Welcome in Greece Welcome in Greece

 

ΑρχικήInitial ΠίσωBack ΑπόψειςΑπόψεις


Παραδόσεις !!!



Μου είναι αδύνατο ν' αποφύγω την άχαρη μονοτονία που με πνίγει και σφίγγει την καρδιά μου όσο πάει.
Πονώ για τα θηράματα που χάνονται από την ασυλογιστιά μας και βλέπω πως το μέλλον μας κλίνεται σε πολύ στενά περιθώρια.
Τα γράφω και τα ξαναγράφω αυτά. Αυτό θεωρώ ζωτικό μου θέμα, που έμμονα με οδηγεί στις ιερεμιάδες και στις πτωχοπροδρομικές θρηνωδίες. Οι αισιόδοξοι να καγχάζουν για το ότι κλαίω.
Οι ζεμανφουτίστες ας με ειρωνεύονται, οι ρηχοί και νεοχειροτόνητοι ψευτοκυνηγοί, ας με καταφρονήσουν.
Μαζί μου έχω τους γνωστικούς που κι αυτοί σαν και μένα «κρούουν τον κώδωνα» της συμφοράς που μπροστά στην πόρτα μας στέκει.

Το κυνήγι χάνεται, φωνάζουν, από την απερισκεψία μας και από την ανοργανωσιά στην οποία το έχου­με ριγμένο.
Και σ' αυτό φταίμε εμείς. Εμείς μονάχα οι κυνηγοί και όχι οι νόμοι «οι επιει­κείς» κλπ.

Ο νέος νόμος που περιμένουμε σαν πανάκεια, δεν θα ωφελήσει, όταν εμείς δεν συνετιστούμε.
Και σύνεση θα πει, κατοχή όλων των προβλημάτων που προβάλλουν στη λειτουργία της κυνηγεσίας και εντατική προσπά­θεια αποσοβήσεως του κινδύνου που επαπειλεί το λειτούργημα μας, πριν αυτό εξουθενωθεί και πριν συντελεστεί το ανεπανόρθωτο κακό.

Και για το κακό που έρχεται θρηνώ και οδύρομαι. Και οι αιτίες πολλές και πολλές φορές τις ανέλυσα λεπτομερειακά. Σήμερα θα κάνω μικρή ανασκόπηση και θα διακηρύξω ίσια και παστρικά:
Όχι εμπρός!
Ολοταχώς πίσω προς την παλιά παράδοση ίων κυνηγών.

Η πρόοδος είναι και η καταστροφή μας.
Παραφωνία δεν είναι η πίστη μου. Η Ζωή κινείται σε κύκλους. Αρχίζει από ένα σημείο και κυκλώνεται πάλι στο ίδιο.
Οι μεσαίωνες ξανάρχονται και στην τροχιά της κυνηγετικής πορείας η οπισθοδρόμηση προς ένα μεσαίω­να κυνηγεσίας είναι αναγκαία και σωτήριο.

Περί κυνηγεσίας απλώστε πρόκειται, που δεν είναι και ζήτημα του καθόδου πολιτισμού και της στροφής της κοινωνίας προς τα πίσω, αίτια περί μίας αθλητικής ασχολίας, ορισμένων ανθρώπων, που σαν αθλητές πρέπει ν' αναζητήσουν ή πρέπει να οπισθοχωρήσουν προς τα πρότυπα των παλιών αθλητών , εφόσον οι καινούργιες μορφές της προόδου που χρησιμοποιούν στο άθλημα τους οδηγεί στην εξαθλίωση και την συντέλεια.

Βάδην θα πει βάδην με τα πόδια και όχι με πατίνια και αυτοκίνητα τροχοπέδιλα.
Τα σπορ εξάλλου , από την Ολυμπία σαν ξεκίνησαν και αν επαναλαμβάνονται στο Ελσίνκι του Βορρά και στην Μελβούρνη του νότου , με τα ανθρώπινα νεύρα και τα στήθια συντελούνται , στο χώμα και την σκόνη , όχι στην άσφαλτο και ούτε με πνευμόνια ντηζελομηχανών.

Κυνηγός και θήραμα:

Υπάρχει μία βασική αλήθεια που λίγοι θηρευτές την σκέφτονται και την υπολογίζουν ,θεωρούν τον εαυτό τούς ότι είναι ίο ίδιο με ιούς ψαράδες.
Τα ψάρια, είναι γνωστό ότι μόνα τους γεννοβολούν και πληθαίνουν στα πέλαγα, τις λίμνες και τους ποταμούς.
Ο ψαράς ενδιαφέρεται να ταΐσει τον αλιευτικό του πλούτο. Τον καρπώνεται, δίχως έξοδα και όλη του η προσπάθεια συνίσταται στο ν' αυξήσει και να τελειοποιήσει τα μέσα του ψαρέματος, δίχτυα, άγκιστρα, βάρκες, φράγματα κλπ.

Στα ίδια πλαίσια κινείται και ο κυνηγός από τις συνήθεια που κληρονόμησε από τις περασμένες γενιές των θηρευτών.
Παράξενο και πολύ εξωφρενικό θα του φανεί αν του πεις ότι το θήραμα με τις σημερινές συνθήκες που έφερε ο πολιτισμός, με την κατανίκηση της φύσης, έχει ανάγκη να περιθάλπεται όπως ο ανήμπορος άνθρωπος, να ταΐζεται, όπως τα ζώα του σπιτιού, να λαμβάνεται φροντίδα για τα βοσκοτόπια τους ,κυνηγότοπους ,όπως γίνεται και για τα ζώα των κτηνοτρόφων. Θα τον γιουχάρει ο κυνηγός, όπως γιουχά­ρει ο μπρογκάρης τ' αγριογούρουνα στις παγάνες, αν του πεις να δώσει δέκα δραχμές πάνω στην άδεια του για να ληφθούν μέτρα κατά των ασθενειών των θηραμάτων ή για τη διοχέτευση νερού στη ξηρά κατά το καλοκαί­ρι κυνηγοτόπια.
Το θήραμα θεωρείται από παράδοση και από όλους μας res NULIUS, κτήμα αδέσποτο και έχει δικαίωμα ο καθένας να το κατακτά, αρκεί να έχει το προσόν να το επιτυγχάνει.

Αν μας επέβαλαν να πληρώνουμε φόρο κτήσεως λαγού πέντε δραχμές και για τις πέρδικες δύο, θ' ανατρέχαμε στους νομοδιδασκάλους και στον Αρμενόπουλο, για να βρούμε αν στέκει ή όχι η φορολογία από τά­δε και δείνα απόψεως.

Τα σημερινά θηράματα έχουν ανάγκη προστασίας:

Και όμως σήμερα με την τελειοποίηση των μέσων που διαθέτει ο άνθρωπος και τα ψάρια και πολύ περισσότερο τα θηράματα έχουν ανάγκη προστασίας.

Αυτά διαθέτουν τις φυσικές τους δυνάμεις μοναχά και καμία εξέλιξη δεν υπέστησαν.
Δεν απόκτησαν μέσα άμυνας τελειότερα από εκείνα που διέθεταν οι προγονοί τους, εκτός από κάποια πονηράδα βελτιωμένη κάπως, εξαιτίας τους άγριου και ωμού κυνηγήματος που υφίστανται από τους πάμπολλους εχθρούς μας.

Περιορίσαμε τα λημέρια τους με τις εκθαμνώσεις και αποξηράνσεις βάλτων. Διεισδύ­σαμε και στα απρόσιτα τους ακόμα καταφύγια με την χάραξη δρόμων και με τα σύγχρονα μέσα συγκοινωνίας.
Εντοπίσαμε το ενδιαφ­ρον μας και το αυξήσαμε με την γαστριμαργία μας, για το απόχτημα φαγώσιμου θηράματος και εγκαταλείψαμε το κυνήγι των βλαπτικών αγριμιών που από άποψη αθλήσεως, το κυνήγημα του είναι ανώτερο και αξιότερο από το κυνήγι του «ευγενούς» όπως λέμε θηράματος.

Αν κοντά σ' αυτά, προσθέσουμε και κείνα που κάθε μέρα πιπιλίζουμε και στέγνωσε το σάλιο μας ,ανεγκέφαλοι λαθροθήρες, μυρμηγκιά κυνηγών κλπ, κλπ θα τραβήξουμε τα μαλλιά μας και θα πούμε:
Ταλαίπωρα κυνήγια πως στέκεστε ακόμα στη ζωή, έστω και λιγοστά και φτερώνετε τις ελπίδες μας και δικαιολογείτε την ύπαρξη μας, μεγαλοπρεπή κιόλας, γιατί τα πόδια μας τ' αντικατέστησαν οι ρόδες των αυτοκινήτων, τα μολυβένια σκάγια μας έγινα χρυσά, τα ταγάρια μας , ψυγεία, τα σκυλιά μας ραντάρ, τα όπλα μας μυδράλια,. η γνώριμη παρέσυρα μας συρφετός και λεφούσι.

Απόκληρα όντα, το κρίμα σας να 'χουμε γιατί δεν σας προστατέψαμε. Σκεφτήκαμε γι1 αυτό πλατωνικά.
Γράψαμε στα χαρτιά θεωρίες, πως πρέπει να σας προστατέψουμε και έμειναν στα χαρτιά, όπως κι εμείς μετά τον βέβαιο χαμό σας θα μείνουμε στις φωτογρα­φίες σαν γελοιογραφικές φιγούρες.

Παλαιά " καθεστώτα κυνηγεσίας: Το απρο­στάτευτο θήραμα παραδόθηκε σήμερα στη βουλιμία και αχορτασιά των σημερινών κυνη­γών, που διαθέτουν μέσα ανώτερα και τελειότερα εκείνων που χρησιμοποιούσαν οι παλιοί σωστοί κυνηγοί.
Η τελειοποίηση όμως των μέσων κυνηγεσίας, δεν είναι ο καθαυτό λόγος της ελαττώσεως ίων θηραμάτων.
Κυριότερος λόγος είναι η αλλαγή των συνθηκών που χρησιμοποιεί σήμερα η μάζα των κυνηγών.

Και, γι' αυτήν, θα τα πούμε παρακάτω, σε άλλη παράγραφο.
Εδώ μιλούσαμε για τους παλιούς κυνηγούς, που και η ψυχαγωγία τους ήταν διαφορετική οπό τη δική μας και οι αντι­λήψεις του περί κυνηγίου αλλιώτικες.
Οι παλιοί κυνηγοί, πολύ λιγότεροι ι από μας, ήταν κυνηγοί «εγχώριοι», αν ταιριάζει ο όρος. «Εγχώριος» κυνηγός κατά την έννοια που δίνω, θα πει ο κυνηγός του τόπου, πόλεως, χωριού ,που φύτρωνε στον τόπο του από δική του ροπή προς το κυνήγι, είτε από κληρονομική παράδοση του πατέρα ή του θείου.

Ο «εγχώριος» αυτός κυνηγός γνώρίζε τα κυνήγια του τόπου του, τους κυνηγότοπους και εξασκούσε τη θήρα, ομότυπα σαν τους προγόνους του, χωρίς να φροντίζει ν' ανακαλύψει νέες μορφές και μέσα και τόπους κυνηγίου. Τυποποιημένο το κυνήγι του τα όπλα του και τα σκάγια του, η παρέα και ο τόπος που κυνηγούσε.
Γνώρίζε δέκα, είκοσι πόστα και απ' αυτά περίμενε την τύχη του. Αναζητήσεις και τυχοδιωκτισμούς δεν ήξερε. Αν υπήρχε κυνήγι το χτυπούσε εκεί που κάθε χρόνο έκανε το ίδιο.

Η χρονική περίοδος του κυνηγίου και το εί­δος του θηράματος ίου πήγαινε να σκοτώσει, ήταν επίσης τυποποιημένο και τοποθετημένο σε χρονικά όρια ανάλλαχτα. Ήταν, λόγου χάρη, κυνηγός του Λαγού, με λαγωνικό; θ' άρχιζε το κυνήγι του λαγού όχι όπως το καθορίζει η άδεια θήρας, αλλά η βροχόπτωση και η Οκτωβριανή εποχή.
Τον Αύγουστο που άρχίζε το κυνήγι δεν έβγαινε σ' αυτό.
Αυτός που ήταν κυνηγός με σκυλί φέρμας, έβγαινε στο κυνήγι της πέρδικας και του ορτυκιού όταν ο καιρός το παράγγελνε και η εποχή το καλούσε.
Δεν τον ενδιέφερε ου έχα­σε ευκαιρίες να σακατέψει τις πέρδικες τον Αύγουστο που είναι συγκεντρωμένες στα λιγοστά νερά του τόπου.

Κυριαρχούσε μέσα του η αντίληψη ότι το κυνήγι πρέπει να γίνεται σε μέρα που σε καλεί στο κυνήγι και όχι γιατί σου το επιτρέπει η άδεια ή σου το προσφέρει το ταξίδι που για δουλειά σου κάνεις σε ξένο μέρος.
Χωρίς να σου απαγόρευσαν να κυνηγάς σε περιοχές έξω από την περιοχή του τόπου σου, δεν πήγαινες αυτού έστω και αν άκου­γες ότι στο δείνα μέρος αφθονούσε το θήρα­μα.
Και αυτό όχι από σεβασμό σία θηράματα ξένου τόπου, αλλά διότι το κυνήγι στο γνωστό σου τόπο έχει κάποια γοητεία, όπως ο «ερατεινός» καφές που είναι νοστιμότερος όταν τον πίνεις σε ορισμένο καφενείο και μάλιστα θρονιασμένος στην ίδια καρέκλα και γωνιά, σαν χθες.

Η ρουτίνα φίλτατοι, επιβάλλεται οργανικά και την ακολουθούμε με όποιες τις δυνατότητες που έχουμε για ν' αλλάξουμε την τυπικότητα και μονομέρεια τους.
Και ρουτινιάρικο κυνήγι εξασκούσαν οι παλιοί κι ένοιωθαν ευχαρί­στηση γιατί πάντα στη φαινομενική μονομέρεια του τρόπου της ζωής μας, παρεισδύουν νέα στοιχεία, που την διαποικίλουν και την κάνουν ελκυστική και αναπόδραστη.
Η παρέα του χωριού μας που νοσταλγούμε στις ξενιτιές που μας προσφέρουν ασύγκριτα αγα­θά από το χαμόσπιτο της γενέτειρας, δεν οφείλεται στην ψυχαγωγία αυτή;
Εξάλλου το κυνήγι σε άγνωστους τόπους, δεν προσφέρει τη χαρά που προσφέρει ένα κυνήγι σε γνώριμα μέρη και είναι δυσκολότερο, γιατί δεν γνωρίσεις που υπάρχουν θηράματα και τ' αναζητείς τυχοδιωκτικά και δεν ξέρεις ακόμα και τις συνήθειες τους, την διαφυγή και την αναζήτηση τους πάλι.

Έπειτα, ο γνώριμος τόπος που κυνηγάς και γνωρίσεις, καταλεπτώς, βράχια, μονοπάτια, σφιχτώματα, γκρεμούς, νερά και δέντρα, άνε­ση και επιτυχία.
Παραβάλεις παλιά περιστατι­κά του τόπου εκείνου και με την πείρα που έ­χεις, δρας με αυτοπεποίθηση και εκ του ασφαλούς.
Γνωστού σου τόπου, γνωστά είναι και τα κυνήγια και αν δεν τα βρίσκεις, θα πει: ή ότι έκανες εσφαλμένο ψάξιμο και πορεία, οπότε επανορθώνεις το σφάλμα με δεύτερο ψάξιμο ή ότι ο καιρός δεν βοηθά, οπότε καπό είναι να εγκαταλείψεις το κυνήγι.

Οι παλιοί κυνηγοί, δεν είχαν και τη μανία του νούμερου.
Κυνηγούσαν συντροφικά και τους αρκούσε ο μεζές. Τέσσερις κυνηγοί συ­ντροφικά κυνηγώντας αν βαρούσαν δύο λαγούς, ήταν αρκετό να ευχαριστηθούν και να τους μοιραστούν από μισό.
Σήμερα το ατομικό κυνήγι επιβάλλει να σκοτώσει κάθε κυνη­γός το θήραμα του, για δόξα και τιμή και με το ισχυρισμό ότι δεν πρέπει να χάσει την κάθε ευκαιρία που δεν θα ξαναβρεί.

Είχαν ακόμα οι παλιοί την ψυχολογία, να ευχαριστιούνται από το καλό κυνήγημα του σκυλού τους.
Γνώρισα ανθρώπους να κυνηγούν με τρία Γκέκικα, που γύρίζαν το λαγό στα πόδια τους και δεν τον τουφεκούσαν, μόνο και μόνο για ν' απολαμβάνουν τα κλαφουνίσματα των σκυλιών τους και να ικανοποιούνται με το περίτεχνο κυνήγημά τους.

Υπήρχαν ακόμα κυνηγοί, που έδιναν αξία περισσότερη στην ομορφιά του σκύλου τους , σιλουέτα σώματος, χρώμα τριχώματος και όχι στη θηρευτική αξία του συντρόφου τους.
Ο μακαρίτης καθηγητής Λέων Λεονταρίδης, άλλαζε σκύλους δυναμικούς και άξιους στο κυνήγι που έκαναν, με σκυλιά που δεν κυνηγούσαν λαγό, με ελαττωματική μυρωδιά, που είχαν όμως το προσόν του εύηχου και μουσι­κού κλαφουνίσματος, που ομόρφαινε το από­κοσμο κυνηγοτόπι.

Και πολύ σωστά. Το κυνήγι, αγαπητοί, εί­ναι απόλαυση και όχι κερδοσκοπία σαν τις δουλειές «του ποδαριού».
Επαγγελματίες κυνηγοί δεν υπήρχαν και αγορά που να που πάει θηράματα έλειπε.
Οι κυνηγοί ήταν μετρημένοι και γνωστοί στο περίγυρο τους και τους υπολόγιζαν για ανθρώπους που είχαν τα προσόντα του σκληραγωγημένου και τόμπρου ανθρώπου.
Αβροδίαιτος και ντελικάτος συντοπίτης, δεν μπορούσε ν' αποφασίσει να μπει μέσα στο σινάφι ιούς.

Έκαναν ακόμα οι παλιοί εκείνοι κυνηγοί και μία οικονομία, στο τρύγημα των θηραμάτων.
Ορισμένη εποχή κυνηγούσαν την πέρδικα, ορισμένη το λαγό και κατόπι επιδίδονταν στο κυνήγι του χοντρού θηράματος, στις παγάνες. Τέτοιους κυνηγούς βρίσκεις ακόμα στα χωριά της Θράκης και θα διατηρούσαν την παράδοση τους ακόμα, αν δεν έμπαινε στη μέση το φθοροποιό νόημα.
Οι έμποροι τους τάζουν 2000 δραχμές το κιλό λαγού και τώρα το έριξαν κι αυτοί στο εμπόριο, μια και δεν έχουν δουλειά και το σιτάρι τους δεν έχει πέραση.
Έτσι άρχισαν να κυνηγούν και πέρδικες και μπεκάτσες, που κάποτε δεν τις έδιναν σημασία.

Νέα καθεστώτα κυνηνεσίας:

Η σημερινή εποχή που έκανε το βαρκάρη εφοπλιστή και το βαστάζο αυτοκινητιστή, μετέβαλε «άρδην» και τις συνήθειες και την ψυχολογία του κυνηγού.
Τώρα δεν απαιτούνται γνώσεις κυνηγετικές και πόδια και εμπειρίες /Έχεις την ευκολία ν' αποχτήσεις ένα βροντάρι και ένα αυτοκινητάκι για να σε μετακινεί από δω κι από εκεί, κυνηγός έγινες.
Τα κυνηγετικά σωματεία σε παρακαλάνε για να σου βγάλουν την άδεια και δίχως να υπογράψεις ακόμα την αίτηση σου, για να εισπράξουν τη γαλαντομία σου, τα χρήματα της ετήσιας συνδρομής.

Σε βαφτίζουν αμέσως και βαφτίσεις και συ άλλους, όσους χωρά η κολυμβήθρα σου αυτοκινήτου σου και γίνεσαι πανελλήνιος κυ­νηγός, κοσμοπολίτης θηρευτής, πολύμαθος κυνηγάρης!
Κουρτίζεις τη κούρσα σου και τραβάς όπου βγάλει και ρίχνεις σε ότι σου τύχει.
Μπόσικα τα φυσέκια πρόθυμοι οι λαλίστατοι της παρέας του συγκυνηγοί, πληροφο­ρίες κάπιες από τις ανταποκρίσεις των περιο­δικών, ευκαιρίες οι γιορτές και τα Σαββατοκύριακα της κλειστής αγοράς και η άδεια της υπηρεσίας σου.
Αν μάλιστα έχει και προϊστάμενο Γαργαντούα, που λιχουδεύεται τούς λα­γούς, πληρώνεις την άδεια σου με την υπό­σχεση «λαγού με πετραχήλια » και ξεμακραίνεις την ακτίνα δράσεως σου, για να βρεις λαγούς με μακρύτερα πετραχήλια.

Λεν σ' ενδιαφέρει, μια και σου 'δωσαν ά­δεια να κυνηγάς, τίνος είναι αυτό το κτήμα που λέγεται Εθνικός θηρευματικός Πλούτος της Χώρας, πως γεννιέται, πως αυξάνει, πως διατηρείται, τι δεινά υφίσταται, σε ποιο σημείο ήταν και που έφτασε, τι αντιμετωπίσει και αν σήμερα υπάρχει και αύριο εξαφανίζεται, απ' αυτήν και εκείνη την αντιξοότητα και αβελτηρία του κυρίου του.

Κατέχεις τη φιλοσοφία της «επιπολής» με απύθμενο βάθος άγνοιας και η αναλγησία «εκούσια και ακούσια» σε καθοδηγεί να γίνεις κουρσάρος των αγαθών σου και γκρεμιστείς του σπιτιού σου.

Τριακόσιες χιλιάδες είναι σήμερα οι επίση­μοι κυνηγοί της χώρας μα; και άλλες αρκετές χιλιάδες ανεπίσημοι, δίχως άδεια δηλαδή, χωρικοί, ξωχάρηδες, φύλακες και μάϋδες.
Αν αυτοί οι άνθρωποι εξεταστούν από απόψεως κυνηγετικής συνειδήσεως και κατοχής προσόντων που είναι απαραίτητα για έναν κυνηγό, θα φανεί ότι η πλειονότητα είναι ακατάρτιστη και αγνοεί τα απλά στοιχεία της κυνηγεσίας και των σκοπών της.

Είναι, η πλειονότητα αυτή, οι παρείσακτοι οι νεύληδες, οι εφήμεροι συνκυνηγοί που αλλοίωσαν το υπέροχο αυτό άθλημα και έγιναν υπαίτιοι του αφανισμού των θηραμάτων.
Αυτοί μας οδηγούν στην πανωλεθρία και μας έφεραν κιόλας στο χείλος της αναπόφευκτα, γιατί αυτοί σαν πλειοψηφία είναι και μπροστάρηδες.
Η μειοψηφία εξουδετερώθηκε. Οδηγεί το «προφάνουμ βούλκγους» με θορύ­βους και τυμπανοκρουσίες και πνίγεται η φω­νή της σωτηρίας.

Αγ. Ποιμενίδης
Διαμόρφωση Γ Πέππας

ΕΠΑΝΩ-UP