Κάποτε είχα λάβει μέρος σ' ένα κυνήγι αγριόχοιρου. Το κυνήγι αυτό μου έκανε εξαιρετική εντύπωση, για ένα ιδιαίτερο λόγο που θα τον εξηγήσω αμέσως. Εκείνη την εποχή αγαπούσα. Αγαπούσα πολύ. Ήταν μια αγάπη που είχε επιδράσει πολύ στη ζωή μου.
Ως τότε δεν είχα δει αγριογούρουνο, αλλά είχα διαβάσει ότι τραβά ίσια και ούτε δεξιά κοιτάζει, ούτε αριστερά, ούτε πίσω του. Μόνο εμπρός όλο εμπρός κοιτάζει και τραβά.
Κάτι τέτοιο ήταν και εκείνη η αγάπη μου. Δεν έβλεπα ούτε πλάγια ούτε πίσω. Σαν το αγριογούρουνο τραβούσα μόνο εμπρός και κανένα εμπόδιο ή άλλη δυσκολία δεν ήταν ικανά να με κάνουν να υποχωρήσω ή να δω και λίγο πλάγια και να αντιμετωπίσω και από καμιά άλλη πλευρά την ζωή.
Πάντα αυτό έλεγα στη γυναίκα που αγαπούσα:
Η αγάπη είναι αγριογούρουνο. Ξέρεις τι θα πει αγριογούρουνο; Να τραβά όλο εμπρός, και ούτε πλάγια κοιτάζει, ούτε γυρίζει πίσω. Αυτό θα πει αγριογούρουνο.
Και τόσο μου είχε γεννηθεί βαθιά στο νου και στη σκέψη η εικόνα αυτή, ώστε άρχισα να τρέφω, χωρίς να το έχω δει, μία αλλιώτικη συμπάθεια για το αγρίμι αυτό του λόγγου.
Άρχισα να το θαυμάζω ξεχωριστά και ήθελα πια να έβλεπα και κανένα ζωντανό να τρέχει, να τρέχει όλο ίσια σαν σφαίρα, ενώ πίσω του και πλάγια και εμπρός, θα προσπαθούσαν να του κλείσουν τον δρόμο του οι κυνηγοί και τα σκυλιά.
Και ήρθε τότε ένα τυχαίο περιστατικό, ένα ταξίδι που με έφερε στην πόλη της Κατερίνης. Αυτή η πόλη καθώς βρίσκεται στη συμβολή δύο μεγάλων βουνών, έχει γύρω της πολλά κυνήγια και πολλοί κάτοικοί της είναι περίφημοι κυνηγοί.
Ο Όλυμπος και τα Πιερία, βουνά σκεπασμένα από δάση και από νερά, τρέφουν κάθε λογής κυνήγι και δεν λείπουν ούτε τα αγριοκάτσικα, που μένουν σαν για τελευταίο τους καταφύγιο στα Πιερία.
Όσο για τα αγριογούρουνα, αυτά είναι άφθονα. Και κατεβαίνουν από τα υψώματα στο κάμπο της Κατερίνης, σε ένα καμπίσιο δάσος που λέγεται Βρωμερή.
Αυτά τα πράγματα δεν τα είχα μάθει από την πρώτη μέρα που πήγα στην Κατερίνη. Την άλλη όμως μέρα διάβασα στον κατάλογο του εστιατορίου, μέσα στα άλλα κρέατα και αγριογούρουνο.
Τότε μου ήρθε ζωντανή, ολοζώντανη η εικόνα της αγάπης - αν και δεν μ' άφηνε ποτέ και ρώτησα τον διπλανό μου άγνωστο άνθρωπο, από ποιο μέρος έφερναν αυτό το κυνήγι.
Ρώτημα για γέλια, έκανε ο κύριος που έτρωγε στο ίδιο τραπέζι μ' εμένα. Από αγριογούρουνα η Κατερίνη άλλο τίποτα. Φέρνουν καθημερινά στην αγορά και μπορείς να βρεις το κρέας τους φθηνότερο και από το ήμερο γουρούνι.
Την ίδια μέρα ζήτησα και γνωρίστηκα με μερικούς κυνηγούς από τους πιο γνωστούς. Το μόνο που μου συνέστησαν, να προμηθευτώ ένα ζευγάρι αρβύλες.
Τίποτα άλλο δεν θα είχα ανάγκη για να τους συνοδεύσω ως θεατής σ' ένα κυνήγι, που θα έκαναν το άλλο το πρωί.
Με όλο που έχουν περάσει τόσα χρόνια από τότε και άλλες αγάπες ήρθαν στη θέση εκείνης της αγάπης - αφού τίποτα δεν μένει σταθερό στον κόσμο όμως θυμάμαι πάντα με αλλιώτικη συγκίνηση εκείνο το κυνήγι.
Γιατί πραγματικά είδα το αγριογούρουνο να τρέχει ίσα εμπρός ακάθεκτο, ορμητικό, σαν ένας ζωντανός χείμαρρος και ξαφνικά να σταματήσει και να πέσει ακέραιο κάτω, μόνο όταν του είχε λείψει πια και η τελευταία του πνοή.
Και ήταν ο δρόμος του εκείνος ο ολόισιος και ορμητικός, ίδιος ακριβώς με την αγάπη μου όπως την ένοιωθα τότε που θα έσπαγα και εγώ όλα τα εμπόδια, ή θα έπεφτα ακέραιος κάτω, μαζί με την τελευταία μου πνοή.
Πόσες εικόνες και πόσες παρομοιώσεις αγάπης δεν έχουν γίνει και πως δεν την φαντάζεται και δεν την βλέπει κανείς; Είναι η αγάπη σαν λουλούδι, σαν ανοιξιάτικο αεράκι, σαν ρυάκι που
μουρμουρίζει γλυκά, σαν ένα μικρό δενδράκι, σαν μία πεταλούδα, σαν ένας ολόκληρος κήπος, σαν φωτιά που καίει, σαν δάσος τρικυμισμένο, σαν κουδούνισμα και βέλασμα κοπαδιού.
Και τι δεν είναι άλλο και πως δεν μπορεί κανείς να την φανταστεί;
Καμιά όμως παρομοίωση ενός άγριου γουρουνιού που με σκυμμένο το ρύγχος τρέχει όλο μπροστά.
Ήταν αρκετά μεγάλη η ομάδα των κυνηγών και εκλεκτοί και λεπτοί άνθρωποι όλοι, όπως λεπτοί και ευγενικοί είναι οι περισσότεροι κυνηγοί.
Καλύτερα όμως από όλους μου άρεσε ένας χωριάτης, ο Κόλιας, που έμενε την πιο πολλή ώρα μαζί μου, ωσότου να εισχωρήσουμε στα πυκνότερα μέρη του δάσους της Βρωμερής. Μου έλεγε για τα κυνήγι του και για κάθε συνήθεια των αγριμιών.
Αλλά εγώ περισσότερο τον παρακαλούσα να μου μιλά για το αγριογούρουνο. Είχε σκοτώσει κάπου πενήντα σ' όλο του το κυνηγετικό στάδιο και πότε δεν είχε δει αγριογούρουνο να υποχωρεί ή να στριφογυρίζει εμπρός στον κίνδυνο. Μόνο τα μοναχικά αγριογούρουνα έκαναν εξαίρεση, αλλά αυτά ζούσαν κάθε ένα μόνο του, χωρίς κοινωνική συνείδηση και είναι ζήτημα αν ένοιωθαν και αγάπη όπως τα άλλα αγριογούρουνα.
Μέσα στο δάσος γινόταν κάθε τόσο η ίδια δουλειά. Οι κυνηγοί κύκλωναν το μέρος το αντίθετο στον αέρα και εκεί αλίμονο του, θα το χτυπούσαν.
Εγώ προσωπικώς ένα πράγμα ήθελα. Να δω το άγριο γουρούνι να φανεί και να τρέχει ολόισια και να κάνω σύγκριση με τη δική μου αγάπη.
Αν γύριζα λίγο το κεφάλι δεξιά ή αριστερά, αν ξέφευγε μία γραμμή από τον ίσιο δρόμο του, θα ένοιωθα αλλιώτικη υπερηφάνεια για μένα και για την αγάπη μου.
Αλλά το γουρούνι που φάνηκε επιτέλους δικαίωσε απόλυτα την ιδέα που είχα σχηματίσει γι' αυτό.
Ένα πυροβολισμός ακούστηκε ξαφνικά, κάποιος άλλος ευθύς αμέσως και μία φωνή την ίδια στιγμή, ένας θρίαμβος ιαχής. Όλοι τρέξαμε προς το μέρος του διπλού πυροβολισμού και των φωνών. Και είδα το αγριογούρουνο τα τραβά ακόμα ολόισια, να τρέχει με μία αλλιώτικη ορμή, σαν τίποτα να μην είχε πάθει και σε μία στιγμή, απότομα, ξαφνικά, να σωριάζεται κάτω και να βρίσκεται στο ίδιο λεπτό νεκρό.
Ήταν ένα κομψότατατο μαυροσταχτύ ζώο με μακρουλό ρύγχος, με κάτι πόδια σουβλερά λεπτά που πρόδιδαν αλλιώτικη ευγένεια και με κάτι ματιά που είχαν πάρει στο θάνατο του, χρώμα σμαραγδιού.
Είχα προλάβει και το είδα να τραβά ολόισια γραμμή και τίποτα δεν το είχε κάνει, ούτε ο θάνατος να λοξεύσει, να χάσει κάτι από την κατάισια ορμητικότητα του.
Και όταν γύρισα πίσω από εκείνο το ταξίδι μου, είπα σε εκείνη τη γυναίκα.
Θυμάσαι τι σου έλεγα για το αγριογούρουνο; Το είδα στην πραγματικότητα. Το πρόσεξα πολύ για να μπορώ να σου το πω. Τραβούσε ίσια-ολόισια και τίποτα δεν το έκανε να λοξέψει, ούτε ο ίδιος ο θάνατος. Αυτό είναι το αγριογούρουνο.
Μα είναι ζήτημα αν εκείνη η γυναίκα καταλάβαινε τόσο καλά, όσο καταλάβαινα και ένοιωθα εγώ, τι σήμαινε αγάπη και τι αγριογούρουνο.
"Κυνηγετικά Νέα" 1933