Welcome in Greece Welcome in Greece

 

HomeInitial ΑρχικήBack ΠίσωΡυθμιστική


Η βασική τροφή της μπεκάτσας οι Γεωσκώληκες ...


Οι Γεωσκώληκες

O όρος γεωσκώληκας αποτελεί γενική ονομασία σκουληκιών των υγρών εδαφών (Ολιγόχαιτοι Δακτυλιοσκώληκες, υφομοταξία Χερσόβιοι). Τα «σκουλήκια της γης» ή «της βροχής», όπως κοινώς ονομάζονται, είναι ταπεινά πλάσματα, που παίζουν όμως βασικό ρόλο στην εδαφική οικολογία και οικονομία.

Υπάρχουν πολλά είδη γεωσκωλήκων στην φύση, τα οποία χωρίζονται σε τρεις κύριες κατηγορίες. Αυτή που ζει στο επιφανειακό μέρος του εδάφους συναντάται μόνο σε δάση όπου υπάρχει ένα σημαντικό στρώμα από φυτικά υπολείμματα όπως φύλλα κλαδιά κτλ, αυτή που ζει σε σχετικά μικρά βάθη του εδάφους και αυτή που ζει σε μεγάλα σχετικά βάθη

Το έδαφος είναι το ανώτατο στρώμα του φλοιού της γης, δηλαδή το καλλιεργήσιμο επιφανειακό στρώμα σε πάχος 35 ως 50 εκατοστά. Το κάτω από το έδαφος στρώμα λέγεται υπέδαφος.

Το υπέδαφος φτάνει στο 1,5 ως 2 μ., ως εκεί δηλαδή που προχωρούν οι ρίζες των φυτών και μπορεί να γίνει γεωργική εκμετάλλευσή του. Όταν το έδαφος εξαντληθεί από την εντατική καλλιέργεια, με βαθύ σκάψιμο 1 ως 1,5 μ., το υπέδαφος φέρνεται στην επιφάνεια (οι γεωργοί το αποκαλούν "γύρισμα"), οπότε σε 5 - 6 μήνες γίνεται κατάλληλο για καλλιέργεια.

Το έδαφος προήλθε από την αποσάθρωση (διάβρωση) των πετρωμάτων της γήινης επιφάνειας. Η αποσάθρωση αυτή οφείλεται σε πολλές αιτίες: Στη θάλασσα , τη βροχή, τον ήλιο, το κρύο, τον αέρα, τα φυτά και τα ζώα. Το έδαφος, όταν δεν καλλιεργείται, πλουτίζεται ακατάπαυστα: Τα αυτοφυή φυτά (χόρτα, θάμνοι, δέντρα) με τις ρίζες τους το αποσαθρώνουν κάθε μέρα και το πλουτίζουν με τροφές που παίρνουν απ' τον αέρα (άζωτο κλπ.) και με τα φύλλα τους και τους κορμούς τους, που, όταν σαπίζουν, μεταβάλλονται σε τροφές για τα νέα φυτά.

Ανάλογα το πλουτίζουν και τα ζώα. Όσα απ' αυτά ζουν «ενδόγεια» ζωή (σκουλήκια, μυρμήγκια και άλλα έντομα και μικρόσωμα ζώα), το τρυπούν και έτσι το νερό, ο ήλιος, ο αέρας μπαίνουν ευκολότερα στο έδαφος και κουβαλούν μέσα του οργανικές ουσίες. Τέλος με τα απορρίμματα τους και τη σήψη των σωμάτων τους μετά το θάνατό τους ολοκληρώνουν τον εμπλουτισμό του. Όσα ζουν «υπέργεια» ζωή, το αποσαθρώνουν με τις φωλιές τους και τα σκαλίσματά τους και το πλουτίζουν με τα υπολείμματα των τροφών τους, με τα κόπρανά τους και με το ίδιο το σώμα τους, μετά το θάνατό τους. Όλες αυτές οι οργανικές ουσίες, που προέρχονται από τους ζωικούς οργανισμούς, παρασέρνονται ευκολότερα από τα νερά των βροχών και αποθέτονται όπου λιμνάζουν τα ρυάκια και οι ποταμοί. Γι' αυτό το έδαφος στις κοιλάδες, τους κάμπους και τα δέλτα των ποταμών πιο πολύ, είναι προσφορότερο στη γεωργία.
Όμως και το νερό και οι ακτίνες του ήλιου και ο αέρας, με την «οξείδωση» που προκαλούν στα συστατικά του εδάφους, τα διασπούν και τα διαλύουν μεταβάλλοντάς τα σε θρεπτικές για τα φυτά ουσίες. Όλες οι παραπάνω αλλοιώσεις, που γίνονται στο έδαφος, το κάνουν να διαφέρει από το υπέδαφος και σε συνεκτικότητα και σε απόχρωση. Λίγες βέβαια οργανικές ουσίες κατεβαίνουν με τα νερά και ως το υπέδαφος, μα όταν αυτό, με το γύρισμα, ανεβαίνει στην επιφάνεια, πρέπει να σπέρνεται ύστερα από 5 ή 6 μήνες, για να γίνεται στο μεταξύ η εδαφική αποσάθρωση (διάβρωση).

Πάνω από 1.800 είδη γεωσκώληκων βρίσκονται στον πλανήτη μας. Κατοικούν παντού εκτός από τα πολύ ξηρά και πολύ ψυχρά μέρη της γης. Στις σαβάνες της Νότιας Αφρικής, σε κάθε τετραγωνικό μέτρο χώματος μπορεί να υπάρχουν μόλις 70 σκουλήκια, ενώ σε δασικό έδαφος στον Καναδά μπορεί να υπάρχουν πάνω από 700 σκουλήκια ανά τετραγωνικό μέτρο.

Οι γεωσκώληκες χωρίζονται σε τρεις βασικούς τύπους.
Ο πρώτος τύπος περιλαμβάνει τα σκουλήκια που αναπαράγονται και κινούνται γρήγορα και τα οποία ζουν μέσα σε αποσυντεθειμένη οργανική ύλη στην επιφάνεια του εδάφους.

Ο δεύτερος και ευρύτατα διαδεδομένος τύπος περιλαμβάνει σκουλήκια που σκάβουν οριζόντιες σήραγγες στις ανώτερες στοιβάδες του εδάφους. Οι γεωσκώληκες μικρού βάθους είναι μια κατηγορία η οποία αποτελείται από πολλά είδη τα οποία ζουν κυρίως στα 30 επιφανειακά εκατοστά εδάφους. Το μήκος των ενήλικων γεωσκωλήκων αυτής της κατηγορίας κυμαίνεται από 7 - 12 εκατοστά. Τα μέλη της κατηγορίας αυτής δεν χτίζουν μόνιμες στοές αλλά αντίθετα κινείται τυχαία στο πάνω μέρος του εδάφους καταναλώνοντας φυτικά υπολείμματα και ανόργανα συστατικά. Ο τύπος αυτός δεν απαιτεί φυτικά υπολείμματα στην επιφάνεια του εδάφους οπότε είναι λιγότερο ευαίσθητος στην ύπαρξη ή στην έλλειψη του στρώματος αυτό σε σχέση με τα είδη μεγάλου βάθους. Παρόλα αυτά επηρεάζονται από την ύπαρξη οργανικής ουσίας στην επιφάνεια του εδάφους έμμεσα αφού αυτή επηρεάζει την θερμοκρασία και την υγρασία του εδάφους.

Τα σκουλήκια του τρίτου τύπου διατρυπούν κάθετα το έδαφος και μπορεί να μείνουν αρκετά χρόνια—όλη τους τη ζωή—μέσα σε μια σήραγγα. Αυτά είναι τα πιο δυνατά σκουλήκια. Διαθέτουν ισχυρούς μυϊκούς δακτύλιους γύρω από το κεφάλι τους οι οποίοι τους δίνουν τη δυνατότητα να σπρώχνουν και να εισχωρούν στη γη. Ένα από τα μεγαλύτερα σκουλήκια στον κόσμο βρίσκεται στη νότια Αυστραλία. Αυτός ο γίγαντας μπορεί να ξεπεράσει το 1,5 μέτρο μήκος και να ζυγίζει 500 γραμμάρια.
Καθώς τα σκουλήκια συστρέφονται στην επιφάνεια της γης, ενεργούν σαν μικροσκοπικοί αγρότες. Ενώ προχωρούν μασουλώντας κοπριά, χώμα και βλάστηση που αποσυντίθεται, παράγουν απόβλητα σε τεράστιες ποσότητες. Έχει υπολογιστεί ότι τα σκουλήκια που εργάζονται κάτω από τα πράσινα λιβάδια της Αγγλίας παράγουν ετησίως 2 τόνους απόβλητα ανά στρέμμα. Ακόμη πιο εντυπωσιακά είναι τα σκουλήκια της Κοιλάδας του Νείλου. Αυτά τα σκουλήκια μπορεί να εναποθέσουν μέχρι και 250 τόνους απόβλητα ανά στρέμμα. Καθώς τα σκουλήκια οργώνουν το χώμα, αυτό αερίζεται καλύτερα, απορροφά αποτελεσματικότερα το νερό και γίνεται πιο γόνιμο.

Οι επιστήμονες έχουν ανακαλύψει ότι το πεπτικό σύστημα του σκουληκιού μετατρέπει τα θρεπτικά στοιχεία σε μορφές τις οποίες μπορούν να απορροφήσουν τα φυτά, και ως εκ τούτου τα απόβλητα των σκουληκιών είναι πολύ θρεπτικά για τα φυτά. Επιπρόσθετα, πολλοί επιβλαβείς μικροοργανισμοί, οι οποίοι βρίσκονται στην κοπριά και στη βλάστηση που αποσυντίθεται, καταστρέφονται περνώντας από τα έντερα του σκουληκιού. Έτσι λοιπόν, τα σκουλήκια καθαρίζουν το χώμα ενώ τρώνε. Αποτελούν ιδανική μηχανή ανακύκλωσης—αναπτύσσονται τρώγοντας απόβλητα ενώ παράγουν θρεπτική τροφή.

Τα σκουλήκια περιέχουν τα ίδια ωφέλιμα αμινοξέα με το βοδινό κρέας. Με βάση το βάρος τους σε ξηρή κατάσταση, περιέχουν 60 τοις εκατό πρωτεΐνη και 10 τοις εκατό λίπος καθώς και ασβέστιο και φωσφόρο.

Όταν ο καιρός είναι βροχερός ή επικρατεί περιορισμένη ηλιοφάνεια με υγρασία ή όταν ο ήλιος δύει κατά τις νυκτερινές ώρες με δροσιά, τότε οι γεωσκώληκες βγαίνουν από το έδαφος και έρπουν στην υγρή ή νοτισμένη επιφάνεια του χώματος με σκοπό, μεταξύ άλλων, να αναπαραχθούν ή επίσης συνεχίζουν να αποβάλλουν τα περιττώματά τους τα οποία είναι χώμα που έχει αποτελέσει υποπροϊόν της πέψεως. Όμως, αυτό το χώμα που έχουν καταναλώσει προηγουμένως είναι επεξεργασμένο και εμπλουτισμένο με θρεπτικά στοιχεία ώστε να καθίσταται ένα από τα καλύτερα σε μορφή και σύσταση λιπάσματα στη Φύση.

Οι συγκεκριμένοι γεωσκώληκες κήπου εκτός από την εδαφική και ατμοσφαιρική υγρασία λατρεύουν τα εδάφη όπου τα χώματά τους είναι πολύ πλούσια σε οργανική και με φύλλα που σαπίζουν. Οι συνθήκες και το μικροπεριβάλλον που δημιουργούνται σε ένα έδαφος όπου σαπίζουν φύλλα, πιθανώς μαζί με λίγη καλά χωνεμένη ζωική κοπριά, είναι ιδανικές για την επιβίωση του σκουληκιού της βροχής Lumbricus terrestris. Όχι μόνο μπορεί να θρέφεται, αλλά επιπροσθέτως του εξασφαλίζονται οι προϋποθέσεις για τη δημιουργία μίας εδαφικής δομής τέτοιας όπου μπορεί να κινείται με άνεση και βεβαίως, να αναπαράγεται με γρήγορους ρυθμούς. Η υγρασία και τα θρεπτικά υλικά που απελευθερώνει στο χώμα η πλούσια οργανική ύλη επιτρέπουν στο γεωσκώληκα να κινείται με ευχέρεια μέσα στο χώμα ή επάνω στο προστατευμένο έδαφος χωρίς να κινδυνεύει από την επικίνδυνη επίδραση της ηλιακής ακτινοβολίας.

Η δράση τους στο εδαφικό υπόστρωμα χαρακτηρίζεται ιδιαιτέρως εκ της ανεξάντλητης και εκπληκτικής ικανότητός τους να ανοίγουν στοές ψιλοχωματίζοντας, αφρατεύοντας και εμπλουτίζοντας το χώμα με τα απεκκρίματά τους. Αυτές οι στοές πολλές φορές μπορεί να είναι σχεδόν κατακόρυφες, ενώ πέριξ της οπής είναι δυνατόν να εντοπίζονται σβώλοι επεξεργασμένου χώματος. Όταν έρθει η ώρα για τη θρέψη μπορούν να ανέρχονται και να κινούνται επί της εδαφικής επιφανείας.

Αντιθέτως, μόλις αισθανθούν οι γεωσκώληκες κήπου ότι ο καιρός κρυώνει κατευθύνονται προς τα βαθύτερα στρώματα του εδάφους. Μάλιστα, κάποιοι σκώληκες μπορούν να δημιουργήσουν στοές με μήκος το οποίο εγγίζει ή υπερβαίνει αυτό των τριών μέτρων (3 m). Βεβαίως, με την έλευση της ανοίξεως ή με καλοκαιρία και σχετικώς υψηλές θερμοκρασίες εδάφους και ατμόσφαιρας, επιστρέφουν στα επιφανειακά στρώματα όπου συνεχίζουν ακάθεκτοι να διανοίγουν στοές αναζητώντας ή αφομοιώνοντας οργανική ύλη προκειμένου να διατηρήσουν το βιολογικό κύκλο τους.

Ο γεωσκώληκας
Τα «σκουλήκια της γης» ή «της βροχής», όπως κοινώς ονομάζονται, είναι ταπεινά πλάσματα, που παίζουν όμως βασικό ρόλο στην εδαφική οικολογία και οικονομία. Η συμβολή τους στον αερισμό, στην δόμηση και στον εμπλουτισμό των καλλιεργημένων εδαφών, στην αποσύνθεση των οργανικών καταλοίπων και στην παρασκευή κοπροχώματος ή κομπόστας από απορρίμματα έχει αναγνωριστεί από τους βιολόγους και τους εδαφολόγους· τέλος, η προσφορά τους ως τροφικής πηγής πρωτεϊνών για την πανίδα και τα κατοικίδια ζώα καθιστά επιτακτική την επιστημονική μελέτη της βιολογίας τους και την οικολογική τους προστασία. Χρησιμοποιούνται και ως δόλωμα για την ερασιτεχνική κυρίως αλιεία.

Ο γεωσκώληκας έχει μακρύ, κυλινδρικό σώμα, χωρίς ευδιάκριτο κεφάλι ή άλλα εξωτερικά εξαρτήματα. Το μήκος ενός από τα γνωστότερα είδη (Lumbricus terrestris) είναι 10-15 εκατοστόμετρα, πολλές φορές φτάνει τα 25 εκ.
Οι γεωσκώληκες είναι ερμαφρόδιτοι, δηλαδή τα δύο φύλα είναι ενωμένα στο ίδιο άτομο. Η γονιμοποίηση των ωαρίων όμως είναι αμοιβαία· γίνεται σύζευξη δύο ατόμων και το σπέρμα του ενός γονιμοποιεί τα ωάρια του άλλου. 

Οι γεωσκώληκες αναπαράγονται ολόκληρο τον χρόνο. Η σύζευξη γίνεται την νύχτα και διαρκεί 2-3 ώρες· Το βομβύκιο που απελευθερώνεται με την προς τα πίσω ολίσθηση του γεωσκώληκα και εγκαταλείπεται στο έδαφος περιέχει έναν μεγάλο αριθμό αυγών, καθώς και μια λευκωματώδη ουσία, χρήσιμη για την διατροφή των εμβρύων. Η εμβρυϊκή ανάπτυξη γίνεται μέσα στο βομβύκιο, από το οποίο εκκολάπτονται μικροσκοπικοί γεωσκώληκες, σε 2-4 εβδομάδες. Οι νεαροί γεωσκώληκες ωριμάζουν σεξουαλικά σε διάστημα 2-3 μηνών και συμπληρώνουν την σωματική τους αύξηση σε 1 περίπου έτος.

Γεωσκώληκες βρίσκονται σε όλα σχεδόν τα εδάφη της γης, αρκεί να υπάρχουν αρκετή υγρασία και οργανική ύλη, απαραίτητες για την επιβίωσή τους. Είναι σαπροφάγα ζώα, που τρέφονται από οργανικά κατάλοιπα του εδάφους, κυρίως ξερά φύλλα και σαπισμένα φυτά και -σπανιότερα- πτώματα και κόπρανα ζώων. Μαζί με την τροφή τους καταπίνουν και μεγάλες ποσότητες χώματος, λάσπης και άμμου· υπολογίζεται ότι σε 24 ώρες περνά από τον πεπτικό σωλήνα του γεωσκώληκα ποσότητα χώματος ίση προς το βάρος του. Η ποικιλία των οικοσυστημάτων στα οποία μπορούν να αναπτυχθούν οι γεωσκώληκες οδήγησε στην διαφοροποίηση μεγάλου αριθμού ειδών (πάνω από 1800). Επίσης ο άνθρωπος, με την αποίκησή του, προκάλεσε την εξάπλωση πολλών από αυτά.

Μαύρα σκουλήκια
Τα Millipedes ανήκουν στην κατηγορία Diploda και σε ακριβή μετάφραση Millipedes σημαίνει χίλια πόδια αν και δεν έχουν ποτέ τόσα. Έχουν δύο ζεύγη ποδιών σε κάθε τμήμα του σώματός τους που αποτελείται ανάλογα με το είδος από 25 έως 100 τμήματα. Παρά τα πολλά πόδια τα Millipedes κινούνται πολύ αργά και όταν αντιληφθούν κάποιον κίνδυνο κουλουριάζονται. Επειδή δεν ανέχονται την πάρα πολύ υψηλή υγρασία στο έδαφος βγαίνουν στην επιφάνεια και εμφανίζονται μετά από βροχή τις υγρές ημέρες την ?νοιξη και το Φθινόπωρο, ενώ κρύβονται στο έδαφος το Χειμώνα με τις χαμηλές θερμοκρασίες και το Καλοκαίρι με τις πολύ υψηλές.

Τα Millipedes είναι αποκρουστικά και αντιαισθητικά στην όψη αλλά δεν είναι επικίνδυνα διότι δε δαγκώνουν ούτε προκαλούν κάποια άλλη ζημιά. Τρέφονται με φυτική οργανική ουσία σε αποσύνθεση και προτιμούν ασβεστούχα εδάφη.
Τα Millipedes ζουν μερικές φορές μέχρι και επτά έτη. Ξεχειμωνιάζουν ως ενήλικα και γεννούν τα αυγά μεμονωμένα ή σε μικρές ομάδες στο χώμα. Τα θηλυκά γεννούν μεταξύ 20 έως 300 αυγών, τα οποία εκκολάπτονται σε μερικές εβδομάδες. Μερικά φθάνουν στη σεξουαλική ωριμότητα το δεύτερο έτος, ενώ άλλα περνούν τέσσερα έως πέντε έτη στο λαρβικό στάδιο.

ΠΗΓΗ : gpeppas.gr
Φωτο : Ιντερνετ - gpeppas.gr


© Giorgio Peppas

ΕΠΑΝΩ-UP

Η διατροφή της μπεκάτσας

Οι μπεκάτσες αναζητούν την τροφή τους σε μέρη που οι ίδιες έχουν επιλέξει ανάλογα τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν στα διάφορα ενδιαιτήματα τους και μάλιστα αυτά τα μέρη μεταβιβάζονται με κάποιον τρόπο και στις επόμενες γενιές . Συνήθως είναι μέρη με μαλακό έδαφος, σε περίκλειστους χώρους, ως επί το πλείστον πολύ καλά κρυμμένους από τον περίγυρο.
Η βασική τροφή τους εναι οι γαιοσκώληκες, ιδίως κατά την περίοδο μη-αναπαραγωγής (del Hoyo et al. 1996), αλλά μπορούν να συμπεριλάβουν, επίσης, ενήλικα έντομα και τις προνύμφες τους (π.χ. σκαθάρια, ψαλίδες και σαρανταποδαρούσες), αράχνες, γυμνοσάλιαγκες και βδέλες (del Hoyo et al. 1996). Επίσης, φυτικό υλικό, όπως σπόροι, φρούτα, δημητριακά (π.χ. βρώμη και καλαμπόκι), ρίζες αγρωστωδών και φύλλα (del Hoyo et al. 1996). Μικρά δίθυρα μαλάκια γλυκού νερού και μαλακόστρακα συμπεριλαμβάνονται επίσης, ιδιαίτερα από πουλιά κατά τη μετανάστευση (Johnsgard 1981). Η σύνθεση της δίαιτας μπορεί να διαφέρει μεταξύ των δύο φύλων (del Hoyo et al. 1996).

Η αναζήτηση της τροφής, γίνεται για λόγους ασφαλείας, τις ώρες με λιγοστό φως και, συνήθως τη νύχτα κατά τη διάρκεια του χειμώνα (del Hoyo et al. 1996). Τον κύριο ρόλο στην αναζήτηση τροφής έχει το μακρύ ράμφος τους, το οποίο βυθίζουν σε κάθε βηματισμό, σχολαστικά στο μαλακό έδαφος, περίπου κατά το 1/3 του μήκους του.

Οι εξαιρετικά ευαίσθητες νευρικές απολήξεις που βρίθουν στο άκρο του, ευαισθητοποιούνται από οποιαδήποτε διαταραχή στο υπέδαφος, ιδιαίτερα από τις μικροκινήσεις των γαιοσκωλήκων. Μόλις, η λεία γίνει αντιληπτή, το πουλί βυθίζει ολόκληρο πλέον το ράμφος στο έδαφος. Όταν το μέγεθος του θηράματος είναι μικρό, η λεία αναρροφάται, αλλά σε μεγαλύτερα θηράματα, το άνω μέρος (ρινοθήκη) λυγίζεται επιδέξια και η λεία συλλαμβάνεται και εξάγεται από το χώμα. Ωστόσο, επειδή οι μπεκάτσες βασίζονται στον συγκεκριμένο τρόπο αναζήτησης τροφής, είναι εξαιρετικά ευάλωτες κατά τη διάρκεια του χειμώνα, όταν το έδαφος είναι παγωμένο. [ Κατά την διάρκεια του ψυχρού βρετανικού χειμώνα του 1962-3, πεινασμένες μπεκάτσες βρέθηκαν να αναζητούν την τροφή τους σε αστικές περιοχές, γεγονός πρωτόγνωρο για τον εξαιρετικα κρυπτικό χαρακτήρα τους, ενώ ορισμένες από αυτές αναγκάστηκαν να φάνε την τροφή των μικρών ωδικών πτηνών στις ταΐστρες.

Η νυχτερινή αναζήτηση τροφής συμβαίνει σε βοσκοτόπους μη επηρεασμένους από τον παγετό ή σε λιβάδια με εναλλασσόμενες καλλιέργειες. Το ημερήσιο κούρνιασμα δεν αποκλείεται, αν και συνήθως πραγματοποιείται σε ξέφωτα βαθιά μέσα στο δάσος, σε απόσταση χιλιομέτρου από τις παρυφές του. Σε περιοχές με καλλιεργημένα χωράφια, η παρουσία της μπεκάτσας είναι εξαιρετικά αμφίβολη, λόγω αυξημένου κιδύνου. Σε επιστημονική μελέτη, διάρκειας τριών ετών στη Βρετάνη της Γαλλίας, 65 άτομα εφοδιασμένα με ραδιοπομπό, ελέγχθηκαν για τις συνήθειες και τις προτιμήσεις τους στο περιβάλλον. Κατά την διάρκεια της ημέρας, τα πουλιά επέλεγαν δασικές εκτάσεις με χούμο που παρείχαν μεγάλο αριθμό γαιοσκωλήκων και ένα πυκνό στρώμα βλάστησης για παροχή προστασίας, ενώ οι φυσικοί φράκτες με θάμνους και δέντρα βρέθηκαν επίσης να είναι σημαντικά στοιχεία. Τη νύχτα, οπότε εντεινόταν η αναζήτηση τροφής, τα πουλιά επέλεγαν λειμώνες που περιείχαν πέντε φορές τη βιομάζα των γαιοσκωλήκων σε σχέση με την καλλιεργημένη γη.

Η μπεκάτσα για να ικανοποιήσει τις διατροφικές της ανάγκες πρέπει να φάει τροφή που να ισούται όσο είναι τρεις φορές το βάρος της. Και επειδή χωνεύει πάρα πολύ εύκολα γίνεται εξαιρετικά λαίμαργη. Βέβαια μπορεί να μην προλάβει να φάει κατά τη διάρκεια της νύχτας. Έτσι, θα αναγκαστεί να γευματίσει και κατά τη διάρκεια της ημέρας παραμένοντας εκεί που τρεφόταν τον βράδυ η πετώντας θα μετακινηθεί στο τόπο που επέλεξε για ησυχαστήριο κατά την διάρκεια της ημέρας η θα μετακινηθεί σε κοντινές αποστάσεις πετώντ ας η περπατώντας προς ανεύρεση γεωσκόληκων για την συμπλήρωση του γεύματος της η απλά για να φάει ένα καλό πρωινό ...

Το ιδιαίτερο όργανο για την διατροφή της το ράμφος της
Λόγω των τροφικών της προτιμήσεων, το ράμφος της έχει και την κατάλληλη κατασκευή, είναι σκληρό πρέπει ώστε να το βυθίζει σε αρκετά εκατοστά από την επιφάνεια του εδάφους χωρίς ιδιαίτερο πρόβλημα προτιμώντας πάντα μαλακά η υγρά χώματα , μυτερό και μακρύ και ανέρχεται περίπου σε 1/3 του συνολικού της μήκους. Είναι έτσι φτιαγμένο ώστε καθώς το βυθίζει στο χώμα δεν ανοίγει γεμίζοντας χώμα το στόμα της. Μια εγκοπή στην άκρη του δημιουργεί μια υποδοχή για το κάτω μέρος της λαβίδας, αυτής που θα ανοίξει όταν αντιληφθεί το σκουλήκι για να το συλλάβει με τα πριονωτά δοντάκια που έχει στις εσωτερικές μεριές του ράμφους ειδικά στα άκρα ώστε μα το τραβήξει έξω χωρίς δυσκολία. Εισχωρώντας βαθιά στο έδαφος το ράμφος της ανοίγει 3-5 εκατοστά μεσ' το χώμα και με τις ευαίσθητες νευρώσεις στο κάτω μέρος του εντοπίζει τέλεια την τροφή της, χωρίς καν να τη βλέπει. Αποτελεί το σημαντικότερο όργανό της, έχοντας υπόψη ότι καταγράφει και τα μαγνητικά κύματα των ζώων, την μεταβολή των καιρικών συνθηκών, καθώς επίσης και τους παραμικρούς θορύβους γύρω της. Δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε πως το ράμφος της μπεκάτσας είναι όργανο αφής, ακοής, και οράσεως .

Πολλές φορές, η μπεκάτσα, πριν χώσει βαθιά την μύτη της στο έδαφος, το "δοκιμάζει" τρυπώντας το λίγο , με αυτό τον τρόπο οι αισθητήρες του ράμφους της αντιλαμβάνοντα την πιθανή κίνηση άρα ύπαρξη από γαιοσκώληκες εκεί γύρω. Αλλη φορα πάλι , κάνει κάποιες κινήσεις περίεργες για να αναγκάσει τα σκουλήκια που βρίσκονται από κάτω να κινηθούν. Έτσι μόλις εντοπίσει την ύπαρξη τους χώνει το ράμφος στο έδαφος και τα πιάνει.
Mερικοί πτηνολόγοι λένε ότι ο ήχος που προκαλεί το βήμα της μπεκάτσας στο έδαφος ασκεί στα σκουλήκια την ίδια επίδραση που προκαλεί και ο ρυθμικός ήχος της βροχής έτσι προκαλεί τους ευαίσθητους αισθητήρες των σκουληκιών και τα ανεβάζει ποιο ψηλά στην επιφάνεια για να μπορεί να τα εντοπίζει ευκολότερα. Tα ρουθούνια της βρίσκονται κοντά στη βάση της μύτης της με συνέπεια να μπορεί να την έχει χωμένη στη γη χωρίς να δυσκολεύεται η αναπνοή της.

Η διατροφή της μπεκάτσας συμπληρώνετε από μικρά μαλάκια και ακρίδες και κατά την γνώμη ορισμένων ειδικών και από σπόρους η και άλλες φυτικές ύλες.