Welcome in Greece Welcome in Greece

 

ΑρχικήInitial ΠίσωBack


Κυνήγι στο πιάτο μας αλλά χωρίς ενοχές


Κυνήγι στο πιάτο μας αλλά χωρίς ενοχές !!!


Κυριάκος Ε. Σκορδάς
Δασολόγος Περιβαλλοντολόγος
Διευθυντής Υποστήριξης ΚΟΜΑΘ

Eπειδή στις γιορτές το τραπέζι πολλών στολίζεται και με κυνηγετικές νοστιμιές, παραθέτουμε κάποιες σκέψεις και κάποιες διαπιστώσεις.
Γιατί καλά μέσα στην οικογένεια του κυνηγού, το μαγείρεμα, η προετοιμασία και η παρουσίαση του πιάτου, είναι μια συνηθισμένη ευχάριστη διαδικασία.
Σε φίλους μας ή συγγενείς που τους καλούμε για φαγητό, και οι οποίοι δεν είναι κυνηγοί..., μερικές φορές ξεκινάει καμιά κουβέντα για το «καημένο το πουλάκι», ενώ ποτέ οι ίδιοι δεν λένε για το καημένο το κοτόπουλο ή το καημένο το γουρουνάκι, όταν τα κοψίδια μοσχομυρίζοντας είναι μπροστά τους.
Ας μην αναφέρουμε τις συνθήκες, τα μέσα και τον «οικολογικό» τρόπο παραγωγής του κρέατος σε όλη την Ευρώπη.
Απλά τονίζουμε πως δεν υπάρχει λόγος για «ενοχοποίηση» του κυνηγετικού πιάτου.

Είναι γνωστό πως πριν ακόμη από την οργάνωση του ανθρώπου σε κοινωνίες, η άσκηση της θήρας αποτελούσε βασική δραστηριότητα.
Πολλοί μάλιστα υποστηρίζουν πως η θήρα και ο επιμερισμός των θηρευθέντων ζώων ώθησε στη δημιουργία ομάδων.
Τη δημιουργία μιας πρώτης κοινωνικής οργάνωσης, τόσο για την αύξηση της αποτελεσματικότητας του κυνηγίου, όσο και για το μοίρασμα των θηραμάτων.
Βασική επιδίωξη αποτελούσε ασφαλώς η κάλυψη των αναγκών σε τροφή, πέραν των άλλων χρήσεων (δέρμα, εργαλεία, κλπ).

Καθώς οι αιώνες περνούσαν, η σπουδαιότητα του κυνηγίου ως μέσου διατροφής μειωνόταν, αλλά δεν έπαψε να υπάρχει, εξυπηρετώντας άλλες ανάγκες πλέον.
Στη σημερινή εποχή μερικοί υποστηρίζουν πως το κυνήγι είναι μια ξεπερασμένη δραστηριότητα και ζητούν μάλιστα και την απαγόρευση του.
Πέραν την μακρόχρονης ιστορικής του σχέσης με τον άνθρωπο, πρέπει να τονιστεί πως με τη θήρα όχι μόνο διατηρείται αυτή η σχέση, αλλά και ενισχύεται η επαφή του ανθρώπου με τη φύση.
Μια φύση που τη βιώνουμε και δεν την κοιτάμε μέσα σε αποστειρωμένη γυάλα.

Ειδικά για την Ελλάδα, ο πλούτος σε αριθμό ειδών πανίδας και χλωρίδας, αλλά και η καλή εν γένει κατάσταση των φυσικών οικοσυστημάτων οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αρμονική συνύπαρξη του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον.
Και αυτό αποτελεί συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας μας σε σχέση με το «τεχνητό» περιβάλλον της Ευρώπης.

Στην Ελλάδα υπάρχουν 541 είδη πουλιών και θηλαστικών (425 και 116 αντίστοιχα) από τα οποία επιτρέπεται το κυνήγι μόνο για 37 είδη.
Κανένα από αυτά τα θηραματικά είδη δεν απειλείται με εξαφάνιση, οΰτε καν με μείωση των πληθυσμών του.
Αντίθετα πολλά άλλα είδη, που είναι προστατευόμενα, κινδυνεύουν να εξαφανιστούν.
Ασφαλώς αιτία για αυτήν τους την απώλεια δεν είναι το κυνήγι, αλλά η καταστροφή των ενδιαιτημάτων τους (δηλ. των περιοχών όπου ζουν, τρέφονται και αναπαράγονται) λόγω του τεχνολογικού πολιτισμού και των συνεχώς αυξανόμενων ανθρώπινων αναγκών.
Τρανταχτό παράδειγμα αποτελεί η πεδινή πέρδικα, ένα είδος όπου το κυνήγι της έχει απαγορευτεί εδώ και δεκαετίες, αλλά κινδυνεύει να εκλείψει λόγω της καταστροφής και αλλοίωσης των αγροτικών περιοχών (δεν υπάρχουν πια φυσικοί φράχτες στα χωράφια, η χρήση των γεωργικών φαρμάκων είναι ανεξέλεγκτη, κλπ).

Τι κάνει λοιπόν σήμερα ο Έλληνας κυνηγός για αυτά; Καταρχάς είναι οργανωμένος στους 250 περίπου Κυνηγετικούς Συλλόγους σε όλη την Ελλάδα, που σήμερα αριθμούν περισσότερους από 250.000 κυνηγούς μέλη.
Μέσω αυτών και των δευτεροβάθμιων (Κυνηγετικές Ομοσπονδίες) και τριτοβάθμιων οργάνων (Κυνηγετική Συνομοσπονδία Ελλάδος) εργάζεται για την άσκηση πολιτικής και δράσης προς όφελος της άγριας πανίδας.

Χρηματοδοτεί και εφαρμόζει έργα προστασίας της άγριας πανίδας και των ενδιαιτημάτων τους. Δυστυχώς η Πολιτεία θεωρεί ως δευτερεύουσας σημασίας τον τομέα αυτό, με αποτέλεσμα οι ίδιοι οι κυνηγοί, μέσα από τις οργανώσεις τους και το επιστημονικό προσωπικό που απασχολούν, να εφαρμόζουν δράσεις για την ανάπτυξη της θηραματοπονίας.

Ο κυνηγός λοιπόν εργάζεται για να έχει δικαίωμα στην κάρπωση. Και αν δεχθούμε να μην παίρνουμε τίποτε από τη φύση (ούτε φρούτα, ούτε κτηνοτροφικά προϊόντα, ούτε ψάρια, κλπ) τότε μπορεί κανείς να επικαλεστεί ότι το κυνήγι είναι πλεονασμός.
Αλλά το κυνήγι είναι ένα εργαλείο διαχείρισης, όπου διαμορφώνει συνθήκες για την ανάπτυξη των θηραμάτων.
Συνδυασμένα η επιστήμη και η δράση των χρηστών δημιουργούν τις προϋποθέσεις ώστε ο κυνηγός να λαμβάνει από το «περίσσευμα».
Και για τη διασφάλιση αυτού του «περισσεύματος» θεσπίζονται νόμοι και ειδικές διατάξεις, όπου ρυθμίζεται κατά χρόνο, χώρο και αριθμό θηραμάτων η άσκηση του κυνηγίου στη χώρα μας.

Χωρίς να επεκταθούμε σε νομικές έννοιες, επιγραμματικά αναφέρουμε πως η Ελλάδα έχει την αυστηρότερη νομοθεσία σε όλη την Ευρώπη.
Και όσον αφορά το ερώτημα για το αν αυτή εφαρμόζεται, για την ενίσχυση της εφαρμογής οι ίδιοι οι κυνηγοί ίδρυσαν Σώμα Ομοσπονδιακής Θηροφυλακής που το επάνδρωσαν και το εξόπλισαν με τα πλέον σύγχρονα μέσα (τετρακίνητα οχήματα, στολές, μέσα επικοινωνίας, κλπ) και το οποίο πληρώνουν ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ οι ίδιοι οι κυνηγοί!
Και θεσμικά το θωράκισαν ώστε οι θηροφύλακες των κυνηγετικών οργανώσεων να είναι πλήρεις ανακριτικοί και ελεγκτικοί υπάλληλοι, που μπορούν να προβαίνουν στη βεβαίωση παραβάσεων, στην υποβολή μηνύσεων, κατασχέσεων, στην παρουσία στα ελληνικά δικαστήρια, κλπ.

Με όλα αυτά καταλήγουμε πως το κυνήγι που μπορεί να βρεθεί στο τραπέζι σας δεν αποτελεί προϊόν καμιάς βλαπτικής δράσης, Κάθε άλλο μάλιστα. Και πέραν της αδιαμφισβήτητης νοστιμιάς και θρεπτικής αξίας, αποτελεί ένα ευχάριστο μέσο κοινωνικής συναναστροφής, είτε ως συνδαιτυμόνες, είτε απλά ως δωρητές ή δώρον λαμβάνοντες.
Ειδικά κατά την περίοδο των εορτών πολύ συχνά το κυνήγι κοσμεί το γιορτινό τραπέζι. Αποτελεί επίσης το ξεχωριστό πιάτο σε πολλά ξενοδοχεία και εστιατόρια πολυτελείας.

Το ερώτημα που ανακύπτει είναι: Είναι δυνατόν να υποστηρίζουμε και να προβάλλουμε το μοντέλο αγοράς εισαγόμενου (ή μη) κατεψυγμένου θηραματικού κρέατος, ενώ παράλληλα να «χλευάζουμε» και να κατακρίνουμε τον Έλληνα κυνηγό που μπορεί (λόγω ικανότητας και θέλησης) να φέρνει ο ίδιος στο τραπεζίτης οικογένειας του ένα τέτοιο εκλεκτό έδεσμα;
Νομίζω πως ο φαρισαϊσμός περισσεύει, και διακρίνει και πολλά έντυπα του life style, όπου από τη μια αποκηρύσσεται μετά βδελυγμίας το κυνήγι και από την άλλη, στο ίδιο έντυπο, φιλοξενούνται συνταγές αλά κρέμ και αλά...τάδε θηραματικών ειδών.

Εδώ δικαιώνεται για τη χώρα μας η λαϊκή δραστηριότητα του κυνηγίου, που μακριά από το δυτικής μορφής κυνήγι, δεν αφορούσε ποτέ μόνο την αριστοκρατία, τη φεουδαρχία, αλλά ήταν μια δραστηριότητα προσιτή σε όλους. Πολλοί θεωρούν το ελληνικό κυνήγι ως μια καθαρά αταξική δραστηριότητα.

Και αν σήμερα το να φας κυνήγι θεωρείται για τον αστικό κόσμο και για τον νεόπλουτο ως κάτι πολυτελές, κατάλοιπο πιθανόν ενός δυτικότροπου σαβουάρ βιβρ, για τον Έλληνα, και δη της επαρχίας, είναι μια παράδοση, που άντεξε ιστορικά.
Μια αφορμή για να δώσει ακόμη μεγαλύτερη αξία στο γιορτινό τραπέζι, μια αφορμή για να περάσει πολλές ώρες μαζί όλη η οικογένεια στην κουζίνα, καθαρίζοντας το θήραμα και προετοιμάζοντας το μαγείρεμα.

Μια αφορμή για συζήτηση, μια αφορμή για επίσκεψη, ένα πολύ καλό δώρο (που με κόπο και προσπάθεια αποκτήθηκε, μακριά από το χόμπι του shopping) ).
Και δεν αναφέρουμε στο παρόν άρθρο ούτε τη θρεπτική του αξία, ούτε τη διαφορά σε σχέση με τα αγοραστά κατεψυγμένα. Τουλάχιστον αυτοί που μπορούν, ας έχουν την ευκαιρία να φάνε κάτι πιο νόστιμο, θρεπτικό και υγιεινό, χωρίς να πρέπει να πάνε σε εστιατόριο του Κολωνακίου...

ΕΠΑΝΩ-UP

© Giorgio Peppas