Εξετάζοντας κανείς τους χώρους που διεξάγεται το κυνήγι και λαμβάνοντας υπόψη την χρονική διάρκεια που ασκείται αυτό στις διάφορες μορφές γης σε συνδυασμό με τον αριθμό των κυνηγών και τις προτιμήσεις τους στα διάφορα είδη θηραμάτων, διαπιστώνει εύκολα ότι στο μεγαλύτερο ποσοστό το κυνήγι ασκείται στις γεωργικές εκτάσεις. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει την σπουδαιότητα του ρόλου των καλλιεργούμενων εκτάσεων για το κυνήγι στην Ελλάδα και την αναγκαιότητα μιας ορθής γεωργικής πολιτικής με γνώμονα την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και κατ επέκταση της άγριας ζωής.
Στη χώρα μας η γεωργική ανάπτυξη επήλθε ραγδαία τις τελευταίες δεκαετίες και σε αυτό συντέλεσε η πρόοδος της τεχνολογίας(γεωργικά μηχανήματα), η διάθεση εδαφών στους ακτήμονες(απαλλοτριώσεις) και ο αναδασμός των καλλιεργούμενων γεωργικών εκτάσεων.
Στο βωμό της γεωργικής ανάπτυξης και της εξασφάλισης μεγαλύτερου εισοδήματος στον αγροτικό κόσμο η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος πέρασε σε δεύτερη μοίρα ή δεν λήφθηκε καθόλου υπόψη με αποτέλεσμα οι γεωργικές εκτάσεις(κυρίως οι πεδινές) να γίνουν ακατάλληλες για μεγάλο αριθμό ειδών της άγριας ζωής και να περιοριστεί κατά πολύ η δυνατότητα τους να φιλοξενούν ικανό αριθμό κάποιων άλλων σημαντικών ειδών της πανίδας και δει των θηρευσίμων.
Οι εκτεταμένες μονοκαλλιέργειες και η έλλειψη ποικιλομορφίας καλλιεργούμενων φυτών, η χρήση λιπασμάτων και κυρίως η χρήση φυτοφαρμάκων προκειμένου να παραχθούν μεγάλες ποσότητες γεωργικών προϊόντων, υποβάθμισαν ακόμη περισσότερο τις εκτάσεις αυτές.
Σε αντίθεση με τις πεδινές περιοχές, όπου εκμεταλλεύθηκε και το παραμικρό κομμάτι γης, στις ορεινές και απομακρυσμένες εγκαταλείφθηκαν πολλές καλλιέργειες(λόγω αστυφιλίας κ.α) που υποστήριζαν σε μεγάλο βαθμό την ανάπτυξη αρκετών ειδών της πανίδας.
Στις περισσότερες καλλιεργούμενες εκτάσεις οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται στην διαδικασία της παραγωγής ακόμη και σήμερα κρίνονται ιδιαίτερα επιζήμιες για την άγρια ζωή. Η ανυπαρξία φυτοφραχτών και η απουσία οποιασδήποτε φυσικής βλάστησης στους κάμπους, ο τρόπος συγκομιδής της σοδειάς καθώς και η καύση των υπολειμμάτων στερεί τον απαραίτητο ζωτικό χώρο για την άγρια ζωή.
Η τακτική των επιδοτούμενων καλλιεργειών οδήγησε τον αγροτικό κόσμο να στραφεί σε αυτές που του προσδίδουν το μέγιστο οικονομικό όφελος με αποτέλεσμα να περιοριστεί ακόμη περισσότερο η ποικιλομορφία των καλλιεργειών.
Αν και οι όροι των επιδοτούμενων προγραμμάτων συμπεριλαμβάνουν ορισμένα φιλοπεριβαλλοντικά μέτρα που αφορούν τις διαδικασίες παραγωγής αυτά όμως δεν τυγχάνουν της ανάλογης εφαρμογής.
Με την ένταξη της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση καν προκειμένου να ενταχθούμε σε προγράμματα επιδοτούμενων καλλιεργειών έπρεπε να τηρούνται μια σειρά μέτρων που αποσκοπούσαν στην προστασία του φυσικού περιβάλλοντος.
Έτσι διατυπώθηκαν οι λεγόμενοι κώδικες ορθής γεωργικής πρακτικής(ΚΟΓΠ) που αναφέρονται σε πρακτικές που υποχρέωναν τον γεωργό να τις τηρήσει για να αξιώσει την επιδότηση.
Οι περισσότεροι από αυτούς τους κανόνες έχουν να κάνουν με τη διατήρηση της φυσικής βλάστησης στα σύνορα των χωραφιών, τη μη χρήση φυτοφαρμάκων και κυρίως ζιζανιοκτόνων και εντομοκτόνων στις άκρες των χωραφιών, τον τρόπο και τα μέσα συγκομιδής, την ενσωμάτωση των υπολειμμάτων και την απαγόρευση της καύσης τους κ.α.
Ακόμη όμως και σήμερα οι παραπάνω οδηγίες δεν εφαρμόζονται στο μεγαλύτερο μέρος τους από τους αγρότες και περνάν στο περιθώριο.
Οι κυνηγετικές οργανώσεις της χώρας μας, μέσω των επιστημονικών τους συνεργατών, έχουν προ καιρού τονίσει την αναγκαιότητα για τη λήψη αντίστοιχων μέτρων που απαιτούνται στις γεωργικές καλλιέργειες με σκοπό να αναβαθμιστούν οι περιοχές αυτές και να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της θηραματοπανίδας.
Το παραπάνω έγινε μέσα στα γενικότερα πλαίσια της βελτίωσης των βιοτόπων, όπου ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του περιλαμβάνει τις γεωργικές καλλιέργειες. Για την επίτευξη αυτού του σκοπού έχουν εκδοθεί ειδικοί οδηγοί και φυλλάδια που τα διένειμαν στα μέλη τους, στον αγροτικό κόσμο και στις εμπλεκόμενες υπηρεσίες και φορείς.
Επιπλέον πραγματοποιούνται συχνά εκδηλώσεις και συναντήσεις με τον αγροτικό κόσμο και τις συνδικαλιστικές τους ενώσεις με σκοπό να ενημερωθεί το κοινό και να ευαισθητοποιηθεί στα θέματα αυτά.
Πρόσφατα διαμορφώθηκε η νέα κοινή αγροτική πολιτική της Ε.Ε (ΚΑΠ), όπου μεταξύ των άλλων, λαμβάνει σοβαρά υπόψη τον παράγοντα προστασίας και διατήρησης του φυσικού περιβάλλοντος μέσω διαφόρων αγροπεριβαλλοντικών μέτρων που καλούνται να εφαρμόζουν όλα τα ενταγμένα και υπό ένταξη κράτη μέλη.
Και ενώ ως τώρα οι ΚΟΓΠ αποτελούσαν μέτρα που έπρεπε να εφαρμόζουν οι παραγωγοί με στόχο τη διαφύλαξη του φυσικού περιβάλλοντος και διαφοροποιούνταν σε σχέση με τις ιδιαιτερότητες των περιοχών π.χ οικολογικά ευαίσθητες περιοχές 92/43/ΕΟΚ, τώρα πλέον δύνεται ιδιαίτερη μέριμνα στην εφαρμογή επιδοτούμενων προγραμμάτων σε δράσεις που σχετίζονται άμεσα με την διατήρηση και βελτίωση του φυσικού περιβάλλοντος στις γεωργικές εκτάσεις και όχι σε αυτήν καθ αυτήν την παραγωγή.
Ένα από τα πλέον σημαντικά προγράμματα τέθηκε πρόσφατα σε ισχύ σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας μας και αποσκοπεί στη διατήρηση της βιοποικιλότητας, των τροφικών πεδίων και των θέσεων αναπαύσεως της άγριας πανίδας στις γεωργικές εκτάσεις.
Στο πρόγραμμα αυτό δίνεται βαρύτητα στη διατήρηση και αποκατάσταση των φυτοφραχτών αλλά και στην δημιουργία τους, σε πεδινές και μη εκτάσεις με ανάλογη επιδότηση.
Δεδομένης της σπουδαιότητας του εγχειρήματος και προκειμένου να τύχει της ανάλογης
έκβασης και αποδοχής οι κυνηγετικές οργανώσεις έχουν χρέος να υποστηρίξουν τις
δράσεις αυτές και να βοηθήσουν ώστε το πρόγραμμα αυτό, όχι απλώς να υλοποιηθεί
αλλά να συνεχιστεί και να επεκταθεί σε όσο το δυνατό περισσότερες αγροτικές περιοχές,
επιδιώκοντας το μέγιστο δυνατό όφελος για το κυνήγι στη χώρα μας.