Welcome in Greece Welcome in Greece

 
Welcome in Greece
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
MEΛΕΤΗ ΓΕΝΕΤΙΚΗΣ ΤΑΥΤΟΠΟΙΗΣΗΣ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣΤΗΣ ΟΡΕΙΝΗΣ &ΝΗΣΙΩΤΙΚΗΣ ΠΕΡΔΙΚΑΣ
ΥΒΡΙΔΙΣΜΟΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΕΙΔΗ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ ALECTORIS
ΕΜΠΛΟΥΤΙΣΜΟΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΛΗΘΥΣΜΩΝ - ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ
...................
..................


HomeInitial    Hellenic pagesBack Hellenic pagesΟρεινή


.

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΛΗΘΥΣΜΩΝ ΤΗΣ ΠΕΡΔΙΚΑΣ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ

Τα τέσσερα είδη του γένους Alectoris της Μεσογείου, δηλαδή η κοκκινοπέρδικα (Α. rufa), η ορεινή πέρδικα (Α. graeca), η βραχοπέρδικα (Α. barbara) και η νησιώτικη {Α. chukar) είναι είδη μεγάλης θηρευτικής αξίας.,
Τα είδη αυτά συμπεριλαμβάνονται στον Ευρωπαϊκό Κατάλογο Διατήρησης (SPEC - Species of European Conservation Concern), και ανήκουν στην κατηγορία των τρωτών (RLP, RP, CK) ή ακόμα και των κινδυνευόντων (ΒΡ) ειδών (Tucker and Heath 1994). Μάλιστα πολλά είδη του γένους Alectoris θεωρούνται απειλούμενα με βάση κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης (79/409 CEE Αρ. 2/1, 3/1; BERN Αρ. 3), κυρίως εξαιτίας της μεγάλης μείωσης των πληθυσμών τους.

Οι κυριότεροι βιότοποι της πέρδικας είναι οι ανοιχτοί δασότοποι, οι βοσκότοποι και οι αμπελώνες που δημιουργήθηκαν τις τελευταίες χιλιετίες ως αποτέλεσμα των ανθρώπινων δραστηριοτήτων που αφορούσαν τη γεωργία και τη βόσκηση (Camp and Simmons 1980). Τα δύο είδη, στο παρελθόν, συνυπήρξαν αρμονικά με τον άνθρωπο ευεργετούμενα από τις παραδοσιακές μορφές γεωργίας και κτηνοτροφίας.
Οι ήπιες αυτές μορφές χρήσης της γης δημιούργησαν μια ποικιλία βιοτόπων, όπου τα δύο είδη κάλυπταν όλες τις βιολογικές απαιτήσεις για την επιβίωση και την αναπαραγωγή τους. Τις τελευταίες δεκαετίες στη χώρα μας - αλλά και σε όλη την Ευρώπη (π.χ. Απέννινα όρη, Σικελία) - οι πληθυσμοί της ορεινής πέρδικας παρουσιάζουν μια σημαντική και ανησυχητική μείωση (Papaevangelou 1979, Handrinos and Acriotis 1997, Randi et ah 2003) εξαιτίας φυσικών και ανθρωπογενών παραγόντων.
Στην Ελλάδα ο πληθυσμός της ορεινής πέρδικας εκτιμάται σε 7 - 13.000 ζευγάρια (Papaevangelou 1979), ενώ σε όλη την Ευρώπη σε 78.000 ζευγάρια. Νεότερη έρευνα που εκπονήθηκε από το Τμήμα Δασολογίας & Φυσικού Περιβάλλοντος του Α.Π.Θ. στο γεωγραφικό διαμέρισμα της Ηπείρου, με τη χρηματοδότηση του Υπουργείου Γεωργίας για τα έτη 1999 έως 2001, εκτιμήθηκε για την Ήπειρο στα 18.000 άτομα με μικρή διακύμανση κατά τη διάρκεια των τριών ετών (Παπαγεωργίου και άλλοι, 2002).
Επίσης σε έκδοση του Υπουργείου Γεωργίας με τίτλο «Κριτήρια και δείκτες αειφορικής διαχείρισης των δασών της Ελλάδας» του 2000 περιλαμβάνονται αποτελέσματα κυνηγετικής κάρπωσης του έτους 1995-1996 της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας Ελλάδας που αναφέρουν ότι το συγκεκριμένο έτος η συνολική ετήσια κάρπωση ορεινής πέρδικας ανήλθε στα 50.000 πουλιά, ενώ της νησιωτικής πέρδικας στα 52.000 πουλιά.

Τα νεότερα στοιχεία καταδεικνύουν πιθανή υποεκτίμηση του πληθυσμού από τον Παπαευαγγέλου το 1979.
Η κατάσταση δεν είναι καλύτερη ούτε για τη νησιώτικη πέρδικα. Όπως μαρτυρούν πολλοί περιηγητές, το είδος αφθονούσε στα νησιά του Αιγαίου μέχρι και τα μέσα του 20° αιώνα, σε σημείο να δημιουργείται σε διάφορες περιοχές πρόβλημα στις καλλιέργειες. Το είδος έπαιζε σημαντικό ρόλο και στη διατροφή των κατοίκων και σε μέρη όπως η Κύθνος, η Κέα και η Ανάφη, γινόταν εξαγωγή αυγών και πουλιών για τον εμπλουτισμό των βιοτόπων άλλων Ευρωπαϊκών χωρών.
Η σημερινή κατάσταση όμως ελάχιστα θυμίζει το παρελθόν της νησιώτικης πέρδικας στο Αιγαίο. Σε πολλά νησιά έχει σχεδόν εκλείψει, ενώ οι πληθυσμοί της, εκτός λίγων εξαιρέσεων, είναι παντού μικροί και συνεχώς μειώνονται.

Ως οι σημαντικότεροι παράγοντες για τη μείωση των πληθυσμών των δύο ειδών αναφέρονται:

1. Η υποβάθμιση ή και η καταστροφή των ενδιαιτημάτων τους.
Ο κυριότερος παράγοντας που επηρέασε αρνητικά τους πληθυσμούς της πέρδικας είναι η υποβάθμιση των ενδιαιτημάτων της, η οποία επηρεάζει και άλλους παράγοντες όπως είναι η διαθέσιμη τροφή ή η ευκολία θήρευσής τους. Η εγκατάλειψη των γεωργικών καλλιεργειών και ειδικότερα των σιτηρών, σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές είχε ως συνέπεια τη μείωση της διαθέσιμης τροφής για τις πέρδικες, όσο και για είδη που διαβιούν σε ανάλογα ενδιαιτήματα.
Επιπλέον η μείωση της ορεινής κτηνοτροφίας, είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία συμπαγών μαζών αείφυλλων πλατύφυλλων, ακατάλληλων για τη διαβίωση της πέρδικας. Στον λόγο αυτό οφείλεται και η παρατηρούμενη πληθυσμιακή μείωση της ορεινής πέρδικας σε περιοχές οι οποίες λόγω του περιορισμού της βόσκησης και των περιοδικών πυρκαγιών έχουν μεταβάλλει τα αρχικά στάδια οικολογικής διαδοχής με άλλα πιο προχωρημένα.
Αποτέλεσμα των αλλαγών αυτών είναι να αντικατασταθούν οι ετήσιες πόες (είδη κατάλληλα για την παροχή τροφής στην πέρδικα) με ετήσια και πολυετή αγρωστώδη των οποίων οι σπόροι θεωρούνται ακατάλληλοι ως τροφή για την πέρδικα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αναφερομένη βόσκηση θα πρέπει να είναι ορθολογική και να μην ξεπερνά τα όρια της ζωοχωρητικότητας του βιοτόπου. Στην αντίθετη περίπτωση η υπερβόσκηση είναι καταστροφική όχι μόνο για την άγρια πανίδα αλλά και το οικοσύστημα γενικότερα.
Ανθρώπινες δηλαδή δραστηριότητες, όπως η υπερβόσκηση, οι εκχερσώσεις, η εξαφάνιση των φυσικών φραχτών, οι εκτεταμένες μονοκαλλιέργειες συνετέλεσαν στη σημαντική μείωση ορισμένων πληθυσμών της πέρδικας. Φαίνεται πως η ύπαρξη ενός ετερογενούς - μωσαϊκού καλλιεργειών, καθώς και η ύπαρξη πληθώρας φυσικών φραχτών είναι ευεργετικά στοιχεία για την πυκνότητα των πληθυσμών των δύο ειδών πέρδικας.

2. Αλλαγή κλίματος.
Στην περίπτωση της κοκκινοπέρδικας (Α. rufa) διαπιστώθηκε ότι η ελάχιστη θερμοκρασία που σημειώνεται το χειμώνα και ο αριθμός των ημερών όπου η θερμοκρασία υπερβαίνει τους 25°C επηρεάζουν αρνητικά την πυκνότητα των πληθυσμών της (Villanua et al 2005).

3. Η χρήση εντομοκτόνων.
Η αλόγιστη χρήση εντομοκτόνων και άλλων τοξικών φυτοφαρμάκων στις γεωργικές καλλιέργειες - τα οποία προκαλούν τον άμεσο θάνατο των ζώων ή έχουν δυσμενή επίδραση στη φυσιολογία της αναπαραγωγής τους - συνέβαλε στη μείωση των πληθυσμών των ειδών.
Ένα άλλο παράδειγμα αποτελούν οι αεροψεκασμοί που εφαρμόζονταν την προηγούμενη εικοσαετία με σκοπό τη δακοκτονία στους ορεινούς ελαιώνες της Ελλάδας ή εφαρμόζονται σήμερα για τον περιορισμό των πληθυσμών των κουνουπιών.

4. Ο υβριδισμός της ορεινής με τη νησιώτικη πέρδικα.
Ένας ακόμα παράγοντας που επηρέασε αρνητικά τη διατήρηση των πληθυσμών της ορεινής πέρδικας είναι και ο υβριδισμός με τη νησιώτικη.
Στη χώρα μας, μέχρι το 2001, προκειμένου να εμπλουτιστούν οι φυσικοί πληθυσμοί της ορεινής πέρδικας, πραγματοποιούνταν απελευθερώσεις εκτρεφόμενης πέρδικας Α. chukar και σε περιοχές που είναι χώροι φυσικής εξάπλωσης της ορεινής (Παράρτημα ΙΑ και IB). Αποτέλεσμα αυτού ήταν να δημιουργηθούν υβρίδια ανάμεσα στα δύο είδη.
Η απελευθέρωση ατόμων νησιώτικης πέρδικας στους χώρους εξάπλωσης της πρώτης είχε ως αποτέλεσμα τον ανταγωνισμό για τις ίδιες οικοθέσεις, την πιθανή παραγωγή λιγότερο προσαρμοσμένων υβριδίων και τη γενετική κατάπτωση τους.
Θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι η γενετική ρύπανση από την εισβολή ξενικών ειδών ή υποειδών και η ενδεχόμενη υποβάθμιση ή και εξαφάνιση αυτοχθόνων γονιδιωμάτων, αντιπροσωπεύουν τη δεύτερη πλέον σημαντική αιτία κατάπτωσης των γονιδιακών αποθεμάτων των άγριων πληθυσμών (Meriggi and Mazzoni Delia Stella 2003).

Οι φυσικοί πληθυσμοί όμως των θηραμάτων όλου του πλανήτη διαθέτουν ένα ανεκτίμητης αξίας γενετικό υλικό, το οποίο δημιουργήθηκε μέσα από τη διαδικασία της φυσικής επιλογής εκατοντάδων αιώνων και τους επιτρέπει να επιβιώνουν, να αναπαράγονται, αλλά και να προσαρμόζονται στις νέες αλλαγές των συνθηκών του περιβάλλοντος. Κάθε λοιπόν τεχνητή νόθευση αυτού του μοναδικού γενετικού υλικού, στην περίπτωση μας της ορεινής πέρδικας με γενετικό υλικό της νησιώτικης, επιφέρει γενετική ρύπανση στους πληθυσμούς του είδους.
Τα υβρίδια, και κυρίως αυτά της πρώτης γενιάς, παρουσιάζουν χαρακτηριστικές φαινοτυπικές διαφορές σε σχέση με τα γονικά είδη, και παρά το γεγονός ότι στις μετέπειτα γενεές οι διαφορές αυτές τείνουν να αμβλυνθούν, η νόθευση του γονιδιώματος της ορεινής πέρδικας παραμένει. Πιθανή λόγω του υβριδισμού των δύο ειδών είναι και η αισθητική υποβάθμιση των πουλιών, μια και οι κυνηγοί θα ένιωθαν δυσάρεστα να κυνηγούν πουλιά με παράξενα φαινοτυπικά χαρακτηριστικά ακόμα και με παράξενο κελάηδημα.
Ορθώς, συνεπώς, από το 2001 (Αρ. πρωτ. 91067/1724/9-4-2001 με θέμα "Εμπλουτισμός βιοτόπων με θηράματα κρατικών εκτροφείων") το Υπουργείο Γεωργίας (νυν Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων) απαγορεύει την απελευθέρωση της νησιώτικης πέρδικας στην Ηπειρωτική Ελλάδα, ως ανταγωνιστική με την ορεινή πέρδικα. Επιπλέον, δεν επιτρέπει στους Κυνηγετικούς συλλόγους ούτε την αγορά νησιώτικης πέρδικας από Ιδιωτικά εκτροφεία και την απελευθέρωση της στην Ηπειρωτική Ελλάδα.

5. Η τουριστική ανάπτυξη της χώρας.
Σε αρκετές απομακρυσμένες περιοχές και σε πολλά βουνά αναπτύχθηκε πυκνό δίκτυο δασικών δρόμων, που εκτός από την υποβάθμιση -διάσπαση των βιοτόπων συνετέλεσε στην ευκολότερη πρόσβαση των κυνηγών και των λαθροθηρών, γεγονότα που έχουν αρνητικές επιπτώσεις στον πληθυσμό της ορεινής πέρδικας. Επίσης, και η νησιώτικη πέρδικα σήμερα βρίσκεται υπό πίεση λόγω της εγκατάλειψης των αγρών και της καταστροφής των βιοτόπων της εξαιτίας της χρησιμοποίησης τους για τουριστικές δραστηριότητες.

6. Προσβολή από μολυσματικές ασθένειες.
Μεταφορά στα εκτροφεία πέρδικας ασθενειών από πτηνοτροφεία και η διάδοση τους στους άγριους πληθυσμούς των ειδών, μέσω του εμπλουτισμού (απελευθερώσεων) ατόμων προερχόμενων από τεχνητή εκτροφή.

7. Η θήρευση από αρπακτικά και η καταστροφή των φωλεών.
Κατά τον Μανιό (2003), η αρπακτικότητα είναι ένας από τους κύριους παράγοντες θνησιμότητας των απελεύθερου μενών περδίκων με αποτέλεσμα ο χρόνος επιβίωσης τους να εξαρτάται κυρίως από την επίδραση της αρπακτικότητας. Τα αρπακτικά πτηνά (χρυσαετός, μπούφος, ποντικοβαρβακίνα) αποτελούν τους κύριους άρπαγες της ορεινής πέρδικας, ενώ σημαντικός αριθμός άγριων περδίκων και αυγών φαγώνονται από σαρκοφάγα ζώα αναπαράγονται, αλλά και να προσαρμόζονται στις νέες αλλαγές των συνθηκών του περιβάλλοντος. Κάθε λοιπόν τεχνητή νόθευση αυτού του μοναδικού γενετικού υλικού, στην περίπτωση μας της ορεινής πέρδικας με γενετικό υλικό της νησιώτικης, επιφέρει γενετική ρύπανση στους πληθυσμούς του είδους

8. Φαινόμενα λαθροθηρίας εντός και εκτός καταφυγίων Άγριας Ζωής.
Το γεγονός ότι και τα δύο είδη πέρδικας αποτελούν ιδιαίτερα δημοφιλή θηράματα έχει οδηγήσει ορισμένες φορές σε περιπτώσεις υπερκάρπωσης αλλά και σε συχνά φαινόμενα λαθροθηρίας που έχουν συμβάλλει με τη σειρά τους στην αισθητή μείωση των πληθυσμών των δύο ειδών. Η κατάσταση όμως έχει βελτιωθεί μετά το 2000 με την ίδρυση και λειτουργία του Σώματος της Ομοσπονδιακής Θηροφυλακής που χρηματοδοτούν οι Κυνηγετικές Οργανώσεις.
Επιπλέον, στην Ελλάδα υπάρχουν περίπου 585 (στοιχεία ΕΚΒΥ) καταφύγια Άγριας Ζωής, όπου το κυνήγι απαγορεύεται σύμφωνα με τη νομοθεσία. Ωστόσο, στα περισσότερα καταφύγια, οι πληθυσμοί της πέρδικας δεν είναι σε ικανοποιητικό επίπεδο. Αυτό δείχνει ότι συχνά φαινόμενα λαθροθηρίας μάλλον έχουν συμβάλλει στην αισθητή μείωση των πληθυσμών των δύο ειδών.
Πέρα από την λαθροθηρία η επιλογή των θέσεων ίδρυσης καταφυγίων είναι καθοριστική, διότι η πέρδικα δεν μετακινείται σε μεγάλες αποστάσεις οπότε όταν το καταφύγιο είναι τοπογραφικά απομονωμένο, με τη μόνιμη απαγόρευση θα φτάσει στο μέγιστο της ζωοχωρητικότητάς του και από εκεί και μετά επέρχεται σταθερότητα στο μέγεθος του πληθυσμού με μικρές διακυμάνσεις κάθε χρόνο.
Στην πραγματικότητα όμως τις περισσότερες φορές δεν ισχύουν ούτε τα παραπάνω. Στα περισσότερα καταφύγια, εξαιτίας της συγκέντρωσης αρπακτικών (τα οποία εξειδικεύονται στο κυνήγι του είδους που αφθονεί), οι πληθυσμοί της πέρδικας είναι μικρότεροι από εκείνους στους οποίους ασκείται ελεύθερο κυνήγι.

ΔΚΟΣΕ


.

Top

© Giorgio Peppas


Welcome in Greece
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
...............
.............
...............