Welcome in Greece Welcome in Greece

 


ΑρχικήInitial Back

Oi έννοιες του "επιβλαβούς" και της "αρπακτικότητας" ...


Ένας σημαντικός παράγοντας που παίζει σπουδαίο ρόλο στην επιβίωση, στην αναπαραγωγή και στην αύξηση των θηραμάτων ενός βιοτόπου είναι κι ο πληθυσμός των επιβλαβών της κάθε περιοχής.

Ο όρος επιβλαβή είναι μία σχετική έννοια, αλλά στην περίπτωση της θηραματοπονίας εννοούμε τα αρπακτικά είδη που προκαλούν ζημιές στα θηράματα.

Είναι γεγονός ότι παρά τις ευνοϊκές οικολογικές συνθήκες που ισχύουν στη χώρα μας και το ιδιόμορφο τοπογραφικό ανάγλυφο, η θηραματική κατάσταση δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις και τις προσδοκίες των κυνηγών και ένας από τους λόγους που συμβαίνει αυτό σε ορισμένες περιοχές είναι και ο υπερπληθυσμός των επιβλαβών.

Παρ’ όλη την πληθώρα των φιλοθηραματικών έργων (βελτίωση βιοτόπων, απελευθερώσεις θηραμάτων, σπορές και διάφορες καλλιέργειες) που γίνονται από τις κυνηγετικές οργανώσεις με σκοπό την αύξηση του θηράματος, τολμούμε να πούμε ότι δεν είναι αρκετές στον συγκεκριμένο βιότοπο δεν γίνει ένας έλεγχος του πληθυσμού των επιβλαβών.

Στα μέτρα της θηραματικής διαχείρισης ενός βιοτόπου, λαμβάνει χώρα και ο έλεγχος του πληθυσμού των επιβλαβών ζώων, των αρπακτικών εκείνων ειδών (ζώων και πουλιών) που προξενούν ζημιές στα θηραματικά είδη.

Παλαιότερα, σε πολλές χώρες του κόσμου, πιστευόταν ότι η εξαφάνιση των αρπάγων (επιβλαβών) θα οδηγούσε στην μεγιστοποίηση του αριθμού των θηρεύσιμων ειδών. Σήμερα η έννοια του επιβλαβούς έχει αναθεωρηθεί και τους αναγνωρίζεται ο ρυθμιστικός τους ρόλος στην διατήρηση της βιολογικής ισορροπίας του οικοσυστήματος και της ευεργετικής επίδρασης που ασκούν στην διατήρηση υγιών και κατάλληλων γενετικά θηραματικών πληθυσμών.

Κρίνεται λοιπόν απαραίτητο να γίνεται έλεγχος των πληθυσμών των αρπακτικών και να καταπολεμούνται , όταν αυτά επηρεάζουν άμεσα τους πληθυσμούς των θηραμάτων ή προκαλούν ζημιές στις ανθρώπινες οικονομικές δραστηριότητες (γεωργία, κτηνοτροφία κ.α), σε καμία περίπτωση όμως δεν πρέπει να επιδιώκεται η εξαφάνισή τους. «Σε περίπτωση εξαφανίσεως των επιβλαβών ζώων, αρχικά βέβαια είναι δυνατόν να παρατηρηθούν θετικά αποτελέσματα όσον αφορά την πληθυσμιακή αύξηση ορισμένων θηραμάτων, όμως η αύξηση αυτή είναι προσωρινή.

Έτσι, μόλις οι εν λόγω πληθυσμοί υπερβούν τα όρια της ζωοχωρητικότητας του βιοτόπου, παρατηρείται αφενός απότομη και σημαντική μείωση λόγω τροφοπενίας, ασθενειών, παρασίτων κ.λ.π και αφετέρου σοβαρές διαταραχές του οικοσυστήματος (Παπαγεωργίου, 1980)».

Σήμερα οι πληθυσμοί ορισμένων αρπακτικών έχουν ομολογουμένως αυξηθεί πάρα πολύ και είναι επιζήμιοι για ορισμένα θηραματικά είδη. Η αύξηση αυτή ορισμένων αρπακτικών ζώων, γίνεται εύκολα αντιληπτή εάν κανείς παρατηρήσει τα σκοτωμένα ζώα που συναντάει στην άσφαλτο. Θα διαπιστώσει τότε ότι τα περισσότερα ανήκουν στους άρπαγες.

Μερικά από τα επιζήμια είδη προκαλούν άμεσες επιδράσεις στην μείωση των θηραμάτων, αφού μέρος του διαιτολογίου τους αποτελούν και θηραματικά είδη (αλεπού, αγριόγατος, κουνάβι, γεράκια κ.α) και άλλα επιδρούν έμμεσα στους θηραματικούς πληθυσμούς μέσω του ανταγωνισμού.
Ο ανταγωνισμός αυτός μπορεί να γίνεται είτε για την επικράτηση ενός βιοτόπου, είτε για την εύρεση τροφής, είτε για τις θέσεις κάλυψης και τις θέσεις φωλεοποίησης (κορακοειδή, κ.α).

Η αύξηση των πληθυσμών των περισσοτέρων αρπακτικών οφείλεται σε διαφόρους λόγους, μεταξύ των οποίων είναι:

    Α. Η δημιουργία εστιών προσέλκυσης των αρπάγων.
    Χαρακτηριστικές εστίες αποτελούν οι σκουπιδότοποι οι οποίοι παρέχουν άφθονη τροφή για ορισμένα αρπακτικά (αλεπούδες, κορακοειδή κ.α), με αποτέλεσμα να παρατηρείται αυξημένη αναπαραγωγή σε αυτά τα είδη.

    Β. Η έλλειψη θηρευτικού ενδιαφέροντος από τους κυνηγούς της χώρας μας για τα είδη αυτά (δεν θεωρούνται εδώδιμα).
    Θα πρέπει όμως οι κυνηγοί μας να αλλάξουν στάση και να συνειδητοποιήσουν ότι η συνδρομή τους στην καταπολέμηση των επιβλαβών (στα νόμιμα πλαίσια) είναι και δική τους «ευθύνη».

    Γ. Έπαψε να έχει αξία η γούνα και το δέρμα κάποιων αρπακτικών ζώων.
    Παλαιότερα προτού ανακαλυφθούνε οι συνθετικές γούνες, η αξία της γούνας και του δέρματος ορισμένων ζώων (αλεπού, κουνάβι), ήταν πολύ υψηλή και αποτελούσε σημαντικό κίνητρο για την θήρευσή τους.

    Δ. Η έλλειψη διαχειριστικού σχεδίου και συντονισμένων δράσεων (από την πολιτεία) που να προβλέπουν τον έλεγχο των πληθυσμών τους.

Σε πολλές προηγμένες θηραματοπονικά χώρες ο έλεγχος και η καταπολέμηση των επιβλαβών γίνεται κατά ένα μεγάλο μέρος από τα ίδια τα όργανα της θηροφυλακής και αποτελεί βασικό μέλημά τους. Σε μερικές χώρες δίδονται κίνητρα οικονομικής φύσεως στους κυνηγούς για την καταπολέμηση των επιβλαβών (π.χ. στην Κύπρο για τα κορακοειδή), ενώ σε άλλες χώρες η καταπολέμησή τους αποτελεί συνάμα και υποχρέωση των κυνηγών (π.χ. Βουλγαρία).

Στο παρελθόν ίσχυε και στη χώρα μας κάτι αντίστοιχο (οικονομικά κίνητρα) για τον φόνο της αλεπούς και των κορακοειδών, σήμερα όμως το μέτρο αυτό δεν υφίσταται.
Το νομικό πλαίσιο που υπάρχει σήμερα για την καταπολέμηση των αρπακτικών στη χώρα μας, όπως και σε όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιτρέπει την επιλεκτική καταπολέμηση των αρπακτικών και απαγορεύει ρητώς την χρήση δηλητηρίων και δολωμάτων.

Η επιλεκτική καταπολέμηση χρησιμοποιεί μέσα και μεθόδους (παγίδες σύλληψης, ομαδικό κυνήγι, κ.α) ώστε να αποφεύγεται η κατά λάθος θανάτωση κάποιου άλλου ζώου που ενδέχεται να γίνει με την χρήση δηλητηρίων, αλλά απαιτεί υψηλή οργάνωση για να έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα.

Η έννοια της αρπακτικότητας

Η έννοια της αρπακτικότητας πρέπει όλοι να συμφωνήσουμε ότι έχει παρεξηγηθεί. Αυτό έχει συμβεί γιατί δεν έχει γίνει αντιληπτός ο ρόλος των επιβλαβών στην «τροφική αλυσίδα» και στην διατήρηση της ισορροπίας του οικοσυστήματος καθώς και της ευεργετικής επίδρασης που αυτά ασκούν στη διατήρηση υγειών και άριστων γενετικά πληθυσμών.

Αυτό αναλύεται ως εξής: Τα επιβλαβή είναι επιζήμια για τα θηράματα γιατί αποτελούν λεία γι αυτά, από την άλλη μεριά όμως, τ’ άτομα που σκοτώνονται από τα επιβλαβή είναι συνήθως τα άρρωστα και τα γηραιά.

Όμως υπάρχει και η άλλη άποψη του νομίσματος όπου ορισμένα επιβλαβή προκαλούν ολοκληρωτικές ζημιές στις φωλιές των θηραμάτων, τρώγοντας τ’ αβγά. Γενικά μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι η έννοια της αρπακτικότητας έχει να κάνει με τον πληθυσμό του επιβλαβούς.
Το πιο σωστό είναι να εκτιμάται πρώτα ο πληθυσμός τους και μετά να προβαίνουμε σε τρόπους καταπολέμησής τους, αλλά χωρίς να επιδιώκεται και η εξαφάνισή τους.

Σε περίπτωση εξαφάνισης των επιβλαβών θηραμάτων, αρχικά βέβαια είναι δυνατόν να παρατηρηθούν θετικά αποτελέσματα όσον αφορά την πληθυσμιακή αύξηση των άλλων θηραμάτων, όμως η αύξηση αυτή θα είναι προσωρινή.
Έτσι μόλις ο πληθυσμός του προστατευόμενου θηράματος έχει αυξηθεί υπερβολικά, θα παρουσιαστούν προβλήματα που θα έχουν άμεση σχέση με την επιβίωση του θηράματος, διότι ο πληθυσμός του θα υπερβεί το όριο της ζωοχωρητικότητας με αποτέλεσμα τον ανταγωνισμό και την εμφάνιση ασθενειών λόγω μείωσης της φυσικής αντοχής του πληθυσμού του θηράματος.

Οι θεωρίες αυτές σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να γενικευτούν διότι δεν υπάρχουν σήμερα ακριβή δεδομένα για τις πληθυσμιακές διακυμάνσεις των θηραμάτων και τις αλληλεπιδράσεις τους με τα επιβλαβή.
Αναμφισβήτητα υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες όπως η χωροκράτηση του επιβλαβούς, ο τύπος του βιότοπου, οι τροφικές συνήθειες του θηρευτή, η πυκνότητα της λείας του θηράματος, κ.ά., που πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη όταν θέλουμε να μιλήσουμε με ακρίβεια για τον όρο της αρπακτικότητας και τις αρνητικές επιδράσεις των επιβλα-βών στους πληθυσμούς των θηραμάτων.

Επιβλαβή και απελευθερωμένα θηράματα

Αναμφισβήτητα τα επιβλαβή αποτελούν την κυριότερη μάστιγα των απελευθερωμένων θηρα-μάτων. Σε αρκετές περιπτώσεις όταν έχουμε απελευθέρωση θηραμάτων σ’ ένα βιότοπο, έχουμε μία εκπληκτική προσέλευση επιβλαβών στο μέρος αυτό, διότι τα θηράματα αυτά αποτελούν εύκολη λεία των αρπακτικών.
Έχουμε αναφερθεί και στο παρελθόν σε ανάλογα άρθρα, ότι τα θηράματα που προορίζονται γι απελευθέρωση σ’ ένα βιότοπο πρέπει πρώτα να περ-νούν μια μεταβατική περίοδο στους κλωβούς εξοικείωσης για ν’ αντεπεξέρχονται καλύτερα στο φυσικό περιβάλλον, απέναντι στους φυσικούς τους εχθρούς.

Οι απώλειες των απελευθερωμέ-νων θηραμάτων προέρχονται τόσο από ημερόβια όσο και από νυκτόβια αρπακτικά. Σ’ αυτά ανήκουν πολλά πτηνά αλλά και σαρκοφάγα θηλαστικά. Το διπλοσάινο για παράδειγμα, μπορεί να εξολοθρεύσει με τακτικό και μονότονο ρυθμό τις πέρδικες, τα ορτύκια και τους φασια-νούς που απελευθερώνονται.

Παλαιότερα η καταπολέμηση των επιβλαβών γινόταν με δύο τρόπους: τα χημικά και τα μηχανικά μέσα. Η απαγόρευση όμως της χρήσης των χημικών μέσων από την κοινοτική οδηγία 79/409 έχει αναγκάσει τους διαχειριστές να εφαρμόζουν μόνο τα μηχανικά μέσα.

Τα μηχανικά μέσα που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση των επιβλαβών εξαρτώνται από το είδος που θέλουμε να καταπολεμήσουμε. Τα κυριότερα μέσα είναι η φάκα και το δόκανο, που τα χρησιμοποιούμε για τις νυφίτσες, τα κουνάβια και τις αλεπούδες. Ένα άλλο μέσο είναι η συρματοθηλιά αλλά για να έχει καλύτερα αποτελέσματα πρέπει να συνδυάζεται με κάποιο δόλωμα.

Για τα επιβλαβή πτηνά το καλύτερο μέσο αντιμετώπισής τους είναι οι παγίδες, οι οποίες είναι ειδικά κλουβιά με δικτυωτό σύρμα που παγιδεύουν το αρπακτικό και δεν μπορεί να απελευθερωθεί μετά την είσοδό του στο κλουβί.
Τέλος, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε και τα λειόκαννα κυνηγετικά όπλα, που αναμφισβήτητα είναι και το πιο αποτελεσματικό μέσο, αφού τα περισσό-τερα επιβλαβή έχουν χαρακτηριστεί θηρεύσιμα.

Πέτρου Χ. Πλατή: Δασοπόνου-Θηραματοπόνου
Γρηγόρη Τσοκανά: Δασοπόνοy

© Giorgio Peppas