγή κατά τον χειμώνα.
Γύρω στον πρωκτό και μόνο κατά τον χειμώνα φυτρώνει ένας κύκλος από τρίχες λευκές που τον ονομάζουν «καθρέφτη» και είναι πιο έντονο στα αρσενικά. Ο «καθρέφτης» είναι που τις περισσότερες φορές επιτρέπει να διακρίνει κανείς την παρουσία ενός ζώου τον χειμώνα τόσο το χρώμα του τριχώματός του αφομοιώνεται με την φλούδα των ξέφυλλων δέντρων. Μόνο αυτός ο μικρός άσπρος κύκλος μπορεί να τραβήξει την προσοχή και μάλιστα καθώς το ζώο, από ένστικτο, ξέρει να κρατάει μπροστά στον κίνδυνο απόλυτη ακινησία, ξέροντας ότι πολλές φορές γίνεται σωτήρια.
Οι «νεβροί» μέχρι την ηλικία των έξι εβδομάδων, φορούν «λιβρέα» σκούρα κόκκινη με μικρές άσπρες και ανοιχτοκίτρινες βούλες τοποθετημένες σε οριζόντιες σειρές. Αυτές δεν εξαφανίζονται τελείως παρά μετά την πρώτη τριχόπτωση της άνοιξης, αν και ελαττώνονται σημαντικά μετά τις πρώτες δέκα εβδομάδες.
Όπως σε όλα τα ελαφοειδή, τα κέρατα των αίγαγρων πέφτουν και εκτός από εντελώς εξαιρετικές ανωμαλίες της φύσεως, τα έχουν μόνο τα αρσενικά. Όλοι οι συγγραφείς βεβαιώνουν ότι υπάρχει στενή αλληλεξάρτηση ανάμεσα στα κέρατα και τα γεννητικά όργανα. Αποδεικνύουν ότι αν στα τελευταία αυτά υπάρχουν ανωμαλίες, παρουσιάζονται ανωμαλίες και στη διαμόρφωση των κεράτων, που μπορούν να φτάσουν μέχρι την τέλεια εξαφάνιση τους.
Επίσης τυχόν στειρότητα στις θηλυκές, μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να δημιουργήσει εμφάνιση υποτυπωδών κεράτων, αλλά αυτές, βέβαια, είναι περιπτώσει πολύ σπάνιες.
Από τις διαπιστώσεις αυτές προκύπτει η βεβαιότητα ότι αρσενικά και θηλυκά μαζεύουν το καθένα ενέργεια την οποία τα πρώτα θα δαπανήσουν στην ετήσια ανάπτυξη των κεράτων τους και οι δεύτερες στο σχηματισμό του σκελετού των μικρών τους και το κάθε τι που θα μπορούσε να εμποδίσει αυτή τη διαδικασία, θα προκαλούσε ανωμαλίες.
Αντίθετα με τα ελάφια που «ξαναφτιάχνουν το κεφάλι τους» την άνοιξη, ο αίγαγρος χάνοντας τα κερατά του τον Νοέμβριο, τα ξαναφτιάχνει τους αμέσως επόμενους μήνες, χωρίς να μπορεί να επωφεληθεί από την αφθονία τροφής που υπάρχει την άνοιξη. Αυτό μας κάνει να συμπεράνουμε ότι μαζεύει τις ουσίες που του χρειάζονται κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και του φθινοπώρου. Το φαινόμενο αυτό της εναποθήκευσης θρεπτικών ουσιών δεν παρουσιάζεται στα μονοκέρατα ζώα όπως το αγριοκάτσικο ή το μουφλόν, στα οποία η ετήσια αναδημιουργία των κεράτων είναι πολύ λιγότερο σημαντική από των ελαφοειδών.
Είδαμε, ότι ο αίγαγρος χάνει τα κερατά του τον Νοέμβριο και τα ξαναφτιάχνει αμέσως. Αναπτύσσονται κάτω από ένα λεπτό δέρμα με πολύ κοντές τρίχες, το «βελούδο», που προστατεύει τα καινούργια κέρατα μέχρι τον Απρίλιο - Μάιο. Στη διάρκεια της περιόδου αυτής τα ζώα ξύνουν τα κερατά τους στους κορμούς των δέντρων ή στα χαμηλά κλαδιά, θα δούμε πιο κάτω ότι αυτό δεν το κάνουν μόνο για να αφαιρέσουν το βελούδο, γιατί αυτή η δουλειά είναι σύντομη και τα ζώα παρατείνουν αυτή τη συνήθεια μέχρι τον Σεπτέμβριο, στο τέλος της περιόδου του οργασμού.
Παράλληλα με τις κινήσεις του κεφαλιού, ξύνουν το έδαφος με τα μπροστινά τους πόδια και φτιάχνουν «επικράτειες» που τις βλέπει κανείς σε όλα τα δάση όπου ζουν αίγαγροι. Πρέπει να πούμε εδώ, ότι οι αίγαγροι έχουν αδένες που παράγουν έκκριμα με διαπεραστική οσμή, όχι μόνο ανάμεσα στα κέρατα, κάτω από τη βάση των αναρτήρων, αλλά και στα γόνατα και ανάμεσα στα νύχια τους. Αυτό εξηγεί το ότι για πολύ διάστημα αφού απαλλαγούν από το βελούδο, ξύνονται ακόμη και φτιάχνουν επικράτειες.
Πρόκειται για μια συνήθεια που έχουν πολλά άγρια ζώα, να ορίζουν μια περιοχή ή ζώνη που τους ανήκει, αφήνοντας στο έδαφος και στα δέντρα την ιδιαίτερη μυρωδιά τους που έχει σκοπό ν' απομακρύνει τους αντίζηλους στη διάρκεια του οργασμού. Εξάλλου, ο αίγαγρος είναι ζώο στατικό και του αρέσει να ξαναγυρίζει στον τόπο που γεννήθηκε, αν και ποτέ δεν απομακρύνεται πολύ.
Τα κέρατα
Η εμφάνιση των κεράτων στο σύνολο τους παρουσιάζει πολύ περισσότερη ομοιογένεια από των ελαφιών που μπορεί να παρουσιάζουν πολλές διαφορές.
Τα «τρόπαια» των αίγαγρων παρουσιάζουν μεγάλη ομοιότητα επειδή περιορίζονται γενικά σε 6 αιχμές που είναι διατεταγμένες σχεδόν πάντοτε κατά τον ίδιο τρόπο. Συνεπώς, οι εκτιμήσει βασίζονται, ως επί το πλείστον στο μήκος των στελεχών και των διακλαδώσεων, στο πάχος τους, το χρώμα και το σχήμα τους.
Τα κέρατα αποτελούνται, αρχίζοντας από το μετωπικό οστό, από μια βάση 15-20 χλστ. ύψους που η διάμετρός της είναι 15-25 χλστ. και η οποία υποστηρίζει τα κυρίως κέρατα. Η «στεφάνη» ή «αναρτήρας», αποτελώντας το κατώτατο μέρος των κεράτων φτάνει μέχρι το δέρμα και το τρίχωμα που καλύπτει το κρανίο, ενώ η βάση είναι κάτω από το δέρμα. Η «στεφάνη» (αναρτήρας) είναι στρογγυλή, κοκκιώδης, ανώμαλη και αποτελείται από πολλές εκφύσεις που τις ονομάζουν «λιθιάσεις». Από τον αναρτήρα βλαστάνει το «στέλεχος», βασικό τμήμα των κεράτων, από όπου ξεκινούν, διχαλωτά, δυο διακλαδώσεις, οι οποίες θα κατευθυνθούν η πρώτη προς τα εμπρός σχεδόν μέχρι τη μέση του στέλεχος, η δεύτερη προς τα πίσω, ενώ το ίδιο το στέλεχος, μετά από αυτή τη δεύτερη διακλάδωση, κατευθύνεται ελαφρά προς τα εμπρός.
Η περιγραφή αυτή δεν είναι παρά μια γενικότητα, επειδή η φύση θέλει να δίνει ποικιλία στις φόρμες της.
Αν το ανώτερο μέρος του στελέχους και των διακλαδώσεων είναι γενικά λείο, το κατώτερο μέρος του είναι αυλακωμένο από «φλέβες» και σπαρμένο με προεξοχές και σταγονίδια, τους «μαργαριτόκοκκους» Το ύψος συνηθισμένων κεράτων στα ζώα των περιοχών μας, τοποθετείται ανάμεσα στα 20 και 25 εκατοστά.
Η σύσταση των κεράτων είναι οστεώδης και ο σχηματισμός τους είναι ανάλογος με των οστών του σώματος. Και παίρνουν την οριστική τους εμφάνιση όταν τερματιστεί η ανάπτυξη τους δηλαδή, οι διακλαδώσεις αρχίζουν να εμφανίζονται όταν το στέλεχος φτάσει στο ύψος από όπου θα φυτρώσουν με τη σειρά τους αυτές οι διακλαδώσει.
Περιττό να επαναλάβουμε, ότι τα κέρατα παίρνουν την οριστική μορφή τους κάτω από το βελούδο και σιγά σιγά σκληραίνουν, ως την ημέρα που το ζώο θα τ' απαλλάξει απ' αυτό, ξύνοντάς τα στους κορμούς των δέντρων. Αξίζει όμως να σημειώσουμε ότι κατά τους πρώτους τρεις μήνες της ανάπτυξη τους, τα κέρατα είναι μαλακά και ότι μόνο κατά τον τέταρτο μήνα σκληραίνουν. Μόνο οι μύτες τους μένουν μαλακές μέχρι το τέλος της ανάπτυξη τους.
Μόλις απαλλαγούν από το προστατευτικό τους «βελούδο» τα κέρατα είναι σχεδόν άσπρα και σκουραίνουν αργότερα. Πολλοί κυνηγοί και συγγραφείς πιστεύουν ότι ο χρωματισμός των κεράτων οφείλεται στους χυμούς των βλαστών και των κλάδων, πάνω στους οποίους ξύνει το κεφάλι του το ζώο. Αυτό εξηγεί ίσως το φαινόμενο ότι άλλα είναι πιο σκούρα και άλλα πιο ανοιχτά, ανάλογα με τα δέντρα που συναντούν τα ζώα.
Οι μύτες ασπρίζουν περισσότερο στην περίπτωση των ηλικιωμένων ζώων και γίνονται πιο λείες από το συχνό και πολύ ενεργητικό ξύσιμο τα δέντρα. Μερικοί συγγραφείς πιστεύουν ότι μόνο κέρατα με όχι λεία επιφάνεια μπορούν να πάρουν έναν ωραίο χρωματισμό, επειδή οι ανωμαλίες στην επιφάνεια τους επιτρέπουν στον χυμό των δέντρων να σταθεί πάνω τους. Και όμως, έχω στα χέρια μου «πεσμένο κεφάλι» με επιφάνειες απόλυτα λείες από τις άκρες μέχρι τη στεφάνη και με χρωματισμό ομοιόμορφα γκριζωπό.
Δεν είναι, λοιπόν, παράλογο να σκεφτούμε ότι εκτός από τους χυμούς ή και χωρίς αυτούς υπάρχουν φορές όπου ο χρωματισμός των κεράτων είναι κληρονομικός. Είναι ενδεχόμενο και άλλοι παράγοντες να συμβάλλουν, περισσότερο ή λιγότερο, στον χρωματισμό των κεράτων. Η συνήθεια των αίγαγρων να μένουν μόνιμα σ' ένα μέρος, σημαίνει ότι τα ζώα μιας οικογένειας ξύνουν το κεφάλι τους στα ίδια πάντοτε δέντρα παίρνοντας τους ίδιους πάντοτε χυμούς.
Γενικά, τα κέρατα με το πιο σκούρο χρώμα είναι περισσότερο ελκυστικά, άλλωστε ο χρωματισμός τους μπορεί να βοηθήσει στην εκτίμηση της ποιότητάς τους.
Η οδοντοφυΐα
Μόνο η εξέταση των δοντιών μπορεί να δώσει οριστικές απαντήσεις σχετικά με την ηλικία του ζώου. Δεν είναι, λοιπόν δυνατό να την υπολογίσουμε παρά μετά τον θάνατο του. Όταν είναι ζωντανό, τα συμπεράσματα που βγάζουν οι παρατηρητές, βγαίνουν κατά εμπειρικό τρόπο.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είναι απαραίτητο ο κάθε κυνηγός να παρατηρεί προσεκτικά τις οδοντοστοιχίες του κάθε τροπαίου, για να συγκρίνει τις παρατηρήσεις του και να διαμορφώνει την πείρα που του χρειάζεται.
Ο αίγαγρος έχει 32 δόντια 24 τραπεζίτες ίσια διαμοιρασμένους ανάμεσα στην επάνω και την κάτω σιαγόνα και 8 κοπτήρες στην κάτω. Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις που δεν φτάνουν το 1 % μπορεί να παρατηρηθεί η παρουσία μικρών κυνοδόντων στο επάνω μέρος.
Η ανάπτυξη της οδοντοφυΐας πραγματοποιείται σε δύο περιόδους. Η πρώτη αρχίζει από τη γέννηση του ζώου μέχρι την αλλαγή της πρώτης οδοντοφυΐας του, η δεύτερη αρχίζει από την εμφάνιση των οριστικών δοντιών του μέχρι τον θάνατο του.
Το κυνήγι του αίγαγρου
Επιτρέπεται μόνο το κυνήγι με καραμπίνα την εποχή που τα ζώα έχουν αποκτήσει τα κερατά τους, δηλαδή ανάμεσα στον Μάιο και Οκτώβριο. Ανάμεσα σ' αυτές τις ημερομηνίες και μ' αυτό τον τρόπο γίνεται το κυνήγι σε ολόκληρη την Κεντρική Ευρώπη, από τον Ρήνο μέχρι τα σύνορα της Σιβηρίας.
Επίσης, στις περιοχές αυτές βρίσκουν οι κυνηγοί ποσότητα και ποιότητα, πράγμα που δείχνει ότι εκεί το κυνήγι του αίγαγρου είναι πολύ καλά οργανωμένο. Δυστυχώς, στη Γαλλία, έχουν επικρατήσει θλιβερές συνήθειες χάρη σε μια δημαγωγική νομοθεσία, που επιτρέπει και ενθαρρύνει μάλιστα το κυνήγι ζώων, που είναι δύσκολο, για να μην πούμε αδύνατο, να ξεχωρίσει κανείς το φύλο κι ακόμη λιγότερο να μαντέψει την ηλικία, γιατί επιτρέπεται να χτυπήσουν ζώα εποχή κατά την οποία έχουν ρίξει τα κερατά τους ή πρόκειται να τα ρίξουν. Έτσι, αυτά τα κυνήγια καταλήγουν σε τυφλή σφαγή των ζώων, που, αντίθετα, θα πρέπει να επιλέγονται. Ενώ για όποιον αγαπάει πραγματικά το κυνήγι, αυτή η επιλογή γίνεται πάθος και προκαλεί συγκινήσεις· πιο έντονες από εκείνες που δίνει ένας πυροβολισμός στερημένος από κάθε ενδιαφέρον, εναντίον ενός ζώου που είναι πολύ εύκολο να σκοτωθεί.