Το κυνήγι του αγριόχοιρου γίνεται συνήθως από παρέες. Στην περιοχή μελέτης (Ν. Ιωαννίνων) κάθε παρέα αποτελείται από 10-20 ανθρώπους και 2-10 σκυλιά κατά Μ.Ο. Οι κυνηγοί είναι άνθρωποι όλων των ηλικιών (15-90 ετών, έχουν παρατηρηθεί) και κυνηγούν με μεγαλύτερη ή μικρότερη συχνότητα ανάλογα με τον ελεύθερο χρόνο τους. Τα σκυλιά είναι σκυλιά καταδίωξης που σημαίνει ότι σπανίως προσπαθούν να επιτεθούν στο θήραμα. Συνήθως το καταδιώκουν. Αγοράζονται από Βουλγαρία-Γιουγκοσλαβία-Τουρκία και κοστίζουν 800,00-1500,00 κατά Μ.Ο. (έχουν πληρωθεί μέχρι και 3000,00 για αγορά καλών σκυλιών). Της αγοράς προηγείται δοκιμή για 1-2 μήνες. Τα σκυλιά στεγάζονται σε κλουβιά σε κτήμα που ανήκει σε κυνηγό της παρέας και τα φροντίζουν (τροφή ιατρική περίθαλψη) ένας ή περισσότεροι κυνηγοί που έχουν αναλάβει αυτήν την υπόθεση. Τα έξοδα της αγοράς και της συντήρησης μοιράζονται σε όλους.
Η κυνηγετική περίοδος για τον αγριόχοιρο ξεκινά στις 15/9 και λήγει στις 10/1 του νέου έτους τα τελευταία χρόνια. Το κυνήγι δεν επιτρέπεται όλες τις μέρες της εβδομάδας αλλά μόνο Τετάρτη, Σάββατο και Κυριακή. Κάθε παρέα έχει δικαίωμα να θηρεύει μέχρι δυο αγριόχοιρους ανά ημερήσια έξοδο.
Η πρώτη φάση του κυνηγίου έχει να κάνει με την επιλογή του μέρους που θα κυνηγήσει η παρέα. Αυτό γίνεται σε δυο στάδια: το πρώτο αναφέρεται στη γενικότερη γεωγραφική τοποθεσία συνήθως εντός του νομού π.χ. στο Ν. Ιωαννίνων θα κυνηγήσουν στην ευρύτερη περιοχή του Δήμου Μαστοροχωρίων. Το δεύτερο αναφέρεται στην επιλογή συγκεκριμένης πλαγιάς, ρέματος, λόφου ή συνδυασμού αυτών που θα κυνηγήσουν τελικά π.χ. στο Δήμο Μαστοροχωρίων θα κυνηγήσουν στα χωράφια της Καστανιανής.
Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι η περιοχή που κυνηγά μια παρέα είναι μια έκταση 20-70 εκταρίων, η οποία οριοθετείτε από μονοπάτια που είναι γνωστά στους κυνηγούς όπως φαίνεται στο σχήμα 1.
Η πρώτη απόφαση παίρνεται την προηγουμένη μέρα συνήθως σε γνωστό καφενείο που συχνάζουν οι κυνηγοί. Οι απόντες ενημερώνονται τηλεφωνικά για την τελική επιλογή της τοποθεσίας. Η δεύτερη απόφαση λαμβάνεται επιτόπου αναλόγως με τις συνθήκες που επικρατούν.
δ) στην τέταρτη περίπτωση, αφού το θήραμα έχει τραπεί σε φυγή, οι φωνές και τα καρτέρια πυκνώνουν ακόμα περισσότερο. Εδώ υπάρχουν τρία ενδεχόμενα:
- Το θήραμα να πάει στα καρτέρια και να χτυπηθεί
- Το θήραμα να περάσει από τα καρτέρια και να φύγει εκτός παγάνας
- Το θήραμα να γυρίσει πίσω
Στην πρώτη περίπτωση το κυνήγι τελειώνει με επιτυχία. Μαζεύονται τα σκυλιά, ενημερώνονται όλοι και σιγά-σιγά επιστρέφουν προς τα αυτοκίνητα. Στη δεύτερη περίπτωση, το ζητούμενο είναι να πιαστούν τα σκυλιά και να μη φύγουν μαζί με το θήραμα. Δεν είναι λίγες οι φορές που κάποιοι από τους κυνηγούς κάθονται με φωτιά ολόκληρο το βράδυ περιμένοντας τα σκυλιά να γυρίσουν. Στην Τρίτη περίπτωση αν η μέρα δεν έχει προχωρήσει πολύ επαναλαμβάνεται η παγάνα.
Αν το σούρουπο πλησιάζει, τότε οι κυνηγοί μαζεύουν τα σκυλιά και αποχωρούν.
Στην περίπτωση που έχουν θηρευτεί ένα ή περισσότερα αγριογούρουνα, τότε οι κυνηγοί πηγαίνουν σε γνωστό καφενείο ή ταβέρνα, συνήθως εκτός πόλης, όπου έχουν συνεννοηθεί εκ των προτέρων με τον ιδιοκτήτη και έχουν την άδεια να τα γδάρουν και να τα μοιράσουν. Αυτή είναι και η Τρίτη και τελευταία φάση του κυνηγίου. Εκεί δύο τρεις κυνηγοί ασχολούνται με το γδάρσιμο και το μοίρασμα ενώ οι άλλοι Κ τρώνε και πίνουν σε κλίμα ευφορίας με πειράγματα και ιστορίες από τους παλιότερους. Η όλη διαδικασία αποτελεί ένα μικρό γλέντι στο οποίο πολλές φορές συμμετέχουν φίλοι και γνωστοί των κυνηγών.
Το κρέας μοιράζεται κατά προσέγγιση σε ίσα κομμάτια και στη συνέχεια με κλήρωση παίρνουν όλοι το μεράδι τους. Το κεφάλι (ή τα κεφάλια) τα παίρνει δικαιωματικά αυτός που σκότωσε το αγριογούρουνο. Δικαίωμα στο μεράδι έχουν όλοι ανεξαρτήτως ηλικίας. Εκτός των κανονικών, βγαίνουν και ένα δυο μεράδια παραπάνω γι' αυτούς που φροντίζουν τα σκυλιά σαν επιβράβευση για τον κόπο τους.
Η παρέα από την οποία έχουν προκύψει τα στοιχεία θηρεύει κατά Μ.Ο. γύρω στα 20 αγριογούρουνα ετησίως την τελευταία δεκαετία. Μύθοι και πραγματικότητες στο κυνήγι του αγριόχοιρου
- Σύμφωνα με το νόμο μία παρέα δεν πρέπει μνα υπερβαίνει τα δέκα άτομα ανά ημερήσια έξοδο. Στην πράξη οι περισσότερες παρέες βγαίνουν για κυνήγι με τουλάχιστον δεκαπέντε άτομα ημερησίως.
- Απαγορεύεται η χρήση ασυρμάτων. Στο κυνήγι του αγριόχοιρου όλοι πλέον χρησιμοποιούν ασύρματο.
- Απαγορεύεται η κατοχή και χρήση κυνηγετικού όπλου σε άτομα ηλικίας κάτω των 18 ετών. Στην πράξη οι νεαροί κυνηγοί ξεκινούν να παίρνουν όπλο στα χέρια τους από την ηλικία των 14 ετών και πάνω, εποπτευόμενοι συνήθως από κάποιο μεγαλύτερο. Εκτιμάται ότι οι κυνηγοί που οπλοφορούν από αυτήν την ηλικία, φτάνουν στο 18ο έτος έχοντας αποκτήσει πλέον σημαντική εμπειρία και γνωρίζοντας όλους τους κανόνες που διέπουν την οπλοχρησία. Έτσι είναι έτοιμοι να κυνηγήσουν και μόνοι τους με ασφάλεια. Αντίθετα, δεν προβλέπεται από την ελληνική νομοθεσία ανάλογη εκπαίδευση για κάποιον που πρωτοπιάνει όπλο στα 18 του, νόμιμα..
- Επιτρέπεται η θήρευση μέχρι δύο αγριόχοιρων ανά παρέα, ανά ημερήσια έξοδο. Σπανίως μία παρέα, αν έχει την δυνατότητα να χτυπήσει περισσότερους, δε θα το κάνει. Συνήθως, μία παρέα σταματά, αφού έχουν χτυπηθεί 4-5 αγριογούρουνα.
Προϋποθέσεις απόκτησης του δικαιώματος άσκησης θήρας
Για να μπορεί κάποιος να πάρει μέρος σε κυνήγι αγριογούρουνου, πρέπει:
- Να έχει το νομικό δικαίωμα της κατοχής και χρήσης κυνηγετικού όπλου καθώς
και άδεια άσκησης θήρας.
- Να έχει τον απαραίτητο κυνηγετικό εξοπλισμό
- Να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει όλες τις καιρικές συνθήκες
- Να έχει την οικονομική άνεση να καλύψει κάποιες συμπληρωματικές και κάποιες
απρόβλεπτες ανάγκες που είναι δυνατόν να προκύψουν.
Για να έχει κανείς το νομικό δικαίωμα να κυνηγήσει πρέπει να έχει άδεια κατοχής κυνηγετικού όπλου και άδεια θήρας υπό την προϋπόθεση ότι έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του.
Προϋπόθεση για την απόκτηση των δύο αδειών είναι: το λευκό ποινικό μητρώο, η εξέταση από ψυχολόγο που θα πιστοποιεί ότι ο υποψήφιος είναι σε θέση ψυχικά να φέρει όπλο, η επιτυχία σε κάποιες υποτυπώδεις εξετάσεις και η κατάθεση του ποσού των 70,00-100,00 ετησίως για την έκδοση ή! ανανέωση της άδειας θήρας και την ασφάλιση του.
Η άδεια θήρας διακρίνεται σε τοπική, περιφερειακή και γενική και δίνει το δικαίωμα στο δικαιούχο να κυνηγήσει στα πλαίσια του νομού, της περιφέρειας ή ολόκληρης της επικράτειας αντίστοιχα.
Τα έσοδα από τις άδειες φορολογούνται και το υπόλοιπο το διαχειρίζεται το Υπουργείο Γεωργίας και οι κατά τόπους κυνηγετικοί σύλλογοι. Από αυτό το υπόλοιπο ένα μέρος διατίθεται για εμπλουτισμούς με θηράματα στις περιοχές με έντονη κυνηγετική δραστηριότητα ενώ το μεγαλύτερο μέρος διατίθεται για τη χρηματοδότηση της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας Ελλάδος. Η τελευταία είναι ένα όργανο που έχουν ιδρύσει οι κυνηγετικοί σύλλογοι με στόχο την πάταξη της λαθροθηρίας και την τήρηση των νόμων που διέπουν το κυνήγι. Χωρίζεται σε έξι κυνηγετικές ομοσπονδίες οι οποίες απαρτίζονται από θηροφΰλακες, επιστημονικό (κυρίως δασολόγους) και διοικητικό προσωπικό. Η συνομοσπονδία συστήθηκε την τελευταία πενταετία και φαίνεται να παράγει αξιόλογο έργο, καλύπτοντας πολλά από τα κενά που αφήνει η έλλειψη προσωπικού στα κατά τόπους δασαρχεία.
Ο απαραίτητος κυνηγετικός εξοπλισμός περιλαμβάνει το κυνηγετικό όπλο, τη φυσιγγιοθήκη, ένα μαχαίρι ή σουγιά και τα φυσίγγια.
Οι περισσότεροι κυνηγοί χρησιμοποιούν παλιά ρούχα ή στρατιωτικά ρούχα που έχουν κρατήσει. Ο ρουχισμός που είναι απαραίτητο να αγοραστεί περιλαμβάνει: παπούτσια, σκούφο, γάντια, χοντρές κάλτσες, πανωφόρι και αδιάβροχο. Συμπληρωματικές δαπάνες αποτελούν η βενζίνη, τα έξοδα συντήρησης του αυτοκινήτου και η διατροφή κατά τη διάρκεια του κυνηγίου.
Στα παραπάνω προστίθεται το κόστος της αγοράς και της συντήρησης των σκυλιών. Το συνολικό κόστος αυτών, σε ετήσια και ημερήσια βάση καθώς και ο χρόνος ζωής ανά είδος, φαίνεται στους παρακάτω πίνακες.
Έχουν ληφθεί σα δεδομένα:
α) ένας κυνηγός μπορεί να κυνηγήσει συμφωνά με την κυνηγετική περίοδο 50 μέρες το χρόνο,
β) κατά μέσο όρο μία ημερήσια έξοδος ισοδυναμεί με κάλυψη απόστασης 150κμ (πήγαινε-έλα),
γ) σε κάθε αυτοκίνητο επιβαίνουν δυο άτομα,
δ) ένα αυτοκίνητο αλλάζει λάδια κάθε 7500κμ και κάνει σέρβις κάθε 15000 κμ,
ε) η τιμή της βενζίνης είναι 0,80 ανά λίτρο,
στ) ένα αυτοκίνητο καίει κατά μέσο όρο 8 λίτρα ανά 100 χιλιόμετρα,
ζ) ένα αυτοκίνητο αλλάζει ελαστικά κάθε 45000 χιλιόμετρα και αναρτήσεις κάθε 75000 χιλιόμετρα.
Επίσης έχει ληφθεί σα δεδομένο ότι ένας κυνηγός συνεχίζει να κυνηγά για τουλάχιστον μία δεκαπενταετία που είναι και ο μέσος χρόνος ζωής ενός κυνηγετικού όπλου. Έτσι οι τιμές που φαίνονται στους παρακάτω πίνακες αποσβένονται στο χρόνο ζωής κάθε προϊόντος χωριστά.
0 πρώτος πίνακας περιλαμβάνει τα πάγια έξοδα του κυνηγίου, δηλαδή αυτά που είναι ανεξάρτητα της συχνότητας με την οποία θα κυνηγήσει ενώ ο δεύτερος τα μεταβλητά έξοδα. Οι τιμές καλύπτουν δυο ενδεχόμενα:
α) ο κυνηγός να κυνηγήσει και τις 50 μέρες που έχει δικαίωμα,
β) να κυνηγήσει τις μισές. Στην πράξη οι περισσότεροι κυνηγοί κυνηγούν 25-35 μέρες το χρόνο.
Τα ο κόστος αγοράς στα κοινά
έξοδα διαιρείται με το 20 που είναι ο αριθμός των μελών της παρέας.
Το συνολικό κόστος όπως προκύπτει από τους πίνακες είναι:
α) ε ανά έτος (50 μέρες) 1592,00-1679,50
β) ε ανά έτος (25 μέρες) 100 2,5 - 0-\0%
γ) ε ανά μέρα (50 μέρες) 28,79-30,39
δ) ε ανά μέρα (25 μέρες) 34,83-38,03
Στα συμπληρωματικά έξοδα περιλαμβάνονται αυτά που γίνονται για τη διάνοιξησυντήρηση μονοπατιών που κάνει η παρέα κάθε καλοκαίρι, η τροφή που ρίχνουνε για τα αγριογούρουνα κάποιες μέρες το χρόνο, τσιγάρα κ.λ.π. Τα απρόβλεπτα περιλαμβάνουν ιατρική περίθαλψη των σκυλιών σε περίπτωση τραυματισμού, τυχόν φθορές στα αυτοκίνητα κ.λ.π.
Εντός κυνηγετικής περιόδου, ένας κυνηγός, όπως προαναφέρθηκε, μπορεί να κυνηγήσει περίπου 50 μέρες τις οποίες αφιερώνει εξολοκλήρου (από τις 05:00π.μ. έως τις 20:00μ.μ.) εκτός κυνηγιού αφιερώνονται 5-10 μέρες το χρόνο σε συγκεντρώσεις και άλλες δραστηριότητες και γύρω στις 15 ώρες το μήνα για συντήρηση του εξοπλισμού, προετοιμασία κ.λ.π.
Το πραγματικό κόστος άσκησης του κυνηγιού ανέρχεται σε ε 100-1700 χονδρικά. Ο συνολικός χρόνος απασχόλησης κυμαίνεται από 750-1200 ώρες το χρόνο κατά προσέγγιση.
Το ισοδύναμο δαπάνης-χρόνου απασχόλησης είναι: ε 1,34-1,42 ανά ώρα. Η παρέα θηρεύει όπως έχει ειπωθεί 20 αγριόχοιρους κατά μέσο όρο ετησίως οι οποίοι κατά μέσο όρο ζυγίζουνε 30 κιλά. Με δεδομένο ότι 1 κιλό καθαρού κρέατος αγριόχοιρου κοστίζει στην αγορά γύρω στα ε 20,00 και ότι η παρέα απαρτίζεται από 20 άτομα κάθε κυνηγός απολαμβάνει γύρω στα 30 κιλά ανά έτος που ισοδυναμούνε με 600,00. Επειδή στην πράξη οι περισσότεροι κυνηγάνε τα 2/3 του συνόλου των 50 ημερών κάθε κυνηγός απολαμβάνει γύρω στα ε 400,00 ανά έτος (20 κιλά καθαρού κρέατος αγριόχοιρου).
Το συνολικό κόστος προς το συνολικό αποτέλεσμα είναι 2,5-4,25. Συμπεριφορά ενός κυνηγού και πιθανά διλήμματα (ατομικά, κοινωνικά, οικολογικά) ως προς τις συνέπειες του κυνηγιού
Η συγκεκριμένη παρέα αποτελείται από ανθρώπους όλων των ηλικιών και ποικίλων επαγγελμάτων (η πλειοψηφία των πτυχιούχων ανωτάτων και ανωτέρων σχολών είναι θετικών επιστημών).
Όλοι μαζί συνεργάζονται για την επίτευξη ενός κοινού στόχου, ο οποίος δεν είναι αποκλειστικά η θανάτωση ενός ζώου αλλά η όλη διαδικασία μέχρι να φτάσουν εκεί (η επαφή με τη φύση, ορειβασία, συνεργασία-συμμετοχή στην παρέα, ικανοποίηση ενστίκτων, πρωινό ξύπνημα κ.α.).
Οι κυνηγοί αποκτούν σημαντικές γνώσεις για τις συνήθειες και τις αντιδράσεις των
θηραμάτων, σε βαθμό που πολλές φορές μπορούν να ερμηνεύσουν τη συμπεριφορά τους, κάτι στο οποίο η επιστήμη δεν έχει φτάσει ακόμα, όχι τουλάχιστον σε αυτό το επίπεδο λόγω περιορισμένης έρευνας στο πεδίο.
Οι περισσότεροι κυνηγοί αποκτούν έστω ωφελιμιστικά (για να μπορεί κανείς να κυνηγήσει πρέπει να υπάρχουν θηράματα), οικολογική συνείδηση και προστατεύουνε στην ουσία την άγρια ζωή εκτός κυνηγίου με διάφορες ενέργειες (παροχή τροφής κ.λ.π.).
Αν τα χρήματα που δίνουν οι κυνηγοί κάθε χρόνο ή τουλάχιστον ένα σημαντικό μέρος αυτών επέστρεφαν στο κυνήγι με τη μορφή επιστημονικής έρευνας πάνω στις επιπτώσεις της θήρας στα θηράματα, θα ήταν δυνατό να γίνει ανάλυση και μελέτη των συμπερασμάτων που θα προέκυπταν έτσι ώστε να θεσπιστούν νέοι κανόνες για το κυνήγι με βάση τις αρχές της αειφορικής διαχείρισης. Δυστυχώς τέτοιες έρευνες δεν έχουν γίνει και δε γίνονται στην Ελλάδα και τα συμπεράσματα και οι αντιλήψεις που κυκλοφορούν από κυνηγούς, αντικυνηγοΰς και οικολόγους, είναι περισσότερο εικασίες παρά πραγματικότητα.
Σε παγκόσμια κλίμακα η λαθροθηρία (και όχι η νόμιμη θήρα) κατατάσσεται σαν πέμπτη ή έκτη αιτία μείωσης των πληθυσμών των άγριων ζώων. Πιο πάνω στη λίστα οι καταστροφές βιοτόπων, τα φυτοφάρμακα, η ρύπανση του περιβάλλοντος, η απομόνωση των πληθυσμών και οι δηλητηριάσεις.
Στο νομό Ιωαννίνων θηρεύονται ετησίως περί τα 1000-2000 αγριογούρουνα, χωρίς να υπάρχουν εμπεριστατωμένα στοιχεία γι' αυτό. Αυτός ο αριθμός φαίνεται να είναι σταθερός. Έτσι, οι περισσότεροι κυνηγοί έχουν την αίσθηση ότι οι απώλειες από το κυνήγι αναπληρώνονται. Σε αυτό συναινεί και ο μεγάλος αριθμός γεννήσεων ανά έτος.
Επειδή οι περισσότεροι κυνηγοί έχουν μεγαλώσει με συγγενείς και φίλους κυνηγούς, το κυνήγι φαντάζει γι' αυτούς ως μια φυσιολογική έκφραση ,δραστηριότητα. Έτσι δεν έχουν διαπιστωθεί ιδιαίτερα διλλήματα ως προς τις συνέπειες αυτής