Κυνηγετικά μοντέλα της Ευρώπης - Ευρωπαϊκή πραγματικότητα
Του Γεωργ. Αραμπατζή: Αντιπροέδρου Δ' Κ.Ο.Σ.Ε.
Το θέμα που ακολουθεί αναπτύχθηκε από το κ. Γιώργο Αραμπατζή, Αντιπρόεδρο της Δ' Κ.Ο.Σ.Ε., κατά το 1ο Πανηπειρωτικό Συνέδριο Θήρας με θέμα « Κυνήγι & οικολογική διαχείριση περιβάλλοντος», που πραγματοποιήθηκε στην πανέμορφη πόλη των Ιωαννίνων από 25 έως 27 Αυγούστου 2000.
Το κυνήγι είναι γεγονός ιστορικό. Η ιστορία του πλούσια όπως και η εξέλιξή του. Μπορούμε να πούμε ότι διακρίνουμε 4 μεγάλες περιόδους :
Η Πρώτη περίοδος: ξεκινά από την παλαιολιθική έως τη νεολιθική εποχή, όπου ο άνθρωπος, προϊστορικό ον, κυνηγά από αναγκαιότητα για να επιβιώσει.
Η Δεύτερη περίοδος: όπου ο άνθρωπος- κυνηγός γίνεται - εξελίσσεται σε άνθρωπος –γεωργός και αυτό μέχρι περίπου το 1800. Κατά κάποιο τρόπο το κυνήγι αρχίζει να αποτελεί μία δραστηριότητα σοβαρή και εξασκείται από ηγεμόνες, διοικούντες, κρατούντες.
Η Τρίτη περίοδος: από το 1800 μ.Χ. έως το 1900 όπου η μεγάλη πλειοψηφία των κυνηγών είναι «πολίτες» και τα μέσα εξάσκησης του κυνηγίου και μεταφοράς στοιχειώδη.
Η Τέταρτη περίοδος: ξεκινά το 1900. Η εξέλιξη της κοινωνίας παίρνει διαστάσεις καινούργιες με την γρήγορη ανάπτυξη. Το κυνήγι δεν γλιτώνει απ' αυτή τη «φρενήρη» εξέλιξη. Εξελίσσεται όμως όχι ως προς το θήραμα, αλλά ως προς άνθρωπο. Η κυρίαρχη ιδέα του κυνηγίου είναι μια δραστηριότητα του συλλέγω – μαζεύω. Αυτή η ιδέα –ευτυχώς- σταματά το 1970 περίπου, όπου και μπορούμε να πούμε ότι από το 1975 και μετά μπήκαμε και είμαστε στην Πέμπτη περίοδο του κυνηγίου, που σιγά-σιγά και στην Ελλάδα από κυνήγι συλλέγω-μαζεύω κατευθυνθήκαμε αργά και σταθερά προς ένα κυνήγι – διαχείριση. Η εξέλιξη αυτή δύσκολη, όπως και ο κόσμος που αλλάζει διαρκώς. Τα εδάφη, οι χώροι κυνηγίου, τα θηράματα, περιορίζονται από την πίεση μιας κοινωνίας σε συνεχή εξάπλωση διότι:
Α. Υπάρχουν δύο διαφορετικές αντιλήψεις για τη φύση
- Αντιπαράθεση βορά – νότου (αγγλοσαξωνική – μεσογειακή αντίληψη)
- Αντιπαράθεση μεταξύ αστικών κέντρων – υπαίθρου.
- Αντιπαράθεση ενοποίηση, εναρμόνιση
Β. Οι μύθοι της οικολογίας
- Οικολογία; Από επιστήμη ---- ιδεολογία.
- Ο μύθος της καταστροφής (όζον, θερμοκήπιο κλπ.)
- Ζωοφιλία – ζωολοτρία. Η παιδική αρρώστια του οικολογισμού.
Γ. Ανάπτυξη νέων συστημάτων και υπευθυνοτήτων ως προς τους φυσικούς πόρους.
- Κοινό αγαθό – πόροι και εκμετάλλευση.
- Οικονομικό παιχνίδι (μια τύχη για το περιβάλλον).
Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο των συγκρουόμενων αντιλήψεων, το 1975, στην έναρξη της πέμπτης κυνηγετικής περιόδου, ο έλληνας κυνηγός έχει σαν βάση σκέψης και δράσης το άρθρο 2 του καταστατικού των οργανώσεών του, που αναφέρει σαφώς
«Σκοπός του Κυνηγετικού Συλλόγου είναι η οργάνωσις των κυνηγών και η κυνηγετική κατάρτισις και προαγωγή αυτών προς απόκτησιν της αναγκαίας πειθαρχίας της συνειδήσεως δια την εφαρμογήν των ισχυουσών διατάξεων θήρας αφ΄ενός και την συμβολήν αυτού εις την προσπάθειαν της Πολιτείας προς προστασίαν, διατήρησιν ανάπτυξιν του θηραματικού πλούτου, λελογισμένην διαχείρησιν τούτου αφ' ετέρου και προστασίαν του φυσικού περιβάλλοντος.»
Στα 25
χρόνια που έχουν περάσει, έχουν διαμορφωθεί στην Ευρώπη 4 μοντέλα κυνηγετικής πραγματικότητας.
Α. Μοντέλο: Νορβηγικό ή Σκανδιναϋικό
Το Σκανδιναυικό μοντέλο χαρακτηρίζεται από το μεγάλο ποσοστό κυνηγών. Είναι το πιο υψηλό στην Ευρώπη, με ένα κυνηγό ανά 17 κατοίκους.
Το κυνήγι θεωρείται λαϊκή και δημοκρατική δραστηριότητα και ισχύει η αντίληψη της ελεύθερης κάρπωσης. Οι άνθρωποι της πόλης καταλαβαίνουν τον κόσμο της υπαίθρου και η κυνηγετική οικογένεια διατηρεί έναν εποικοδομητικό διάλογο με τα κινήματα της διατήρησης της φύσης.
Μεταξύ των πιο λαϊκών θηρευσίμων ειδών είναι το ελάφι, το ζαρκάδι, η αλεπού, ο λαγός, τα υδρόβια, η μπεκάτσα και οι τετραωνίδες (αγριόκουρκος, λυροπετεινός, αγριόκοτα, και η λευκοπέρδικα-λαγόποδας). Όμως κυνηγιέται εξίσου ο κάστορας, η καφέ αρκούδα, ο λύκος και λύγκας. Το κυνήγι στις παραθαλάσσιες περιοχές και κατά μήκος των ακτών με πλωτά μέσα (βάρκες, κ.λ.π.) , εξασκείται έντονα, κυρίως στη Δανία.
Στη Φινλανδία η κεδρότσιχλα κυνηγιέται από την 1η Αυγούστου έως τις 9 Απριλίου, το δε παραδοσιακό υδροβίων στη θάλασσα κατά τον μήνα Μάιο.
Στη Σουηδία και την Φιλανδία το μικρό θήραμα και τα υδρόβια επιτρέπεται η θήρα τους 24 ώρες το 24ωρο.
Το δε κυνήγι μεγάλου θηράματος γίνεται με παγάνα, καρτέρι ή καταδίωξη με την υποχρέωση να φορά ο κυνηγός πορτοκαλί φωσφορίζον καπέλο. Το δε μικρό θήραμα με σκυλιά φέρμας ή δίωξης. Εδώ έχουμε τα λιγότερα ατυχήματα, σαφώς, λόγω χώρου.
Β. Γερμανικό μοντέλο:
Το ποσοστό των κυνηγών είναι σχετικά χαμηλό, ένας κυνηγός ανά 350 κατοίκους. Η Αυστρία αποτελεί εξαίρεση μ' έναν κυνηγό ανά 70 κατοίκους. Το Γερμανικό μοντέλο χαρακτηρίζεται από μία παράδοση αρκετά αριστοκρατική και ελιτίστικη. Οι κυνηγοί έχουν υψηλό εισόδημα και το κυνήγι είναι αντικείμενο πολύπλοκων διατάξεων αλλά αποτελεσματικών. που ερμηνεύεται εξάλλου και από τις δύσκολες εξετάσεις κυνηγίου τόσο θεωρητικές όσο και πρακτικές. Απ' αυτήν εδώ τη ζώνη ξεκίνησε το «κυνήγι- διαχείριση». Οι κυνηγοί ενδιαφέρονται κυρίως για το μεγάλο θήραμα, όπως και για τη μπεκάτσα (στην Αυστρία την κυνηγούν την άνοιξη αλά Κρουλ), τις τετραωνίδες (και αυτά την άνοιξη), τον λαγό και την αλεπού. Είναι λιγότερο δημοφιλές το κυνήγι των υδροβίων με εξαίρετη τη Βαλτική θάλασσα.
Το μεγάλο θήραμα κυνηγιέται κυρίως στο καρτέρι καθ' όλη τη διάρκεια του έτους, σύμφωνα βέβαια με το είδος, το φύλο, ή την ηλικία. Το αγριογούρουνο κυνηγιέται τη νύχτα, πράγμα που ισχύει και για τα υδρόβια στην Αυστρία.
Γ. Αγγλοσαξωνικό μοντέλο:
Ο αριθμός των κυνηγών είναι σχετικά υψηλός, ένας κυνηγός κάθε 30 κατοίκους στην Ιρλανδία και το κυνήγι, παρά κάποιες απόψεις, είναι μάλλον δημοκρατικό.
Οι κυνηγετικές παραδόσεις και οι τρόποι, οι μέθοδοι του κυνηγίου είναι στενά συνδεδεμένες με το ιδιοκτησιακό καθεστώς (δεν υπάρχει περιορισμός minimum επιφανείας) και με μία αντίληψη αρκετά αθλητική. Μια ωραία τουφεκιά σε φασιανό, πεδινή πέρδικα ή λαγόποδα που πηδάει ψηλά και γρήγορα, εκτιμάται ιδιαίτερα.
Τα υδρόβια μπορούν να κυνηγηθούν 24 ώρες το 24ωρο και στις δημόσιες παραθαλάσσιες περιοχές μέχρι τις 20 Φεβρουαρίου, ενώ η φάσα κυνηγιέται όλο το χρόνο (σύμφωνα με τους BERTELSEN και SIMONSEN υπήρξε κάρπωση κατά το 1989 12.000.000 πουλιά). Υπάρχει επίσης ως γνωστός το έφιππο κυνήγι καταδίωξης, που εξασκείται ευρέως, λαϊκό και δημοκρατικό αν και κάποιοι θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε το αντίθετο.
Δ.Τέταρτη και τελευταία όψη της κυνηγετικής Ευρώπης είναι το ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ,
που αποτελεί την μεγάλη δεξαμενή κυνηγών στη Ευρωπαϊκή Ένωση. Το κυνήγι εξασκείται κυρίως από αγροτικούς πληθυσμούς, μεσαίου εισοδήματος, όπου κυριαρχεί το μικρό ενδημικό ή αποδημητικό θήραμα και τα υδρόβια. Από τα μεγάλα θηράματα προτιμάται κυρίως το αγριογούρουνο. Αυτό το μοντέλο χαρακτηρίζεται εξάλλου και από τη διατήρηση διαφόρων μεθόδων και τρόπων παραδοσιακών όπως δίχτυα, ξόβεργες, κλουβιά, καθρέφτες στους κορυδαλλούς, θηλιές, κ.λ.π.
Αυτά τα 4 μοντέλα εφαρμόζονται κατά έναν τρόπο λιγότερο ή περισσότερο στα διάφορα κράτη και στις διάφορες περιοχές της Ευρώπης με διάφορες κλίμακες, ανάλογα με την περίπτωση. Το ελληνικό κυνήγι σαφώς πλησιάζει το Μεσογειακό μοντέλο και πρέπει ν' αναγνωρίσουμε ότι λόγω της βιογεωγραφικής θέσης η Ελλάδα είναι κατά ένα τρόπο, μια μικρή Ευρώπη. Πράγματι, από την πολύ μεγάλη ποικιλία οικοτόπων, κλιματικών ζωνών, το ανάγλυφο, τη χλωρίδα και την πανίδα, αλλά εξίσου και ο πλούτος ο κοινωνικοπολιτισμικός του λαού μας, κάνει η χώρα μας να μοιάζει και να περιέχει σχεδόν όλα τα στοιχεία της Ενωμένης Ευρώπης.
Αυτό όμως είναι αρκετό να δικαιολογήσει αυτή την πανοπλία απαγορεύσεων στην Ελλάδα τόσο σε χρόνο, όσο σε χώρο και είδη; Δημογραφικά η Ελλάδα έχει τον μέσο όρο: 1 κυνηγό ανά 35 κατοίκους. Το 1985 εκδόθηκαν 347.000 κυνηγετικές άδειες, ενώ τα τελευταία χρόνια 230.000. Άρα αυτό που λένε για την κυνηγετική πίεση, δεν ισχύει.
Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες το κυνήγι είναι πράγματι ανοικτό όλο το χρόνο, είτε πρόκειται για το μεγάλο θήραμα , ή για άλλα είδη όπως τη φάσα στην Αγγλία και την Ολλανδία. Στην Ολλανδία και το Βέλγιο τα υδρόβια ανοίγουν 15 Αυγούστου ενώ ο λαγόποδας grouse της Σκωτίας ξεκινάει στις 12 Αυγούστου.
Σε 12 από τα 15 κράτη-μέλη της Ε.Ε. τουλάχιστον 1 είδος αποδημητικό κυνηγιέται κατά το μήνα Φεβρουάριο. Σας υπενθυμίζω ότι καμία Κοινοτική Ντιρεκτίβα ή Κοινοτική απόφαση του Ευρωδικαστηρίου δεν ορίζει ημερομηνία έναρξης ή λήξης της κυνηγετικής περιόδου. Αυτό που κάποιοι διαδίδουν για τις 31 Ιανουαρίου είναι παντελώς αυθαίρετο. Χωρίς να θέλω να μπω σε λεπτομέρειες, το υδρόβιο, όπως και στη χώρα κυνηγιέται μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου και στην Αγγλία.
Η φάσα όλο το Φεβρουάριο στο Βέλγιο, το Λουξεμβούργο, την Πορτογαλία και ορισμένες περιοχές της Ισπανίας. Μέχρι τις 15 Απρίλη στη Σουηδία, μέχρι τις 30 Απρίλη στη Γερμανία και Αυστρία και όλο το χρόνο στην Αγγλία.
Το τρυγόνι μέχρι τις 15 Απριλίου στην Αυστρία και η χήνα μέχρι τις 14 Φεβρουαρίου στη Δανία.
Η Ελλάδα είναι η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που δεν επιτρέπει το κυνήγι των υδροβίων τη νύχτα. Πριν απ' όλα πρέπει να υπενθυμίσω ότι κανένα Κοινοτικό κείμενο ή Διεθνής Συνθήκη δεν απαγορεύει το κυνήγι τη νύχτα. Πράγματι σε τουλάχιστον άλλα 8 κράτη-μέλη είναι δυνατόν να κυνηγηθεί το υδρόβιο πέραν της δύσης του ήλιου: Μιάμιση ώρα στη Δανία και Γερμανία, δύο ώρες στην Ισπανία, όλη τη νύχτα, Σουηδία, Φινλανδία, Αυστρία, Ιρλανδία, Γαλλία και Αγγλία. Ένα άλλο σπουδαίο σημείο που αφορά τον αριθμό των θηρευσίμων ειδών. Σύμφωνα με την ντιρεκτίβα 409/79 περί αγρίων πουλιών, η Δανία που είναι 4 φορές μικρότερη μπορεί να κυνηγήσει 56 είδη πουλιών ενώ η Ελλάδα με μεγαλύτερη βιοποικιλότητα και οικοτόπους, με 16.000 χλμ. μήκος ακτών, και πάνω σε σπουδαίο διάδρομο αποδημητικών, μόνο 20 είδη πουλιών και αυτά, μέχρι μισή ώρα μετά την δύση του ήλιου!
Το θέμα λοιπόν της διάρκειας της κυνηγετικής περιόδου που τα ΜΜΕ έχουν αναγάγει σε «μέγα θέμα» έχει δημιουργήσει δυσάρεστη κατάσταση στον κυνηγετικό κόσμο. Όμως, όλη αυτή η αναστάτωση, είναι εις βάρος της φύσης κυρίως και κατ' επέκτασην του κυνηγίου. Η συνεχής διαχείρισης της φυσικής μας κληρονομιάς και των οικοτόπων είναι το γενικό συμφέρον όλων μας.
Σήμερα, στην Ελλάδα η πρακτική του κυνηγίου είναι μια δραστηριότητα με χαρακτήρα περιβαλλοντικό, πολιτισμικό, κοινωνικό και οικονομικό. Συμμετέχει σε αυτή τη διαχείριση και συμβάλει στην ισορροπία μεταξύ του θηράματος, των οικοτόπων και των άλλων ανθρωπίνων δραστηριοτήτων σιγουρεύοντας μια αληθινή ισορροπία δασογεωργικοκυνηγετική. Η αρχή της λογικής κάρπωσης επί αυτών των ανανεώσιμων πόρων επιβάλλεται. Οι κυνηγοί συμβάλλουνστην ισορροπημένη διαχείριση των οικοσυστημάτων.
Το συμπέρασμά μου κυρίες και κύριοι, είναι ότι οι Έλληνες κυνηγοί πρέπει να χρησιμοποιούν περισσότερο αυτά τα στοιχεία των τεσσάρων κυνηγετικών μοντέλων ώστε να αντιμετωπιστεί η παραπληροφόρηση που θέλει να καταστρέψει το κυνήγι στην Ελλάδα και σε χρόνο, και σε χώρο και σε είδη.